Συνέντευξη δημάρχου Λ. Μίχου στο Δυτικό Βήμα: Συμβολή στον διάλογο που θα ανοίξει για τη σχέση των ΟΤΑ με την κεντρική διοίκηση
Η Αυτοδιοίκηση έχει ως αποστολή τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων και απολαμβάνει εκ του Συντάγματος διοικητική αυτοτέλεια ή οποία βέβαια και υπό το πρίσμα του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας εννοείται ως τοπική αυτονομία, δηλαδή ως ικανότητα και συνάμα εξουσία να διευθύνει ευρύ φάσμα δημοσίων υποθέσεων, αυτών που ο συντακτικός νομοθέτης ονομάζει «τοπικές υποθέσεις» με ίδια μέσα, πόρους και προσωπικό. Στην έννοια της διεύθυνσης εν προκειμένω εντάσσεται όχι μόνο η απλή διοίκηση, η διεκπεραίωση ή αλλιώς η εκτέλεση μέρους μόνο των διοικητικών αποφάσεων αλλά η ρύθμιση, η πολιτική στοχοθεσία, η ανώτατη διοίκηση και η εκτέλεση των αποφάσεων. Πρόκειται δηλαδή για μία ολοκληρωμένη εν πολλοίς λειτουργία διακυβέρνησης των δημοσίων υποθέσεων και ουσιαστικά υλοποίησης των δημοσίων πολιτικών που ανήκουν στην αρμοδιότητα των Δήμων ή των Περιφερειών αντίστοιχα.
Εάν τα πράγματα στην πράξη λειτουργούσαν έτσι τότε θα μιλάγαμε για τη σχέση μεταξύ των επιπέδων Διοίκησης σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα πολυεπίπεδης διακυβέρνησης όπως εξάλλου – λίγο έως πολύ- επιτάσσει το «ευρωπαϊκό κεκτημένο της Αυτοδιοίκησης».
Τα πράγματα όμως δεν λειτουργούν έτσι και γι αυτό η οπτική γωνία με την οποία βλέπουμε την κεντρική διοίκηση μοιάζει πολλές φορές με την οπτική που την αντιλαμβάνεται και την αντιμετωπίζει ο απλός πολίτης και όχι ως σχέση επιπέδων διακυβέρνησης σε ένα αποκεντρωμένα συγκροτημένο πολιτικό και διοικητικό σύστημα.
Η Ελλάδα έχει σωστά και τεκμηριωμένα χαρακτηριστεί το πιο συγκεντρωτικό κράτος στην Ευρώπη και όχι μόνο. Αυτό επιβεβαιώνεται – όχι από το συνταγματικό πλαίσιο – αλλά από το θεσμικό και λειτουργικό πλαίσιο των πόρων που διαχειρίζεται η Αυτοδιοίκηση, πρώτου και δευτέρου βαθμού, από την δειλή αποκέντρωση αρμοδιοτήτων που συγχρόνως υποβαθμίζεται λόγω της πολυνομίας και της διάσπασης του κύκλου των διοικητικών λειτουργιών, έτσι ώστε ακόμα και όταν έχουμε αρμοδιότητα η ουσιαστική άσκησή της να υπόκειται σε διοικητικές, πέραν ασφαλώς των κανονιστικών- αποφάσεις άλλων οργάνων που ανήκουν ιεραρχικά στους φορείς της κεντρικής δημόσιας διοίκησης. Εξάλλου δεν διαθέτουμε το αναγκαίο προσωπικό αλλά και τις λειτουργικές προϋποθέσεις για να ασκήσουμε αποτελεσματικά αυτό το πεδίο εξουσίας που μας ανήκει.
Συνεπώς υπολείπεται η πραγματική Αυτοδιοίκηση από την Αυτοδιοίκηση των συνταγματικών και νομοθετικών πλαισίων.
Υπό αυτό το πρίσμα η κεντρική δημόσια διοίκηση γίνεται για την Αυτοδιοίκηση «αντίπαλος», «βραχνάς», ανασταλτικός παράγοντας για την εκτέλεση της αποστολής της.
Η παράθεση μερικών μόνο στοιχείων επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές:
Πρώτον: Ευρύ και πολύπλοκο πλαίσιο ελέγχων, διοικητικών, οικονομικών και λειτουργικών (δηλαδή αφαίρεση ή μη παροχή λειτουργικών μέσων) πέραν της συνταγματικά οριοθετημένης εποπτείας. Αντί να έχουμε ένα ενιαίο κέντρο άσκησης του ελέγχου νομιμότητας ή και κανονικότητας της οικονομικής διοίκησης, με τις εγγυήσεις που προσιδιάζουν στις Ανεξάρτητες Αρχές, όπως επίμονα ζητά η Αυτοδιοίκηση, και καταστρώθηκε με τον θεσμό του Ελεγκτή Νομιμότητας με τον Καλλικράτη (ν.3852/2010) εξακολουθεί να ασκείται η εποπτεία από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση, δηλαδή από τον αποκεντρωμένο βραχίονα της κεντρικής δημόσιας διοίκησης και ο θεσμός του Ελεγκτή ή του Επόπτη των ΟΤΑ , όπως λέγεται σήμερα, παραμένει στα αζήτητα, σχεδόν επί μία δεκαετία.
Η Αποκεντρωμένη Διοίκηση δεν έχει ούτε την αναγκαία στελέχωση ούτε και τον λειτουργικό εξοπλισμό για να ασκήσει άμεσα και χωρίς χρονοτριβή την εποπτεία επί των πράξεων που τίθενται ενώπιόν της ενώ παράλληλα επιδιώκει να εμπεδωθεί ακόμη και στο προσωπικό των ΟΤΑ η «κουλτούρα» της «προηγούμενης έγκρισης», κατά κανόνα ατύπως ενίοτε όμως και τυπικά. Για να υλοποιήσουμε μία Απόφαση των συλλογικών οργάνων του Δήμου πρέπει να περιμένουμε την διαπιστωτική της νομιμότητας που αργεί συνήθως. Πέραν των προβλημάτων που γεννώνται στην δική μας διοίκηση η οποία καλείται άμεσα και χωρίς χρονοτριβή να λύσει προβλήματα της καθημερινότητας, εδώ καταλύεται η ουσιαστική και τυπική έννοια της διοικητικής αυτοτέλειας. Στην καρδιά της διοικητικής αυτοτέλειας είναι η άμεση εκτελεστότητα των Αποφάσεων. Η εκ του αποτελέσματος συμπεριφορά όμως της Δημόσιας Διοίκησης ως Αποκεντρωμένης Διοίκησης συγκρούεται με το δικαίωμα, αλλά και την εκ του Συντάγματος εξουσία των ΟΤΑ να αποφασίζουν για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων με διοικητική αυτοτέλεια, δηλαδή με την λήψη άμεσα εκτελεστών αποφάσεων.
Δεύτερον. Το συγκεντρωτικό διοικητικό σύστημα ακόμη και εδώ στην Αττική αφαιρεί από τους ΟΤΑ την ευχέρεια να αποφασίζουν ολοκληρωμένα, άμεσα και να επιλύουν τα ζητήματα της καθημερινότητας ή να παρέχουν υπηρεσίες στους δημότες χωρίς χρονοτριβή. Ορισμένοι τομείς είναι άκρως χαρακτηριστικοί. Για παράδειγμα ο πολεοδομικός σχεδιασμός, ο καθορισμός και η διαχείριση των χρήσεων γης. Η αντίληψη ή η πάγια θέση και της νομολογίας ότι τα ζητήματα αυτά ανήκουν στην σφαίρα εξουσίας του κεντρικού κράτους χωρίς την ευχέρεια των Δήμων ή και των Περιφερειών να μετέχουν καθοριστικά τόσο στο στάδιο της διαμόρφωσης όσο κυρίως στην εφαρμογή των αντίστοιχων δημοσίων πολιτικών συγκεντρώνει στα Υπουργεία πλήθος μικροαρμοδιοτήτων με δαιδαλώδεις διοικητικές διαδικασίες που ενισχύονται από την πολυνομία και την κακή νομοθέτηση παράλληλα δε ειδικά τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται και η υποστελέχωση των κεντρικών υπηρεσιών και έτσι η αργοκίνητη διεκπεραίωση των υποθέσεων που ανήκουν στην αρμοδιότητα των κεντρικών υπηρεσιών μετατρέπεται για την Αυτοδιοίκηση σε τεράστιο εμπόδιο για την επίλυση προβλημάτων που δεν μπορούν να περιμένουν και να παραμένουν άλυτα ούτε ασφαλώς αυτή η καθυστέρηση γίνεται πάντοτε αποδεκτή από τους πολίτες οι οποίοι απαιτούν από τον Δήμαρχο άμεση λύση και δεν μπορούν να διανοηθούν ότι ο Δήμαρχος δεν έχει την εξουσία που από το Σύνταγμα έπρεπε να έχει, ούτε εκείνη που η συνείδηση του μέσου πολίτη θεωρεί ως αυτονόητη εξουσία.
Αντίστοιχα προβλήματα εκτείνονται σε όλο το φάσμα των περιβαλλοντικών πολιτικών που κατά κανόνα δεν καταστρώνονται αποκεντρωμένα
Τρίτον, είναι πάντως ασυγχώρητη παράλειψη να μην διακρίνουμε την αποκρουστική για την Αυτοδιοίκηση κουλτούρα του συγκεντρωτισμού που διέπει την οργάνωση του διοικητικού μας συστήματος από την κουλτούρα της ευθύνης και της συνεργασίας που επιδεικνύουν τα στελέχη της κεντρικής διοίκησης στο όλο φάσμα της ιεραρχίας προς τους αιρετούς και τους συναδέλφους τους, υπηρεσιακά στελέχη της Αυτοδιοίκησης. Η παλιά νοοτροπία του πατερναλισμού που χαρακτήριζε την άλλοτε σιδηρά πλην όμως σκουριασμένη δομή της υψηλής δημοσιοϋπαλληλικής Γραφειοκρατίας έχει δώσει την θέση της σε νοοτροπίες συνεργασίας, υποστήριξης και αλληλοενημέρωσης. Είναι ένα ενθαρρυντικό φαινόμενο που οφείλεται τόσο στην σύγχρονη διοικητική παιδεία όσο και πολύπλευρη κατάρτιση καθώς και στην ευρωπαϊκή αντίληψη που διέπει πλέον την σύγχρονη Δημόσια Διοίκηση.
Τέταρτον: Αυτό το αντίστροφο ως προς τις δομές, τους κανόνες και τους συγκεντρωτικούς μηχανισμούς κλίμα στο ανθρώπινο δυναμικό είναι ένα γόνιμο πεδίο για να προωθηθούν και να υποστηριχθούν και κυρίως να εφαρμοστούν τομές αποκέντρωσης ουσιαστικής και αντίστοιχης του ευρωπαϊκού κεκτημένου πολυεπίπεδης διακυβέρνησης με αποκέντρωση εξουσίας, αρμοδιοτήτων, πόρων και λειτουργικών μέσων συνεπώς και ανθρώπινου δυναμικού προς τους Δήμους και τις Περιφέρειες. Εφόσον συμβεί αυτό τότε η οπτική της Δημόσιας Διοίκησης από την σκοπιά της Αυτοδιοίκησης θα αλλάξει και τα ζητήματα που θα μας απασχολούν θα είναι διαφορετικά. Τότε θα μπορούσαμε να δούμε την Δημόσια Διοίκηση ως ένα ενιαίο σύστημα αρχών και αξιών, προσόντων και αξιολόγησης καθώς και κινητικότητας του ανθρώπινου δυναμικού το οποίο στον νέο κόσμο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης απαιτεί διαρκή επιμόρφωση, κατάρτιση και ενίσχυση των δεξιοτήτων. Μια διοίκηση ενιαία και αποκεντρωμένη πλησιέστερη στον πολίτη, κάνοντας πράξη τις αρχές τις εγγύτητας και επενδύοντας στην εφαρμογή της επικουρικότητας. Μία διοίκηση υψηλού επαγγελματισμού ικανή να υλοποιεί σε όλα τα επίπεδα λήψης των Αποφάσεων την πολιτική στοχοθεσία που θέτουν τα αιρετά πολιτικά σώματα στο πλαίσιο της πολιτικής εντολής που τους δίδεται σε ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό σύστημα πολυεπίπεδης δημοκρατικής διακυβέρνησης.
Έως τότε, διεκδικούμε, προτείνουμε, αγωνιζόμαστε και για την καθημερινότητα των πόλεων και του τόπου μας αλλά και για την μεγάλη θεσμική αλλαγή στην Δομή του Κράτους που πρέπει να γίνει πραγματικά και όχι κατ΄ επίφαση Επιτελικό, Αποκεντρωμένο και Δημοκρατικό