Ν. Γιαννακοπούλου: «Με το Νομοσχέδιο δεν επιτυγχάνεται να παραμείνει στο επίκεντρο των νέων ρυθμίσεων το συμφέρον του παιδιού, όπως οφείλει να κάνει το οικογενειακό δίκαιο»
Στην Ολομέλεια της Βουλής, στη συζήτηση του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τις τροποποιήσεις στο Οικογενειακό Δίκαιο, την Τετάρτη 19 Μαΐου 2021, τοποθετήθηκε η ειδική αγορήτρια του Κινήματος Αλλαγής Νάντια Γιαννακοπούλου.
Ξεκινώντας την ομιλία της, η βουλευτής αναφέρθηκε στον υπαρκτό πρόβλημα που υπάρχει και στην κοινωνική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, εξαιτίας κυρίως εσφαλμένης και ατεκμηρίωτης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου και με δικαστικές αποφάσεις φασόν.
Τόνισε ότι αυτό το νομοσχέδιο σε καμία απολύτως περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μεταρρύθμιση, και κάλεσε για άλλη μία φορά τον Υπουργό να υιοθετήσει τις παρατηρήσεις που έγιναν για τα αρνητικά σημεία του κειμένου.
Η Nάντια Γιαννακοπούλου, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση και στο διακύβευμα της συνεπιμέλειας, δηλαδή την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, που θα έπρεπε να είναι η βασική αρχή του Οικογενειακού Δικαίου προς το συμφέρον του παιδιού.
Επιπλέον, η βουλευτής σχολίασε εντόνως τη δήλωση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος παραδέχτηκε ότι δεν διατήρησε το κείμενο που πρότεινε η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή που είχε συστήσει ο ίδιος. Και για αυτό, χαρακτηριστικό γεγονός αποτελεί ότι τις περισσότερες ενστάσεις τις έχουν ασκήσει μέλη της ίδιας της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής. Όπως σχολίασε και την έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής, την οποία χαρακτήρισε κόλαφο για το σχέδιο νόμου.
Επιπλέον, ως προς τη διαδικασία της διαβούλευσης, η κα Γιαννακοπούλου παρουσίασε τις δημόσιες καταγγελίες τόσο της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδας, όσο και θεσμικών γυναικείων οργανώσεων, για τις ψευδείς δηλώσεις του Υπουργείου να διαβουλευτεί με τους φορείς αυτούς.
Όπως, ανέφερε ότι και ο Συνήγορος του Πολίτη και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εξέφρασαν σοβαρότατες επιφυλάξεις, όσον αφορά τα προβληματικά άρθρα του νομοσχεδίου, παρόλο που αναφέρει το Υπουργείο συνεχώς τη θετική τους στάση προς το σχέδιο νόμου.
Ανέφερε επίσης την έκκληση από οκτώ ευρωπαϊκά και διεθνή δίκαια και εκατόν τέσσερις γυναικείες οργανώσεις, φορείς και συλλογικότητες από τριάντα χώρες που ζητούν από τον Πρωθυπουργό την παρέμβασή του, για να αποσυρθεί το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ως εξαιρετικά επικίνδυνο.
Δεν παρέλειψε δε να αναφερθεί και στο γεγονός του μεγάλου αριθμού σχολίων στη διαβούλευση. Συγκεκριμένα, τόνισε ότι: «Είναι τουλάχιστον κωμικοτραγικό να αναφέρεστε σε αυτά τα σχόλια, όταν η συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν πανομοιότυπα μηνύματα, τα οποία στελνόντουσαν καρά ριπάς –copy-paste- και απλά προερχόντουσαν από διαφορετικούς χρήστες. Είναι πραγματικά άξιο αναφοράς αυτό για την εξαγωγή συμπερασμάτων;»
Συγκεκριμένα, ως προς τα άρθρα του νομοσχεδίου, επανήλθε με τις έντονες αντιδράσεις, τις οποίες είχε εκφράσει αναλυτικά και στην επί των άρθρων συζήτηση, λέγοντας ότι:
- Στο άρθρο 1513 το «εξακολουθούν» είναι ψευδέστατο, αναληθέστατο. Όλοι οι φορείς, ο Συνήγορος του Πολίτη, η νομοπαρασκευαστική επιτροπή και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής. είπαν ότι με αυτόν τον τρόπο εισάγεται από το παράθυρο η υποχρεωτική, ισόχρονη συνεπιμέλεια.
- Για το 1520 και το τεκμήριο του ενός τρίτου (1/3) του συνολικού χρόνου, το οποίο καταψηφίστηκε με 15-3 από τη προπαρασκευαστική επιτροπή, ανέλυσε την νομική χρήση του «τεκμαίρεται», και την παρατήρηση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής για την έλλειψη ορισμού του συνολικού χρόνου.
- Για το άρθρο 14, όσον αφορά στα θέματα της ενδοοικογενειακής βίας, ζητείται η κατ’ εξαίρεση από όλες τις άλλες περιπτώσεις οριστική δικαστική απόφαση, αφήνοντας έτσι ανήλικα παιδιά στο έλεος δραστών ενδοοικογενειακής βίας από δύο έως πέντε χρόνια. Στο άρθρο αυτό, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας έθιξε το ιδιαίτερο θέμα που ανακύπτει ειδικά με τις γυναίκες πρόσφυγες, με τις μετανάστριες, με τις γυναίκες αιτούντες ασύλου τονίζοντας ότι οι μητέρες καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα τεράστιο πρόβλημα γι’ αυτές σε ένα ιδιαίτερα περίπλοκο δικαστικό σύστημα με πολύ υψηλά νομικά κόστη και σημαντικά κενά στις υπηρεσίες διερμηνείας.
Απευθυνόμενη προς τον Υπουργό ζήτησε μέχρι την τελευταία στιγμή την επεξεργασία του σχεδίου νόμου εκ νέου, διότι η χώρα θα βρεθεί απέναντι σε παραβιάσεις πολλών διεθνών συμβάσεων και κανονισμών, όπως η Σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού, όπως η Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα δικαιώματα των θυμάτων, όπως η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που καταπατάται βάναυσα με το άρθρο 1532.
Κλείνοντας, παρέθεσε ότι η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του ζητήματος οφείλει να να στηρίζεται στο τρίπτυχο «πρόληψη, υποστήριξη, αρωγή και αντιμετώπιση» και η επιτυχία αυτή θα έρθει μόνο μέσα από την λειτουργία οικογενειακού δικαστηρίου. Με αφορμή και την έκθεση της Εταιρείας Οικογενειακού Δικαίου, το 2013, και το σχέδιο το οποίο συνέταξε, έστειλε μήνυμα προς τον Υπουργό ότι δεν αποτελεί ουτοπική παρέμβαση μας. Ανέλυσε το βασικό πλαίσιο και δεσμεύθηκε ότι το Κίνημα Αλλαγής θα καταθέσει σε πολύ σύντομο πρόταση νόμου για το θέμα της δημιουργίας μιας οργανωμένης, σύγχρονης και αποτελεσματικής δομής.
Μπορείτε να παρακολουθήσετε το βίντεο της τοποθέτησης στο:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης:
Κύριε Πρόεδρε, κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να ξεκινήσω και εγώ τη σημερινή μου ομιλία αναφερόμενη στη σημερινή ημέρα. Σήμερα, 19 Μαΐου 2021, συμπληρώνουμε εκατόν δύο χρόνια από τον αφανισμό των Ελλήνων του Πόντου και των Ποντίων συνολικά και υποκλινόμαστε με σεβασμό. Υποκλινόμαστε με σεβασμό στη μνήμη τους, στη μνήμη των τριακοσίων πενήντα τριών χιλιάδων σφαγιασθέντων Ποντίων, που το ιστορικό μας χρέος και το ελάχιστο καθήκον επιτάσσει να διατηρούμε ζωντανή τη μνήμη τους.
Στο νομοσχέδιο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τώρα. Θα ξεκινήσω για τρίτη συνεχόμενη φορά την ομιλία μου με την εξής προτροπή προς τον κύριο Υπουργό και πλέον, στο συμπέρασμα, θα έλεγα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι: Μακάρι η συζήτηση αυτή για το τόσο ευαίσθητο αυτό ζήτημα να γινόταν κάτω από άλλα δεδομένα και να ερχόμασταν όλοι, όλες οι πτέρυγες σήμερα της Βουλής εδώ, για να στηρίξουμε τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο οικογενειακό δίκαιο.
Γιατί, κύριε Υπουργέ, το έχω πει επανειλημμένως σε όλες τις ομιλίες μου στις Επιτροπές, μία είναι η αλήθεια. Κανείς, μα κανείς δεν μπορεί να είναι κατά, δεν μπορεί να είναι απέναντι της από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, μετά τη λύση του γάμου. Όλοι προτιμούν ένα χωρισμένο ζευγάρι να μεγαλώνει το παιδί τους με κοινή φροντίδα και ευθύνη και η συνεπιμέλεια υποδεικνύει και υπογραμμίζει τόσο στο παιδί, όσο και στο κοινωνικό σύνολο της γονικής συνυπευθυνότητας, πέραν των διαφωνιών και του παραγκωνισμού των διενέξεων, για το καλό του παιδιού, ενώ, αν θέλετε, ενέχει και μια υψηλή, συμβολική, κοινωνική, προσωπική και συναισθηματική αξία.
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, λοιπόν, το οποίο φέρνετε, κύριε Υπουργέ, θα μπορούσε να είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό ορισμένων διατάξεων και για βελτιώσεις, σύμφωνα και με τις νέες κοινωνικές συνθήκες, αφού η τελευταία μεταρρύθμιση έγινε το 1983 από το ΠΑΣΟΚ και από τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Ήταν η πιο προοδευτική μεταρρύθμιση που είχε γίνει και πραγματικά, νιώθω πολύ χαρούμενη και περήφανη για την παράταξή μου, γιατί σύσσωμες οι πτέρυγες στο ελληνικό Κοινοβούλιο, αλλά και οι φορείς στην ακρόασή τους, αναγνώρισαν την τεράστια σημασία εκείνης της μεταρρύθμισης, η οποία προέβλεπε, μεταξύ άλλων, ήδη από το 1983 ότι η γονική μέριμνα θα ασκούνταν, πλέον, από κοινού και από τους δύο γονείς, σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου ο πατέρας και ο σύζυγος ήταν ο απολύτως κυρίαρχος.
Θα μπορούσε, επίσης, το νομοσχέδιο το οποίο μας φέρνετε να είναι μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για περαιτέρω ενσωμάτωση προβλέψεων της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης που υπογράφηκε δέκα χρόνια πριν για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών.
Όμως, δυστυχώς, το νομοσχέδιο, το οποίο φέρνετε, χάνει αυτή την ευκαιρία. Δεν καταφέρνει να ανταποκριθεί στις νέες κοινωνικές ανάγκες και συνθήκες. Δεν καταφέρνει να παραμείνει στο επίκεντρο των νέων ρυθμίσεων το συμφέρον του παιδιού, όπως οφείλει να είναι το οικογενειακό δίκαιο.
Το πρόβλημα -το είπαμε πολλές φορές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι- είναι υπαρκτό και είναι αναμφίβολο. Εξαιτίας κυρίως εσφαλμένης και ατεκμηρίωτης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου, με δικαστικές αποφάσεις φασόν, έχει δημιουργηθεί ένα σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο, αυτό του αποκλεισμού του ενός γονέα, συνήθως -ναι- του πατέρα, από την επικοινωνία, από την επιμέλειά του με το τέκνο του.
Και η κατάσταση βεβαίως μπορεί να επιδράσει με πολύ άσχημο τρόπο στην ψυχολογική κατάσταση του παιδιού και στη μετέπειτα εξέλιξή του ως ατόμου. Η απονομή δικαιοσύνης, ναι, μέχρι στιγμής έχει γίνει με ένα τυφλό μοντέλο, αν θέλετε, τυφλής αντιδικίας, χωρίς ενθάρρυνση της διαπραγμάτευσης και κατά κανόνα χωρίς τη διατύπωση ειδικής γνώμης από επιστήμονες, από ειδικούς, με αποτέλεσμα οι ανθρώπινες σχέσεις να οδηγούνται σε αδιέξοδο.
Δυστυχώς, όμως, αυτό το νομοσχέδιο σε καμία απολύτως περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μεταρρύθμιση, σε καμία απολύτως περίπτωση έτσι όπως είναι τώρα. Σας καλούμε μέχρι και την τελευταία στιγμή να μας ακούσετε όλους και να κάνετε αλλαγές. Αυτό το νομοσχέδιο έτσι όπως είναι τώρα δεν μπορεί να δώσει λύση στα προβλήματα.
Η νομοθετική σας πρωτοβουλία όφειλε να λειτουργήσει ως μια μεγάλη πρόκληση για ριζικές αλλαγές και για πιο αποτελεσματικές λύσεις στη δικαστική προσέγγιση. Εκεί πέρα είναι το πρόβλημα, κύριε Τσιάρα, και κυρίως στο δικονομικό πλαίσιο εφαρμογής του Οικογενειακού Δικαίου και αυτών των τόσο ευαίσθητων θεμάτων.
Η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας –αυτό είναι το διακύβευμα της λεγόμενης συνεπιμέλειας- οφείλει να αποτελεί βασική αρχή του Οικογενειακού Δικαίου προς το συμφέρον του παιδιού, εξαιρουμένων βεβαίως των περιπτώσεων κακοποιητικών συμπεριφορών ή ακαταλληλότητος του ενός γονέα. Η συνεπιμέλεια, λοιπόν, οφείλει να είναι μία υπεύθυνη, οφείλει να είναι μία συναινετική –για να μπορεί να λειτουργήσει- επιλογή υπέρ του συμφέροντος του παιδιού.
Όμως, τι γίνεται, όταν αυτή δεν συμφωνείται; Μπορεί να επιβληθεί με τρόπο υποχρεωτικό; Μπορεί να επιβληθεί με αριθμητικά καλούπια, όπως επιχειρείται; Μπορεί να επιβληθεί με αυθαίρετες ποσοστώσεις του στυλ του ενός τρίτου (1/3);
Και ενώ θα μπορούσατε με αυτό το νομοσχέδιο να κάνετε ένα θετικό βήμα, δυστυχώς, κάνετε ένα μετέωρο βήμα. Δεν καταφέρατε να αποφύγετε ούτε τις στρεβλώσεις ούτε τις εσφαλμένες προβλέψεις, οι οποίες έχουν προκαλέσει πολύ εύλογες αντιδράσεις από τους νομικούς και από τους επιστημονικούς κύκλους. Και το κυριότερο δεν παρέχεται καμία δικονομική εγγύηση για το πώς ακριβώς θα εφαρμοστεί στην πράξη –εκεί πέρα είναι το πρόβλημα, κύριε Τσιάρα!- χωρίς να προκαλείται επίταση της αντιδικίας και πολλαπλασιασμό των σχετικών δικών. Αυτό είναι το μεγάλο ζητούμενο!
Με λίγα λόγια, οι καλές προθέσεις στην πολιτική –και το ξέρουμε όλοι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι- ποτέ δεν ήταν αρκετές, καθώς πρέπει πάντα να συνοδεύονται από ρεαλισμό και ολιστική και όχι επιλεκτική, όπως κάνετε, μεταρρυθμιστική τόλμη. Και με αυτό το περιεχόμενο και ιδίως με το τεκμήριο κατανομής της γονικής μέριμνας με το παντελώς αυθαίρετο ένα τρίτο (1/3) αναμένεται να δημιουργήσετε πολύ περισσότερα προβλήματα από αυτά τα οποία καλείστε να λύσετε.
Τι κάνατε; Και το καταγγείλαμε διαρκώς σε όλες τις επιτροπές. Καταρχάς, αποφασίσατε να αγνοήσετε τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή, που εσείς ο ίδιος συγκροτήσατε για να λυθεί το ζήτημα. Δεν ακούσατε τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή, που συμμετείχαν δικαστές, συμμετείχαν καθηγητές, συμμετείχαν δικηγόροι και άλλοι επιστήμονες.
Παραδεχθήκατε ότι ουσιαστικά ξαναγράψατε μόνος σας το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου και είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι τις περισσότερες ενστάσεις τις έχουν ασκήσει μέλη της ίδιας της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, όπως για παράδειγμα το τεκμήριο του ενός τρίτου (1/3) του χρόνου, το οποίο καταψηφίστηκε όπως ειπώθηκε στους φορείς από την επιτροπή με 15-3.
Η δε έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής είναι ένας κόλαφος – κόλαφος πραγματικός!- γι’ αυτά τα οποία φέρνετε και για τον τρόπο με τον οποίο επιχειρήσατε να δικαιολογήσετε αυτά τα οποία φέρνετε στις προηγούμενες επιτροπές.
Σήμερα λοιπόν, έρχεστε και μας λέτε και μας κουνάτε και το δάχτυλο κύριε Τσιάρα ότι πρέπει να συναινέσουμε. Βεβαίως θέλουμε να συναινέσουμε, αλλά σε τι; Σε κάτι το οποίο εσείς αρνηθήκατε να διαβουλευθείτε με την κοινωνία των πολιτών, αρνηθήκατε να διαβουλευτείτε με φορείς που έχουν αντικείμενο τη στήριξη και την προστασία των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας; Φανταστείτε να μην είχαμε και το ελληνικό «metoo» τι θα κάνατε τότε!
Επιχειρήσατε να μην διαβουλευτείτε, όταν έπρεπε, με δικαστές, δικηγόρους, ψυχιάτρους και λοιπούς επιστημονικούς φορείς. Και είναι απαράδεκτο και είναι και αυτό κόλαφος το ότι βγήκαν οι ίδιοι οι φορείς και σας διέψευσαν, κύριε Υπουργέ, όταν δηλώνατε ότι διαβουλευθήκατε μαζί τους και όπως γράφεται ψευδέστατα και αναληθέστατα και στην έκθεση συνεπειών αυτού του νόμου.
Το κατήγγειλαν με δημόσιες παρεμβάσεις η Παιδοψυχιατρική Εταιρεία Ελλάδας, αλλά και θεσμικές γυναικείες οργανώσεις. Ο δε Συνήγορος του Πολίτη και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων που αναφέρεστε τακτικότατα για τη δήθεν υποστήριξή τους στο νομοσχέδιό σας εξέφρασαν σοβαρότατες επιφυλάξεις, όσον αφορά τα προβληματικά άρθρα του νομοσχεδίου. Γιατί; Διότι επιλέξατε να συνδιαλλαγείτε μονόπλευρα, μόνο με τη μία πλευρά, μόνο με το λόμπι των χωρισμένων μπαμπάδων, και να παρακάμψετε όλες τις γυναικείες οργανώσεις.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαία η έκκληση από οκτώ ευρωπαϊκά και διεθνή δίκαια και εκατόν τέσσερις γυναικείες οργανώσεις, φορείς και συλλογικότητες από τριάντα χώρες –από τριάντα χώρες, το τονίζω- που ζητούν από τον Πρωθυπουργό την παρέμβασή του, για να αποσυρθεί το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ως εξαιρετικά επικίνδυνο και θέλω να το καταθέσω για τα Πρακτικά.
Επίσης, θα ήθελα να αναφερθώ και στην ικανοποίηση σας για τον τεράστιο, όπως είπατε, θετικό αριθμό σχολίων στη διαβούλευση. Τα είπε και η κ. Γιαννάκου, τα είπαμε όλοι οι Βουλευτές που μιλήσαμε στις επιτροπές. Είναι τουλάχιστον κωμικοτραγικό να αναφέρεστε σε αυτά τα σχόλια, όταν η συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν πανομοιότυπα μηνύματα, τα οποία στελνόντουσαν καρά ριπάς –copy-paste- και απλά προερχόντουσαν από διαφορετικούς χρήστες. Είναι πραγματικά άξιο αναφοράς αυτό για την εξαγωγή συμπερασμάτων;
Όσον αφορά τώρα την ουσία του νομοσχεδίου, στο άρθρο 1513 το «εξακολουθούν» είναι ψευδέστατο, αναληθέστατο. Οφείλετε να το διαγράψετε και σας ζητήσαμε και σας ζητούμε και εξακολουθούμε να σας ζητάμε την αφαίρεση της λέξης «εξίσου». Σας το είπαμε εμείς, σας το είπαν οι φορείς, όλοι οι φορείς και ο Συνήγορος του Πολίτη. Σας το λέει η νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Σας το είπε η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής.
Αναρωτιέμαι για ποιο λόγο δεν ακούτε. Γιατί όλοι, μα όλοι, σας είπαν ότι με αυτόν τον τρόπο εισάγετε από το παράθυρο την υποχρεωτική, ισόχρονη συνεπιμέλεια, άσκηση γονικής μέριμνας. Είστε ο μόνος, ο μόνος από όλους, που επιμένετε ότι δεν γίνεται αυτό με το «εξίσου»! Αυτή η εμμονή δημιουργεί πολύ σοβαρά ερωτηματικά, κύριε Υπουργέ, και καλείστε να δώσετε σοβαρές απαντήσεις και όχι υπεκφυγές.
Για το 1520 και το τεκμήριο του ενός τρίτου (1/3) του συνολικού χρόνου, το οποίο καταψηφίστηκε –επαναλαμβάνω- με 15-3 από τη προπαρασκευαστική επιτροπή, αυτό το γεγονός –δηλαδή το 15-3- δεν σας έκανε να προβληματιστείτε; Και εκτός αυτού, σας είπα ότι το «τεκμαίρεται» χρησιμοποιείται στη νομική επιστήμη –εσείς, εντάξει, δεν χρειάζεται να το ξέρετε, οι σύμβουλοί σας δεν το ξέρουν;- για τη διάγνωση και αναγνώριση εννόμων συνεπειών ή πραγματικών περιστατικών που την στοιχειοθετούν και όχι για τη διάπλαση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
Επιπλέον –και σας το λέει και η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής- ποιος είναι ο συνολικός χρόνος και πώς θα τον επιλέξει ο εκάστοτε δικαστής; Ορίστε το. Ορίστε το! Μην κάνετε τόσο μεγάλα νομικά λάθη που θα έχουν τεράστιες, δυστυχώς, συνέπειες.
Ως προς το άρθρο 14, το έχω αναλύσει και σε όλες τις προηγούμενες τοποθετήσεις μου, και σε αυτό το άρθρο αφήνονται αιωρούμενα συμπεράσματα.
Όσον αφορά στα θέματα της ενδοοικογενειακής βίας, ζητάτε κατ’ εξαίρεση για κάτι τόσο σοβαρό, που αποτελεί πρώτιστη προτεραιότητα της ελληνικής κοινωνίας και υποτίθεται της Κυβέρνησής σας και υποτίθεται του Πρωθυπουργού του κ. Μητσοτάκη –αν και με αυτά που φέρνετε, δεν φαίνεται κάτι τέτοιο-, ζητάτε, λοιπόν, κατ’ εξαίρεση από όλες τις άλλες περιπτώσεις οριστική δικαστική απόφαση, αφήνοντας έτσι ανήλικα παιδιά στο έλεος δραστών ενδοοικογενειακής βίας από δύο έως πέντε χρόνια.
Το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας έθιξε πολύ σωστά –και πρέπει να ακουστεί σ’ αυτή την Αίθουσα- το ιδιαίτερο θέμα που ανακύπτει ειδικά με τις γυναίκες πρόσφυγες, με τις μετανάστριες, με τις γυναίκες αιτούντες ασύλου τονίζοντας ότι οι μητέρες αυτές ειδικά με το συγκεκριμένο άρθρο καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα τεράστιο πρόβλημα γι’ αυτές σε ένα ιδιαίτερα περίπλοκο δικαστικό σύστημα με πολύ υψηλά νομικά κόστη και σημαντικά κενά στις υπηρεσίες διερμηνείας. Το καταθέτω και αυτό για τα Πρακτικά.
Κύριε Υπουργέ, πρέπει έστω και τώρα, σας το ζητούμε και θα σας το ζητούμε μέχρι την τελευταία στιγμή που θα γίνει η συζήτηση στην Ολομέλεια, να επεξεργαστείτε το σχέδιο νόμου εκ νέου και πριν να είναι αργά από τη θεσμική θέση που κατέχετε να προστατέψετε τη χώρα μας, κατ’ αρχάς, γιατί θα βρεθείτε αντιμέτωποι με παραβιάσεις πολλών διεθνών συμβάσεων και κανονισμών, όπως η Σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού, όπως η Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα δικαιώματα των θυμάτων, όπως η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που καταπατάται βάναυσα με το άρθρο 1532. Σας είπα ότι η ολιστική αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος οφείλει να είναι ολοκληρωμένη και να στηρίζεται στο τρίπτυχο «πρόληψη, υποστήριξη, αρωγή και αντιμετώπιση». Για να επιτευχθεί αυτό το τρίπτυχο, χρειάζεται η λειτουργία οικογενειακού δικαστηρίου.
Η έκθεση της Εταιρείας Οικογενειακού Δικαίου έπειτα από το πρώτο πανελλήνιο επιστημονικό συνέδριο που έκανε το 2013 και το σχέδιο το οποίο συνέταξε, αποτελεί την καλύτερη απάντηση προς τα εσάς, κύριε Υπουργέ, ότι αυτά που λέμε είναι δήθεν ουτοπικές παρεμβάσεις μας. Αναρωτιέμαι και σας απευθύνω την εξής ερώτηση και ζητάω απάντηση στην ομιλία σας, κύριε Υπουργέ. Μην το ξεχάσετε. Είναι σε γνώση σας η έκθεση αυτή και το σχέδιο νόμου που σας κατέθεσε, όπως λέει η Εταιρεία Οικογενειακού Δικαίου; Την γνωρίζατε; Την καταθέτω στα Πρακτικά και για τους συναδέλφους.
Προς ενημέρωση όλων, γιατί εμείς είμαστε εδώ για να συζητήσουμε πάνω σε αυτό, θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη πρόταση αποτελεί μια εξαιρετική βάση συζήτησης για το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του οικογενειακού δικαστηρίου, κάτι στο οποίο πιστεύουμε αταλάντευτα και αποτελεί πρότασή μας εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε.
Καμία μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου δεν μπορεί να πετύχει χωρίς το κατάλληλο δικονομικό πλαίσιο. Πρέπει να γίνει σαφές. Το ΠΑΣΟΚ διαχρονικά στήριζε και στηρίζει την ίδρυση αυτής της νέας δικαστικής δομής, που είναι η μόνη που μπορεί να εγγυηθεί την ορθή, τη δίκαιη ερμηνεία του νόμου κατά περίπτωση σε κάθε οικογένεια, σε κάθε παιδί με προβάδισμα το συμφέρον του παιδιού και της οικογένειας. Εμείς έχουμε επεξεργαστεί πολιτική πρόταση για την αναμόρφωση του Οικογενειακού Δικαίου με κομβικό στοιχείο την ίδρυση οικογενειακού δικαστηρίου, για την οποία ήδη από το 2014 έχει καταρτιστεί σχετικό κείμενο. Η Νέα Δημοκρατία, δυστυχώς και μετά το 2012, στο πλαίσιο της τότε συγκυβέρνησης, δεν επέτρεψε στη μεταρρύθμιση αυτή να πάρει σάρκα και οστά. Δυστυχώς, το ίδιο συνέχισε και ο ΣΥΡΙΖΑ και οι μετέπειτα κυβερνήσεις, αν και γνώριζαν τη συγκεκριμένη πρόταση.
Εμείς, λοιπόν, σήμερα επανερχόμαστε. Σας ζητούμε προσωπικά, κύριε Υπουργέ, να το λάβετε πολύ σοβαρά υπ’ όψιν. Επιφυλασσόμαστε σε πολύ σύντομο χρόνο να καταθέσουμε πρόταση νόμου για το θέμα της δημιουργίας μιας οργανωμένης, σύγχρονης και αποτελεσματικής δομής, γιατί μόνο έτσι μπορεί να δοθεί λύση εξατομικευμένη, ορθή και δίκαιη. Έτσι μόνο μπορεί η Ελλάδα να ακολουθήσει τα παραδείγματα άλλων κρατών, όπως οι ΗΠΑ, η Αγγλία, ο Καναδάς η Γαλλία και το Βέλγιο, με μεγάλα ποσοστά επιτυχίας της εξωδικαστικής μεθόδου επίλυσης. Αυτό θα ήταν μία θετική τολμηρή μεταρρυθμιστική πρόταση. Αυτό το οποίο σας λέμε, σας το ζητούμε, το καταθέτουμε, αλλά και αυτό το οποίο πραγματικά, πέρα από τις αντιδικίες μαμάδων-μπαμπάδων, πέρα από τις πιέσεις ομάδων πίεσης, θα μπορέσει να επιτελέσει αυτό το οποίο οφείλει να κάνει το Οικογενειακό Δίκαιο: Να ικανοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο το αληθινό συμφέρον του παιδιού.
Σας καλώ λοιπόν και πάλι την ύστατη στιγμή να λάβετε πολύ σοβαρά υπ’ όψιν τις προτάσεις μας, αν και δυστυχώς οφείλω να ομολογήσω ότι μέχρι στιγμής δεν βλέπουμε τη διάθεση σας να τακτοποιήσετε τα κακώς κείμενα και να υιοθετήσετε τις αλλαγές που σας τέθηκαν από σύσσωμη την Αντιπολίτευση και την πλειοψηφία των φορέων. Θα αναμένουμε και θα τοποθετηθούμε στην πορεία της συζήτησης.