Ν. Γιαννακοπούλου: Δύο κρίσιμα μέτωπα, δύο «πόλεμοι» μπροστά σε ένα δύσκολο Φθινόπωρο
Δύσκολο αυτό το Καλοκαίρι. Κάθε μέρα ήταν σαν να δεχόμασταν μια γροθιά στο στομάχι. Μετά τον πολυήμερο καύσωνα, οι πυρκαγιές ήρθαν να ταρακουνήσουν βεβαιότητες, που δεν είχαμε στο μυαλό μας. Καταλαβαίναμε ότι δεν βρισκόμαστε πια στην εποχή που συζητούσαμε γενικά ή θεωρητικά για την Κλιματική Αλλαγή, αλλά ότι έχουμε εισέλθει στην περίοδο της Κλιματικής Κρίσης. Συνειδητοποιούσαμε, ταυτόχρονα, τα όριά μας, τα όρια ενός Κρατικού Μηχανισμού, που πιάστηκε αδιάβαστος με αποτέλεσμα μια τεράστια οικολογική καταστροφή. Ενάμιση εκατομμύρια στρέμματα καμένα, εκατοντάδες σπίτια κατεστραμμένα, επιχειρήσεις που κάηκαν παρασύροντας τον κόπο χρόνων.
Βλέπαμε, όμως, και τα όρια ενός Πολιτικού Συστήματος, που έχει εξασκηθεί σε μια λογική άσπρου-μαύρου, αφήνοντας στο περιθώριο την ουσία. Η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός εμφάνισαν περίπου πως έγινε ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν. Αφέθηκε να εννοηθεί πως υπάρχουν ευθύνες, που στην κατάλληλη στιγμή θα αποδοθούν. «Σοφόν όμως το σαφές» και κάτι τέτοιο δεν υπήρξε, αποδυναμώνοντας έτσι και την αξία της συγνώμης του Πρωθυπουργού. Στον απολογισμό θα μπορούσε να υπάρχει καταγραφή μιας επιτυχίας: Η επιτυχία της τακτικής των έγκαιρων εκκενώσεων και η μη ύπαρξη κανενός θύματος. Σημαντικό, χωρίς αστερίσκους. Απλά αυτό δεν αρκεί όταν έχει καεί η «μισή Ελλάδα». Ακόμα και αν πάρει κάποιος ως βάση για συζήτηση ότι έγινε το ανθρωπίνως δυνατόν, το συμπέρασμα είναι ότι δεν ήταν αρκετό. Ότι τα μέτρα πρόληψης και κατάσβεσης δεν ήταν αρκετά να αντιμετωπίσουν το μέγεθος και την έκταση των πυρκαγιών. Ότι δεν υπάρχει μια συνολικά διαφορετική πολιτική αντιμετώπισης τέτοιων καταστροφών, ακριβώς στην εποχή της Κλιματικής κρίσης. Η διαχείριση των πυρκαγιών ξέφυγε. Η Β. Εύβοια, αλλά και η Μεσσηνία και η Ηλεία φαίνεται να πλήρωσαν λάθη εκτιμήσεων για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών στην Αττική. Δεν έγινε τίποτα στην κατεύθυνση υλοποίησης προτάσεων επιστημόνων για την απλούστευση της διαδικασίας αντιμετώπισης των πυρκαγιών.
Από την άλλη, η Αντιπολίτευση φάνηκε αμήχανη και ακολουθώντας τετριμμένες τακτικές μιλούσε υποβαθμίζοντας τη σημασία διασφάλισης των ανθρωπίνων ζωών, διακωμωδώντας επικίνδυνα τις εκκενώσεις ή και επιβραβεύοντας όσους δεν υπάκουσαν σ’ αυτές. Ζητήθηκαν και κάποιες παραιτήσεις Υπουργών. Αυτό όμως είναι το πρόβλημα;
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που χρειάζονται μαζί με τα μέτρα στήριξης των πληγέντων και των περιοχών που χτυπήθηκαν, θεσμικές αλλαγές, που να βάζουν τέλος στο αλαλούμ όπως διαμορφώθηκε διαχρονικά, μέτρα που να θωρακίζουν τη χώρα απέναντι σε ακραία φαινόμενα που θα βρούμε μπροστά μας, οικολογικές – περιβαλλοντικές – ενεργειακές πολιτικές που να αντιστοιχούν στις ανάγκες της Κλιματικής κρίσης. Η καταστροφή που έγινε είναι εθνική, το ίδιο και η ανάγκη για μια σύγχρονη Περιβαλλοντική Πολιτική. Εθνική πρέπει να είναι και η απάντηση, στηριγμένη σε καθαρές κουβέντες και αυστηρή κριτική για λάθη, καθυστερήσεις.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την πανδημία και τον κίνδυνο που διαφαίνεται. Δύο όπλα έχουμε: Τον εμβολιασμό και την εφαρμογή των μέτρων προστασίας. Η χώρα δεν μπορεί να πέσει θύμα ούτε συντεχνιών, ούτε «ψεκασμένων», ούτε όσων «δεν έχουν πειστεί ακόμα» και αυτό πρέπει να αποτελεί βάση εθνικής συμφωνίας. Είναι αδιανόητο να υπονομεύεται η υποχρεωτικότητα σε κρίσιμες επαγγελματικές κατηγορίες, η προσπάθεια εμβολιασμού.
Δύο κρίσιμα μέτωπα, δύο «πόλεμοι» μπροστά σε ένα δύσκολο Φθινόπωρο. Ας σκεφτούμε εθνικά, ας αφήσει η Κυβέρνηση την ωραιοποίηση των πάντων και πτέρυγες της Αντιπολίτευσης ας αφήσουν τις αντιπολιτευτικές τακτικές προηγούμενων δεκαετιών. Μόνο έτσι θα πετύχουμε.
*άρθρο της κ. Νάντιας Γιαννακοπούλου στην εφημερίδα τα Νέα