Μεγάλη γιορτή σήμερα 3 Σεπτεμβρίου Ανακομιδή Ιερών λειψάνων του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης
Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης: Στις 3 Σεπτεμβρίου η Εκκλησία μας γιορτάζει την Ανακομιδή Ιερών λειψάνων του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης.
Όντως ο άγιος Νεκτάριος κατέστη ο άγιος του αιώνα μας και έγινε παγκόσμιος. Από την ομογένεια της Αμερικής και της Αυστραλίας κι από παντού έρχονται και πηγαίνουν στην Αίγινα και προσκυνούν τον τάφο και τα άγια λείψανά του και επικαλούνται την ευχή, την ευλογία, τη συμπαράσταση και τη βοήθειά του.
Στην Αίγινα, που πηγαίνουμε, όταν πάμε να προσκυνήσουμε τον άγιο, βλέπομε και πολλούς ξένους, ετερόδοξους. Κι από την ομογένεια, αλλά και ετερόδοξους και Προτεστάντες και Παπικούς. Τι θέλει να πει εκεί πέρα; Τους τραβάει η αγάπη του αγίου. Αυτό να ξέρετε.
Ο άγιος ήταν όλος αγάπη. Όλος νέκταρ αγάπης. Στοργής. Κατανόησης. Βέβαια, αγάπησε τον άνθρωπο, όσο λίγοι. Πόνεσε τον άνθρωπο, όσο λίγοι. Και βοήθησε τον άνθρωπο, όσο λίγοι. Κι ο λαός το παίρνει χαμπάρι ποιος τον αγαπά. Κουτός δεν είναι. Άσχετα αν τον χαλάσαμε τώρα και τον λαό. Καταλαβαίνει ποιος τον αγαπά. Και τι κάνει; Ανταποκρίνεται. Τι ανταπόκριση έχει η αγάπη του αγίου Νεκταρίου το βλέπομε από τον εαυτό μας τον ίδιο! Πόσο τον αγαπάμε, πόσο τον επικαλούμεθα, πόσο τον αισθανόμεθα δικό μας. Κι όπου να σταθείς κι όπου να βρεθείς, είτε σε ταξί είτε σε αυτοκίνητο είτε σε σπίτι είτε σε κατάστημα είτε οπουδήποτε, είναι σπάνιο να μη δεις την εικόνα του αγίου. Και λες, «Καλά, ρε παιδί μου. Όλοι δικό τους τον έχουνε; Όλοι δικό τους τον νοιώθουνε; Όλους τους έχει βοηθήσει; Όλοι τον αισθάνονται; Όλοι τον αγαπούν;» Ναι, αδελφοί μου! Αυτό είναι. Αυτό είναι!
Αυτό ήταν ο άγιος. Πόνεσε, όσο λίγοι. Συκοφαντήθηκε και αδικήθηκε, όσο λίγοι. Στενοχωρήθηκε και δυσκολεύτηκε και υπέφερε, όσο λίγοι. Γι’ αυτό, ακριβώς, μπόρεσε και κατάλαβε τα πάθια και τους καημούς του κόσμου και των ανθρώπων, όσο λίγοι. Όσο λίγοι. Εδώ τον φωνάζεις και σου κάνει αμέσως αυτό που τους λες. Και λες «Καλά. Έρχεται τόσο γρήγορα; Τόσο γρήγορα;» Δεν θέλει να μας αφήνει να πονάμε. Να δυσκολευόμεθα. Να στενοχωρούμεθα. Να υποφέρουμε. Γιατί τα πέρασε όλα, στον μέγιστο βαθμό, και καταλαβαίνει τι εστί πόνος, τι εστί αρρώστια, τι εστί αδικία. Και δεν σας κάνει εντύπωση ότι ο άγιος πέθανε στο νοσοκομείο; Που, έτι ζων, ήτο και θαυματουργός! Και δεν έκανε κανένα θαύμα στον εαυτό του. Άφησε εκεί την ασθένεια. Σου λέει, «Αφού την έστειλε ο Θεός, άσ’ τηνε.» Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να πηγαίνουμε στα νοσοκομεία. Απ’ την άλλη πλευρά, όμως, κάνει και υπακοή στην επιστήμη και κάνει και ταπείνωση. Και πάει στο νοσοκομείο και πεθαίνει το γεροντάκι. Το βασανισμένο και ταλαιπωρημένο.
Γι’ αυτό, αν συμβαίνουν και σε μας μερικά παράταιρα, να μη στενοχωρούμεθα και να μη σκανδαλιζόμεθα. Να ενθυμούμεθα τον άγιο Νεκτάριο, που πέθανε στο νοσοκομείο σαν καλόγηρος. Ούτε σύνταξη είχε, τίποτα δεν είχε. Πήγε με το ΟΓΑ. Βέβαια. «Ποιος είναι; Ένας καλόγηρος;» Λέει, «Είναι ο άγιος Πενταπόλεως.» «Μα αυτός είναι ο άγιος Πενταπόλεως;», λέει. Απόρησαν και οι γιατροί και οι νοσοκόμες κι οι υπόλοιποι εκεί οι διοικητικοί. «Ε, ο άγιος Πενταπόλεως. Τι να κάνομε;» Βέβαια, αδελφοί μου.
Και εκοιμήθη στο νοσοκομείο ο άγιος! Εμείς, καμμιά φορά, λέμε ότι είμαστε καλοί και μας πρέπουν πολλά… Όχι! Ήτο ταπεινός. Και ευλόγησε και το νοσοκομείο και υπάρχει ακόμη στο Αρεταίειο και το δωματιάκι εκεί, όπως ξέρομε, το καντηλάκι του κλπ., κι είναι ένα είδος προσκυνήματος, αφενός, και ένα είδος προστασίας. Και μια κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Πόσοι εκεί δεν πηγαίνουν άρρωστοι και προσεύχονται και γίνονται καλά και φεύγουν; Επειδή δεν γράφονται στα βιβλία; Ο καθένας το έχει μέσα του και στη ζωή του. Ούτε λέγονται όλα. Πού να πρωτοπούμε και τι να πρωτοπούμε, αδελφοί μου; Και μερικές φορές, και ποιος να μας πιστέψει; Γιατί υπάρχει η απιστία, η ολιγοπιστία, η αμφιβολία, η ειρωνεία, η χλεύη, βέβαια…
*Απόσπασμα από ομιλία του π. Ανανία Κουστένη με μερική διασκευή. Βλ. Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Λόγοι για τον Άγιο Νεκτάριο, τόμος: Α΄, εκδ. Ακτή, Λευκωσία 2014, σελ. 9-14.
Ποιος ήταν ο Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης
Γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1846 μ.Χ. στη Σηλυβρία της Θράκης από τον Δήμο και τη Βασιλική Κεφάλα και ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά τους. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος.
Μικρός, 14 ετών, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος και κατόπιν ως παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πήγε στη Χίο, όπου, από το 1866 μ.Χ. μέχρι το 1876 μ.Χ. χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λίθειο.
Το 1876 μ.Χ. εκάρη μοναχός στη Νέα Μονή Χίου με το όνομα Λάζαρος και στις 15 Ιανουαρίου 1877 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος, ονομασθείς Νεκτάριος, από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο (1860 – 1877 μ.Χ.), και ανέλαβε τη Γραμματεία της Μητροπόλεως.
Το 1881 μ.Χ. ήλθε στην Αθήνα, όπου με έξοδα του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου Δ’ (1870 – 1899 μ.Χ.), σπούδασε Θεολογία και πήρε το πτυχίο του το 1885 μ.Χ. Έπειτα, ο ίδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τον χειροτόνησε το 1886 μ.Χ. πρεσβύτερο και του έδωσε τα καθήκοντα του γραμματέα και Ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Διετέλεσε επίσης πατριαρχικός επίτροπος στο Κάιρο.
Στις 15 Ιανουαρίου 1889 μ.Χ., χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Η δράση του ως Μητροπολίτου ήταν καταπληκτική και ένεκα αυτού ήταν βασικός υποψήφιος του πατριαρχικού θρόνου Αλεξανδρείας. Λόγω όμως φθονερών εισηγήσεων (αισχρών συκοφαντιών), προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, ο ταπεινόφρων Νεκτάριος, για να μη λυπήσει τον γέροντα Πατριάρχη, επέστρεψε στην Ελλάδα (1889 μ.Χ.).
Διετέλεσε Ιεροκήρυκας (Ευβοίας) (1891 – 1893 μ.Χ.), Φθιώτιδος και Φωκίδας (1893 – 1894 μ.Χ.) και διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα (1894 – 1904 μ.Χ.).
Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου (1899 μ.Χ.), ο Νεκτάριος εκλήθη να τον διαδεχθεί, αλλά ο Άγιος αρνήθηκε.
Στα κηρύγματα του, πλήθος λαού μαζευόταν, για να «ρουφήξει» το νέκταρ των Ιερών λόγων του.
Το 1904 μ.Χ. ίδρυσε γυναικεία Μονή στην Αίγινα, της οποίας ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση, αφού εγκαταβίωσε εκεί το 1908 μ.Χ., μετά την παραίτηση του από τη Ριζάρειο Σχολή.
Έγραψε αρκετά συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά του θείου κηρύγματος. Η ταπεινοφροσύνη του και η φιλανθρωπία του υπήρξαν παροιμιώδεις.
Πέθανε το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου 1920 μ.Χ. Τόση δε ήταν η αγιότητά του, ώστε επετέλεσε πολλά θαύματα, πριν αλλά και μετά τον θάνατο του. Ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος στην Αίγινα.
Η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1953 μ.Χ. και στις 20 Απριλίου του 1961 μ.Χ. με Πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, διακηρύχτηκε Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ιερά Λείψανα
Η Κάρα και τα περισσότερα Λείψανα του Αγίου φυλάσσονται στη Μονή Αγίας Τριάδος Αιγίνης.
Ένας αστράγαλος του Αγίου βρίσκεται στο ομώνυμο Προσκύνημα Καμάριζας Λαυρίου.
Ένας σπόνδυλος του Αγίου βρίσκεται στο ομώνυμο Προσκύνημα Χανίων Κρήτης.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σηλυβρίας τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν ἔφορον, τὸν ἐσχάτοις χρόνοις φανέντα ἀρετῆς φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς ἔνθεον θεράποντα Χριστοῦ, ἀναβλύζει γὰρ ἰάσεις παντοδαπὰς τοῖς εὐλαβῶς κραυγάζουσι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυματώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
πηγή: vimaorthodoxias.gr