Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΣΤΡΙΜΩΓΜΕΝΗ ΣΤΑ ΣΧΟΙΝΙΑ! Υπάρχει ορατή διέξοδος για την Άγκυρα;
του Λυκούργου Χατζάκου
Δύσκολη αποδεικνύεται η περίοδος για τον Rejep Tayip Erdogan και την Τουρκική Διπλωματία, η οποία καλείται να αντιμετωπίσει και να βρει απαντήσεις και ισορροπίες στα μέτωπα τα οποία η πολυπραγμοσύνη του Τούρκου Προέδρου έχει δημιουργήσει.
Ο Τούρκος ηγέτης δεν έχει αντιληφθεί, ίσως, ότι ο ένοικος στο μεγάλο, λευκό κτηριακό συγκρότημα στην 1600 Pennsylvania Avenue, έχει αλλάξει και ο νέος δεν έχει καμία πρόθεση να ανεχθεί την άκομψη, «παραβατική» συμπεριφορά την οποία επιδεικνύει προς την Δύση και τους ΒορειοΑτλαντικούς θεσμούς ο επίδοξος Σουλτάνος της Αγκύρας ούτε πρόκειται να τον «χαϊδέψει» όπως έκανε ο προκάτοχός του.
Δεν έχει αντιληφθεί, προφανώς, ότι εκτός από την αλλαγή στην Αμερικανική Προεδρία έχει μεταβληθεί και ο συσχετισμός στα νομοθετικά Σώματα (Βουλή των Αντιπροσώπων και Γερουσία) και πως ο παρών, δεν ευνοεί τους μικρομεγαλισμούς του ούτε μοιράζεται μαζί του τις νέο-Οθωμανικές ονειρώξεις του.
Βεβαίως, η Τουρκία για την Δύση είναι ένας μεγάλος και άκρως σημαντικός σύμμαχος και δεν πρόκειται αμαχητί να την εκχωρήσει στην αγκαλιά του Κρεμλίνου. Όμως, όπως αποδεικνύεται στις παραχωρήσεις υπάρχουν σαφή και απαραβίαστα όρια, τα οποία η Διοίκηση Biden δεν εμφανίζεται επιδεκτική να επιτρέψει την υπέρβασή τους ούτε να εμπλακεί σε λαβυρίνθους ανατολίτικου παζαριού. Συνιστά, πλέον, κοινή παραδοχή ότι, ο κ. Erdogan ξεπέρασε τα επιτρεπτά όρια.
Η ΕλληνοΓαλλική Στρατηγική Συνεργασία για την Άμυνα και Ασφάλεια ήταν το πρώτο από τα μηνύματα με αποδέκτη την Άγκυρα. Προφανώς και υπήρχε τουλάχιστον, συναίνεση αν όχι η προτροπή της Αμερικανικής πλευράς. Και μάλιστα, κατά αναλυτές, όχι απλώς για να εξισορροπηθούν οι απώλειες της Γαλλικής πολεμικής βιομηχανίας από την AUKUS, αλλά ως μία έμμεση, πλην σαφή, προειδοποίηση.
Το δεύτερο μήνυμα είχε ως αποστολέα τις ίδιες τις ΗΠΑ, με την υπογραφή της αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA), μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών. Και βέβαια, πρέπει να επισημανθεί η δυσφορία του Αμερικανού Προέδρου να συναντηθεί με τον Πρόεδρο της Τουρκίας και εν τέλει, να πραγματοποιηθεί –μετά από πολλά «παρακάλια» από πλευράς Erdogan-, στο περιθώριο της Συναντήσεως Κορυφής των G20, στην Ρώμη, συνάντηση την οποία πιθανότατα ο Τούρκος Πρόεδρος, εκ των υστέρων, θα ήθελε να μην είχε πραγματοποιηθεί καθώς ουδέν απέφερε για αυτόν και η ένταση στις Αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν εμφανίζει ούτε καν υποψία υφέσεως.
Στα απόνερα αυτών, άλλωστε και οι διαφαινόμενες προθέσεις των Αμερικανών βουλευτών όχι, μόνον, να μην επιτρέψουν την πώληση των νέων F16 στην Τουρκία, αλλά να μπλοκάρουν ακόμη και την αναβάθμιση των αεροσκαφών του τύπου αυτού, τα οποία διαθέτει η Τουρκική Αεροπορία, άποψη στην οποία συγκλίνουν Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι.
Για την σοβαρότητα και την βαρύτητα των πληγμάτων αυτών, δεν χρειάζεται άλλος μάρτυρας από την δημόσια παραδοχή του Προέδρου της Τουρκικής «Δημοκρατίας», για την αλλαγή ισορροπιών υπέρ της Ελληνικής πλευράς στην ΝοτιοΑνατολική Λεκάνη της Μεσογείου (πού είναι άραγε το αλαζονικό και υπερφίαλο ύφος του, όταν απειλούσε τους πάντες στην Δύση και την Ελλάδα;).
Ας συνυπολογισθεί σε αυτά και η εξέλιξη του ζητήματος της δίκης της Τουρκικής Τράπεζας Halkbank, η οποία φέρεται να έχει ενεργό εμπλοκή σε ξέπλυμα Ιρανικών κεφαλαίων και χρυσού, κατά παραβίαση των επιβεβλημένων Αμερικανικών κυρώσεων και στο οποίο σκάνδαλο εμφανίζονται εμπλεκόμενοι ο γαμπρός του Erdogan και ο ίδιος ο Τούρκος Πρόεδρος. Ας μην παραβλέπεται το γεγονός ότι για την περίπτωση αυτή εξετέθη και ο ίδιος ο τέως Αμερικανός Πρόεδρος Trump καθώς είχε επιχειρήσει να κλείσει την υπόθεση, δίχως, όμως, επιτυχία.
Το τρίτο ισχυρό μήνυμα έρχεται από την πλευρά του Ηνωμένου Βασιλείου. Σε συζήτηση στην Βουλή των Κοινοτήτων, με αντικείμενο τις διώξεις κατά των Κούρδων και των δημοσιογράφων στην Τουρκία, όπως και τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης για τις γυναίκες στη χώρα, ο βουλευτής των Εργατικών κ. Lloyd Russell Moyle, ο οποίος είναι Πρόεδρος της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Κουρδιστάν στην Τουρκία & Συρία, στην σχετική εισήγησή του τόνισε το γεγονός ότι η Άγκυρα από το προηγούμενο έτος, δεν συμμορφώνεται με την εντολή (12ος-2020) του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την οποία η Τουρκική πλευρά καλείται να προβεί στην απελευθέρωση της ηγεσίας του Κουρδικού κόμματος HDP. Επισήμανε, επίσης, ότι η τουρκική κυβέρνηση επιδίδεται σε οργανωμένη στόχευση αντιπολιτευομένων βουλευτών και προσωπικοτήτων που τάσσονται υπέρ καθεστώτος αυτονομίας ή αυτοδιάθεσης των Κούρδων της Τουρκίας.
Η εισήγηση του κ. Moyle είχε λάβει υπ’ όψιν και έκθεση της κοινοβουλευτικής επιτροπής της οποίας Προεδρεύει, στην οποία καταγράφεται το γεγονός ότι έχει διαπιστωθεί απαγγελία κατηγοριών εναντίον 154 βουλευτών της Τουρκικής αντιπολίτευσης, ενώ, ταυτοχρόνως υφίστανται αναφορές για σωρεία παραβιάσεως των ατομικών δικαιωμάτων αιρετών της αυτοδιοίκησης στις κουρδικές περιοχές.
Η Βρετανική Βουλή κατέληξε στο ότι το ΝΑΤΟ πρέπει να απαιτήσει σθεναρά από την Τουρκία και ειδικώτερα από το καθεστώς Erdogan τον σεβασμό των Δικαιωμάτων και των Δημοκρατικών αρχών καθώς και την ισοπολιτεία έναντι των Κουρδικών και άλλων μειονοτήτων. Στην πρόταση αυτή την οποία διετύπωσαν Βρετανοί βουλευτές, ο Πρόεδρος της Επιτροπής προσέθεσε ότι σημαντικό ρόλο στην άσκηση πιέσεων στην κατεύθυνση αυτή, πρέπει να αναλάβει και το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Πρέπει να συγκρατείται ότι το ζήτημα σεβασμού των Δικαιωμάτων δεν είναι προσχηματικό για τους Βρετανούς και γενικώτερα για την Δυτική πολιτική και κοινωνική κουλτούρα, αλλά, συνιστά έναν πυλώνα επί του οποίου στηρίζεται η φιλελεύθερη Δημοκρατία των Δυτικών χωρών. Και βέβαια, ας θυμηθούμε ότι όταν τίθεται δημόσια και μετ’ επιτάσεως τέτοιο ζήτημα η Δύση αναλαμβάνει δράση…, το παράδειγμα της πρ. Γιουγκοσλαβίας είναι πρόσφατο και χαρακτηριστικό της Δυτικής αντίδρασης.
Αυτό σε συνδυασμό με το ακραία προκλητικό ολίσθημα συναφώς με την προμήθεια S 300 και τα μέτρα που έχουν ληφθεί από τις ΗΠΑ με αιχμή τον αποκλεισμό της Τουρκίας από το πρόγραμμα παραγωγής των F35 και τις πρόσφατες επιτυχημένες κινήσεις της Ελληνικής Διπλωματίας με την σύναψη των δύο προαναφερομένων Αμυντικών Συμφωνιών αμοιβαίας συνδρομής, φέρνουν σκοτεινά νέφη στον ορίζοντα του Τούρκου Προέδρου.
Κατά αναλυτές, δεν αποκλείονται και πιο αποφασιστικές, πιο δραστικές ενέργειες από Δυτικής πλευράς συναφώς με το Κουρδικό.
Ο συντάκτης του παρόντος έχει κατά το παρελθόν διατυπώσει την άποψη ότι η πορεία του επίδοξου Σουλτάνου της Αγκύρας έχει εισέλθει σε καθοδική τροχιά μετά την απομάκρυνση από τον πυρήνα εξουσίας του Ahmad Davoutoglou, ο οποίος όχι απλά ήταν ο στρατηγικός νους πίσω από το νέο-Οθωμανικό όραμα και γνώριζε πολύ καλά το «παιχνίδι», αλλά, διέθετε και την αναγκαία αυτοσυγκράτηση και αυτοπειθαρχία ώστε να μην εμφανίζεται προκλητικός και να ελέγχει σε ικανοποιητικό βαθμό τον παρορμητισμό του Τούρκου ηγέτη.
Η απομάκρυνσή του επέτρεψε στον κ. Ερντογάν να ακολουθήσει την άφρονα συμπεριφορά την οποία επιδεικνύει κατά τα τελευταία 2-3 έτη.
Οπωσδήποτε, τίποτε δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο ούτε ότι η Τουρκία ηττήθηκε κατά κράτος και τελείωσε. Ο Τούρκος Πρόεδρος έχει αποδείξει ότι είναι «σκληρός παίκτης» και όσο και αν οι ορίζοντές του έχουν περιορισθεί είναι βέβαιο ότι θα αντιδράσει. Ενδεχομένως, κατά τα πρότυπα αντιδράσεων των Δεσποτικών, απολυταρχικών καθεστώτων του είδους.
Η Ελληνική πλευρά πρέπει, βεβαίως να χαρεί την τρέχουσα νίκη της, αλλά, να συγκρατεί και τα διδάγματα του ιστορικού προηγούμενου. Συνεπής στάση έναντι των Εταίρων και Συμμάχων και Διπλωματική κινητικότητα είναι τα στοιχεία που περί αυτών θα εξυφανθούν οι όποιες εξελίξεις.
πηγή: newsberg.gr