Τα άγια Θεοφάνεια
Η 6η Ιανουαρίου, ημέρα των Θεοφανείων, είναι -μετά το Πάσχα και την Πεντηκοστή- η πιο μεγάλη εορτή του ορθόδοξου εκκλησιαστικού ημερολογίου. Είναι ανώτερη, όπως έχουμε ήδη δει, ακόμη και από την εορτή της Γεννήσεως του Σωτήρος μας. Μας υπενθυμίζει τη Βάπτιση του Κυρίου από το χέρι του Ιωάννη στα νερά του Ιορδάνη και, γενικότερα, τη δημόσια εμφάνιση του Σαρκωθέντος Λόγου στον κόσμο.
Ας εντρυφήσουμε στην Υμνολογία της εορτής:
«Τὸ ἀληθινὸν φῶς ἐπεφάνη καὶ πᾶσι τὸν φωτισμόν δωρεῖται».
«Φῶς ἐκ φωτὸς ἔλαμψε τῷ κόσμῷ Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν… τοῦτον λαοὶ προσκυνήσωμεν».
«Οὐ τολμῶ προσψαῦσαι, Λόγε, τῆς κορυφῆς Σου· αὐτὸς ἁγίασόν με καὶ φώτισον, οἰκτίρμον· αὐτὸς γὰρ εἶ ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου».
«Φωνὴ δὲ οὐρανόθεν ἠνέχθη ἐκ Πατρός· οὗτος ὃν Πρόδρομος χειροθετεῖ Υἱός μου ὑπάρχει ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα».
Και το Κοντάκιον:
«Ἐπεφάνης σήμερον τῇ οἰκουμένῃ καὶ τὸ φῶς σου, Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ᾽ ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνοῦντας σε· ἦλθες, ἐφάνης, τὸ Φῶς τὸ ἀπρόσιτον».
Αντί του Τρισαγίου Ύμνου ψάλλουμε, όπως και κατά την ημέρα των Χριστουγέννων:
«Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε, Ἀλληλούια».
Τα Θεοφάνεια είναι η πρώτη δημόσια εμφάνιση του Χριστού. Μετά τη Γέννηση Του στη Βηθλεέμ, ο Κύριος μας είχε αποκαλυφθεί σε μερικούς προνομιούχους. Σήμερα όμως, όλοι όσοι περικύκλωναν τον Ιωάννη, δηλαδή οι μαθητές του, και όλο το πλήθος που είχε κατεβεί στην όχθη του Ιορδάνη, γίνονται μάρτυρες μιας πολύ επισημότερης φανέρωσης του Ιησού. Σε τι συνίσταται αυτή η φανέρωση; Έχει δύο πτυχές. Αφ’ ενός υπάρχει η πτυχή της ταπεινώσεως στην οποία υπόκειται ο Κύριος, και η οποία αντιπροσωπεύεται από το βάπτισμα. Αφ’ ετέρου, η πτυχή της δόξας, η οποία αντιπροσωπεύεται από την ανθρώπινη μαρτυρία που ο Πρόδρομος δίνει για τον Ιησού και, σ’ ένα επίπεδο απείρως ανώτερο, η θεία μαρτυρία που ο Πατήρ και το Πνεύμα παρέχουν για τον Υιό. Θα εξετάσουμε από κοντά και τις δύο πτυχές· πρώτα όμως ας κρατήσουμε τούτο: κάθε φανέρωση του Χριστού, τόσο μέσα στην Ιστορία όσο και στην εσωτερική ζωή κάθε ανθρώπου, είναι φανέρωση δόξας και ταπεινώσεως ταυτοχρόνως. Όποιος διαχωρίζει αυτές τις δυο πτυχές του Χριστού, κάνει σφάλμα που διαστρεβλώνει όλη την πνευματική ζωή. Δεν μπορώ να πλησιάσω τον δοξασμένο Χριστό χωρίς την ίδια στιγμή να πλησιάσω τον ταπεινωμένο Χριστό, ούτε να πλησιάσω τον Χριστό στην ταπείνωση Του χωρίς τη δόξα Του. Αν επιθυμώ να φανερωθεί μέσα μου, μέσα στη ζωή μου, αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνον αν αγκαλιάσω Αυτόν που ο ιερός Αυγουστίνος με θερμή αφοσίωση ονόμαζε ο ταπεινός Χριστός και αν με το ίδιο σκίρτημα λατρεύσω Εκείνον που είναι Θεός, Βασιλεύς και Νικητής. Να το πρώτο δίδαγμα των Θεοφανείων.
Θεοφάνεια
Η ταπείνωση των Θεοφανείων συνίσταται στο γεγονός ότι ο Χριστός υποβάλλει τον εαυτό Του στο βάπτισμα του Ιωάννου που είναι βάπτισμα μετανοίας. Εκείνος κατ’ αρχήν αρνείται, αλλά ο Ιησούς επιμένει: «Ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην». (Ματθ. 3:13-15). Χωρίς αμφιβολία, ο Χριστός δεν είχε ανάγκη από κανένα εξαγνισμό εκ μέρους του Ιωάννη, αλλά το βάπτισμα που πρόσφερε ο Ιωάννης, αυτό το βάπτισμα της μετανοίας με σκοπό την άφεση των αμαρτιών , προετοίμαζε για τη Βασιλεία του Μεσσία. Και ο Ιησούς, πριν κηρύξει την έλευση αυτής της Βασιλείας, θέλησε να περάσει και να κάνει κι ο Ίδιος χρήση όλων των προπαρασκευαστικών φάσεων. Ενώ ήταν Αυτός το πλήρωμα, θέλησε να αναλάβει όλα εκείνα που ήταν ακόμη ατελή και ασυμπλήρωτα. Δεχόμενος όμως το Ιωάννειο βάπτισμα. ο Ιησούς έκανε κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή επιδοκιμασία και επίσημη επικύρωση μιας τελετής πριν την μεταβάλλει, πριν την εντάξει ως ατελή στο τέλειο. Αυτός που ήταν αναμάρτητος έγινε φορέας των αμαρτιών μας, της αμαρτίας του κόσμου, και, στο όνομα όλων των αμαρτωλών, έκανε μια δημόσια κίνηση μετανοίας. Θέλησε ακόμη να μας διδάξει την ανάγκη της μετανοίας και της μεταστροφής· πριν ακόμη πλησιάσουμε το χριστιανικό βάπτισμα, πρέπει να δεχτούμε το βάπτισμα του Ιωάννη, δηλαδή να περάσουμε από μια αλλαγή νου, από μια εσωτερική καταστροφή. Πρέπει να επιδείξουμε αληθινή συντριβή για τις αμαρτίες μας. Σε ό,τι μας αφορά, η μετάνοια είναι η ταπεινή πλευρά των Θεοφανείων.
Και εδώ, πρέπει να υπερβούμε τον περιορισμένο ορίζοντα του Ιωάννειου βαπτίσματος, για να θυμηθούμε ότι εμείς είμαστε βαπτισμένοι εν Χριστώ. Το χριστιανικό μας βάπτισμα μας έπλυνε και μας εξάγνισε. Κατήργησε μέσα μας το προπατορικό αμάρτημα και μας έκανε καινή κτίση. Προφανώς ήμαστε παιδιά όταν βαπτιστήκαμε. Η χάρη του Μυστηρίου υπήρξε η θεία ανταπόκριση όχι στο δικό μας προσωπικό αίτημα, αλλά στην πίστη εκείνων που μας οδήγησαν στο βάπτισμα και στην πίστη ολόκληρης της Εκκλησίας που μας αναδέχθηκε. Η βαπτιστική λοιπόν αυτή χάρη υπήρξε κατά κάποιο τρόπο προσωρινή και υπό προϋποθέσεις: μεγαλώνοντας και αποκτώντας συνείδηση των πραγμάτων, θα επικυρώναμε μέσα από την ελεύθερη επιλογή μας την πράξη του βαπτίσματος μας. Τα Θεοφάνεια είναι καθ’ υπερβολήν η γιορτή του βαπτίσματος, όχι μόνον του Ιησού, αλλά και του δικού μας. Είναι μια θαυμαστή ευκαιρία να ανανεώσουμε το πνεύμα του βαπτίσματος που δεχθήκαμε και να αναζωπυρώσουμε τη χάρη την οποία μας επιδαψίλευσε. Διότι, η χάρη των Μυστηρίων, ακόμη κι αν διακοπεί ή ανασταλεί λόγω της αμαρτίας, μπορεί να αναβιώσει μέσα μας, εάν στραφούμε και πάλι ειλικρινά προς τον Θεό. Στη σημερινή γιορτή των Θεοφανείων, ας ζητήσουμε από τον Θεό να μας λούσει και πάλι, πνευματικά, όχι με την υλική έννοια, στα νερά του βαπτίσματος μας. Ας βυθίσουμε εκεί την παλιά αμαρτωλή μας φύση, διότι το βάπτισμα είναι ένας μυστικός θάνατος· ας διασχίσουμε την Ερυθρά Θάλασσα που χωρίζει την αιχμαλωσία από την ελευθερία και ας βαπτιστούμε μαζί με τον Ιησού στον Ιορδάνη, για να καθαριστούμε, όχι από το χέρι του Ιωάννη αλλά από τον ίδιο τον Κύριο.
Η ένδοξη πτυχή των Θεοφανείων συνίσταται στις δύο μαρτυρίες που δόθηκαν με κάθε επισημότητα στον Ιησού. Πρώτα η μαρτυρία του Ιωάννη. Δεν θα μιλήσουμε γι’ αυτήν τώρα. Θα επανέλθουμε αύριο την ημέρα της γιορτής του. Κατόπιν ήρθε η θεία μαρτυρία του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος. Η μαρτυρία του Πατρός ήταν η φωνή που ήρθε εξ ουρανού λέγουσα «Οὗτος ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. 3:17). Η μαρτυρία του Πνεύματος ήταν η κάθοδος του υπό μορφήν περιστεράς «καὶ εἶδε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αυτόν». Να το αληθινό βάπτισμα του Ιησού. Ο λόγος του Πατρός και η κάθοδος της περιστεράς είναι πολύ σπουδαιότερα από το βάπτισμα στο νερό που ο Ιωάννης δίνει στον Ιησού. Το βάπτισμα στο νερό δεν ήταν παρά μια εισαγωγή στη θεία αυτή αποκάλυψη. Και είναι δικαιολογημένο το ότι στην αρχαία χριστιανική παράδοση, η εορτή της 6ης Ιανουαρίου δεν ονομάζεται «η Θεοφάνεια» αλλά «τα Θεοφάνεια» στον πληθυντικό, διότι δεν πρόκειται για μια μόνο θεία φανέρωση, αλλά για τρεις: κατά τη Βάπτιση του Ιησού αποκαλύπτονται στον κόσμο ο Πατήρ, ο Υιός και το Πνεύμα: ο Πατήρ και το Πνεύμα αποκαλύπτονται μέσα στη σχέση της αγάπης που τους ενώνει με τον Υιό. Προσεγγίζουμε τώρα εδώ το πιο βαθύ και μύχιο μυστήριο του Ιησού. Όσο μεγαλειώδες κι αν είναι το λυτρωτικό έργο του Χριστού για χάρη των ανθρώπων, η εσωτερική ζωή του Υιού με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα είναι μια ακόμη μεγαλειωδέστερη πραγματικότητα. Ο Ιησούς δεν θα μας έχει αληθινά αποκαλυφθεί παρά μόνον αν διακρίνουμε κάτι από αυτή τη θεια οικειότητα, και αν ακούμε εσωτερικά τη φωνή του Πατρός: «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός…» κι αν βλέπουμε το πέταγμα της περιστεράς πάνω από την κεφαλή του Υιού. Η γιορτή των Θεοφανείων δεν θα είναι μια αληθινή Θεοφάνεια, μια φανέρωση του Χριστού, παρά μόνον υπό την προϋπόθεση αυτή. Αυτή είναι η δόξα των Θεοφανείων, και γι’ αυτό τα Θεοφάνεια δεν είναι μόνον η γιορτή των υδάτων. Η αρχαία χριστιανική ελληνική παράδοση τα θέλει «εορτή των Φώτων». Δεν μας μεταφέρει μόνον αγνιστική χάρη αλλά και χάρη φωτιστική -εξάλλου το βάπτισμα κάποτε ονομαζόταν «Φώτισμα». Τα Χριστούγεννα το φως του Χριστού δεν ήταν παρά ένα άστρο μέσα στη σκοτεινή νύχτα. Κατά τα Θεοφάνεια μας εμφανίζεται ως ανατέλλων ήλιος. Θα συνεχίσει να ανεβαίνει και μετά την έκλειψη της Μεγάλης Παρασκευής, θα λάμψει πιο λαμπρός από ποτέ το πρωινό της Αναστάσεως· τέλος, θα μεσουρανήσει την ημέρα της Πεντηκοστής. Δεν πρόκειται μόνο για το θείο Φως που αντικειμενικά φανερώνεται στο πρόσωπο του Ιησού και μέσα στη φλόγα της Πεντηκοστής. Για μας, πρόκειται για το εσωτερικό φως και χωρίς την απόλυτη πιστότητά μας προς αυτό η πνευματική ζωή δεν θα ήταν παρά μια αυταπάτη ή ένα ψέμα.
Ο Θεός που είχε στείλει τον Πρόδρομο να βαπτίζει βάπτισμα ύδατος του είχε πει: «ἐφ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ᾿ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν πνεύματι ἁγίῳ» (Ιω. 1:33). Το βάπτισμα του ύδατος δεν είναι παρά μια πτυχή του όλου βαπτίσματος. Ο ίδιος ο Ιησούς θα πει στον Νικόδημο: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ἐάν μη τις γεννηθεῖ ἐξ ὕδατος καὶ πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ιω. 3:5). Το βάπτισμα του Πνεύματος είναι ανώτερο από το βάπτισμα του ύδατος. Συνιστά ένα δώρο και μια άλλη εσωτερική εμπειρία. Μπορούμε να επανέλθουμε στο ζήτημα αυτό με την ευκαιρία της Πεντηκοστής.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα Θεοφάνεια -πρώτη δημόσια φανέρωση του Ιησού στους ανθρώπους- αντιστοιχεί στην εσωτερική μας ζωή με την «πρώτη μεταστροφή» μας. Και εννοούμε την πρώτη συνειδητή συνάντηση της ανθρώπινης ψυχής με τον Σωτήρα της, τη στιγμή κατά την οποία δεχόμαστε τον Ιησού ως Κύριο και ως φίλο και αποφασίζουμε να Τον ακολουθήσουμε. Το Πάσχα -ταυτόχρονα ο θάνατος και η Ανάσταση του Χριστού- αντιστοιχεί με μια «δεύτερη μεταστροφή» όπου, αντιμέτωποι με το μυστήριο του Σταυρού, ανακαλύπτουμε ποιον θάνατο και ποια καινούρια ζωή αυτό υπονοεί και αφιερωνόμαστε σ’ Αυτόν μ’ έναν τρόπο πιο βαθύ – μέσα από μια ριζικότερη αλλαγή του εαυτού μας. Η Πεντηκοστή είναι ο χρόνος της «τρίτης μεταστροφής», ο χρόνος του βαπτίσματος και της φωτιάς του Πνεύματος, η είσοδος σε μια ζωή μεταμορφωτικής ένωσης με τον Θεό. Δεν έχει δοθεί σε όλους τους χριστιανούς να ακολουθήσουν το οδοιπορικό αυτό, είναι όμως τα προτεινόμενα βήματα που η Εκκλησία θέτει ενώπιόν μας για να προσπαθήσουμε.
Ενός μοναχού της Ανατολής (Lev Gillet), Εγεννήθη ο Χριστός, Εκδ. Ακρίτας, 2009
Πηγή: agiosthomas.gr