Δήλωση Δημάρχου Χαϊδαρίου κ. Βαγγέλη Ντηνιακού μετά τη συνεδρίαση του ΣτΕ για το θέμα των Ναυπηγείων του Σκαραμαγκά
Σήμερα εκδικάστηκαν στην ολομέλεια του ΣτΕ οι αιτήσεις ακυρώσεως του Δήμου Χαϊδαρίου κατά των δυο διαγωνισμών για την πώληση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και για την παραχώρηση της Προβλήτας 4 στον αγοραστή των Ναυπηγείων.
Τα νομικά επιχειρήματα του Δήμου ανέπτυξε αναλυτικά ο καθηγητής κ. Ξενοφών Κοντιάδης ενώ σύντομη παρέμβαση για τις θέσεις του Δήμου έκανε και ο Δήμαρχος Βαγγέλης Ντηνιακός, με την ταυτόχρονη ιδιότητά του ως Δημάρχου της πόλης και ως δικηγόρου.
Εξερχόμενος από το ΣτΕ, ο Δήμαρχος έκανε την παρακάτω δήλωση:
Εκφράζω την εμπιστοσύνη μου στην κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τονίζω και πάλι ότι ο Δήμος Χαϊδαρίου συμφωνεί με την πραγματοποίηση της ιδιωτικής επένδυσης και τη συνέχιση της λειτουργίας του Ναυπηγείων. Γνωρίζουμε καλά τη σημασία τους για την ανάπτυξη, την ελληνική αμυντική βιομηχανία και την απασχόληση.
Επισημαίνουμε όμως ότι η Προβλήτα 4 δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ για χρήση των Ναυπηγείων και δεν είναι αναγκαία για τη λειτουργία τους. Αντίθετα, είναι απαραίτητη για την αποκατάσταση και την αναβάθμιση της φυσικής πρόσβασης του Χαϊδαρίου στη θάλασσα, της Ακτής Σκαραμαγκά. Με την προσφυγή μας στη Δικαιοσύνη υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα των κατοίκων του Χαϊδαρίου και όλης της Δυτικής Αθήνας σε μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Ο αγώνας μας αυτός είναι ακόμη περισσότερο σημαντικός επειδή από σειρά δημοσιευμάτων πληροφορούμαστε ότι υπάρχουν σκέψεις για τη δημιουργία εγκατάστασης υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Προβλήτα 4. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι προφανείς οι κίνδυνοι για το περιβάλλον και την ασφάλεια των κατοίκων του κοντινού οικισμού αλλά και όλης της περιοχής.
Τη δικαιολογημένη αυτή αγωνία μας για το μέλλον του Δήμου μας και όλων των Δήμων της Δυτικής Αθήνας πιστεύω ότι θα λάβει σοβαρά υπόψη του το Ανώτατο Δικαστήριο. Όπως αναμένουμε να τη λάβει υπόψη της και η κεντρική εξουσία, από την οποία έχουμε ζητήσει να δείξει έμπρακτα την πολιτική βούληση, ώστε να ξεκινήσει επιτέλους η απαραίτητη άμβλυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στη Δυτική Αθήνα και σε άλλες, περισσότερο ευνοημένες, περιοχές της Αττικής.