Και την Κυριακή οι εκλογές!
Γράφει ο Λυκούργος Χατζάκος
Στα ερωτήματα που ανακύπτουν από την πολιτική συγκυρία, μια συγκυρία που διαμορφώνει μία μακρά και εν πολλοίς μη αναγκαία –τουλάχιστον-, προεκλογική περίοδος η απάντηση πρόκειται να δοθεί από τους πολίτες (γιατί, ας το σημειώσουμε, πολίτες ψηφίζουν και όχι «λαός» ο οποίος είναι έννοια συνταγματική).
Οι πολίτες, λοιπόν, στις προηγούμενες εκλογές της 21ης Μαΐου, κατά κύριο λόγο προδιέγραψαν την βούλησή τους για ποια χώρα θέλουν και ποιόν εμπιστεύονται ότι μπορεί να οδηγήσει αυτή την πορεία.
Στις εκλογές της προσεχούς Κυριακής τίθενται εξ ίσου σημαντικά και κρίσιμα ερωτήματα:
- Πόσο ισχυρή πρέπει να είναι η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης;
Δεδομένης της αρχής ότι η εξουσία διαφθείρει και ότι, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα, γίνεται ευνόητα αντιληπτή η σπουδαιότητα αυτού του ερωτήματος.
- Θα είναι συντριπτική, παταγώδης η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να αποκλεισθεί δια παντός ο δρόμος των λαϊκιστικών μορφωμάτων προς την εξουσία και την πολιτική κυριαρχία;
Η πολιτεία του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση απέδειξε ότι καταγωγικό συστατικό της έχει την ισοπέδωση και τον άκρατο λαϊκισμό καθώς, τα παιχνιδάκια με τους θεσμούς και τις νόρμες διακυβέρνησης βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη, επιβεβαιώνοντας αυτό που ορισμένοι ισχυρίζονται ότι ο χώρος αυτός «μισεί» την κοινωνία που υποκριτικά εμφανίζεται να στηρίζει γιατί καθ’ όλα τα προηγούμενα χρόνια με την ψήφο των πολιτών, είχε υποχρεωθεί να βρίσκεται στο περιθώριο της πολιτικής και έπνεε κάθε φορά τα λοίσθια αγωνιώντας «μπαίνει-δεν μπαίνει» στην Βουλή.
Ακόμη, κάποιοι, από τον ΣΥΡΙΖΑ έχοντας παραμείνει στην εμφυλιοπολεμική περίοδο, θεώρησαν ότι ήταν η στιγμή να πάρουν την ρεβάνς για την ήττα, παραβλέποντας ότι πολύς χρόνος κύλισε από τότε και πολλά άλλαξαν (προφανώς και με την πολιτική Αλλαγή του 1981).
- Θα υπάρξει ουσιαστική, δημιουργική αντιπολίτευση στην συντηρητική Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη;
- Τέλος, τι θα σημαίνει η παρουσία στην Βουλή κομμάτων-καρτουνς που εκφράζουν ό,τι πιο οπισθοδρομικό, γελοίο, τυχοδιωκτικό ή και κεκαλυμένα φασιστικό της κοινωνίας; Που απευθύνονται είτε στην ανασφάλεια –η καλή εκδοχή- είτε στα πλέον ταπεινά ένστικτα των ανθρώπων; Πόσο αυτά τα γελοία κατασκευάσματα τύπων που οριακά κινούνται μεταξύ ψυχοπάθειας και αγυρτείας (δυσδιάκριτα τα όρια), θα εμφανισθούν στην αίθουσα της Ολομέλειας δηλητηριάζοντας το πολιτικό κλίμα;
Σε όλα αυτά τα ερωτήματα οι πολίτες πρέπει να απαντήσουν με το μυαλό και όχι με το θυμικό. Και βεβαίως, πρέπει να συγκρατείται ότι δεν αρκεί η προσωπική βούληση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος ούτως ή άλλως, θα είναι πολιτικά κυρίαρχος τουλάχιστον για τα επόμενα 4 χρόνια. Όμως, τα «βαρίδια» εντός της Νέας Δημοκρατίας υπάρχουν και είναι ικανά να αποτρέψουν την επιτυχία κάθε ουσιαστικής μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Παραμένει ορατή, ισχυρή θα λέγαμε η τάση της Λαϊκής Δεξιάς, της Δεξιάς που βύθισε και χρεοκόπησε την χώρα και που χάρη στις αστοχίες της διάδοχης κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ κατάφερε να γλυτώσει.
Και αν δεν ανιχνευθεί κάποια τέτοια δύναμη, είναι υποχρέωση του καθενός από εμάς με την καθημερινή μας παρουσία, την καθημερινή μας δράση να είμαστε παρόντες και να στηρίξουμε αυτή την πορεία εκσυγχρονισμού, δημιουργίας ενός θεσμικού, λειτουργικού, έντιμου Κράτους.