Συνέντευξη του Ορέστη Ομράν Κουκουβιτάκη, υποψήφιου ευρωβουλευτή με τη Ν.Δ. – Τα μεγάλα στοιχήματα της Ε.Ε.
O Ορέστης Ομράν Κουκουβιτάκης γεννήθηκε στην Αθήνα. Μεγάλωσε στους Αμπελοκήπους, σπούδασε Νομική και με υποτροφία μετακόμισε στην Αμερική, στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Σήμερα, κινείται μεταξύ Βρυξελλών, Αθήνας και Αμερικής, και εργάζεται σε μία από τις μεγαλύτερες δικηγορικές εταιρείες του κόσμου, την DLA Piper, που δραστηριοποιείται στη Νέα Υόρκη, στις μεγαλύτερες πόλεις των ΗΠΑ αλλά και στις σημαντικότερες πρωτεύουσες της Ευρώπης.
Είναι αυτό που λέμε «self – made success story». Είναι, επίσης, ένα από τα πρώτα 28 ονόματα που ανακοίνωσε η Ν.Δ. για το ευρωψηφοδέλτιό της – και όχι άδικα –, καθώς διαθέτει ένα από τα πιο πλούσια βιογραφικά μεταξύ των υποψηφίων, ενώ τα περισσότερα κόμματα ποντάρουν σ’ αυτές τις εκλογές στις εύκολες ψήφους, συμπεριλαμβάνοντας στα ψηφοδέλτιά τους σελέμπριτις της show biz και των talent shows χωρίς καμία απολύτως κατάρτιση ή εποπτεία πάνω στους τομείς με τους οποίους θα ασχοληθεί το Ευρωκοινοβούλιο στην ιδιαίτερα σοβαρή αυτή χρονική περίοδο. Ο Ορέστης Ομράν μίλησε στο «Π» για την υποψηφιότητά του αλλά και για το ενεργειακό μέλλον και τη θέση της Ευρώπης σε αυτό.
Π: Ασχολείστε πολλά χρόνια με τα κοινά. Πώς ξεκίνησε αυτό το «ταξίδι» και πώς αποφασίσατε να θέσετε υποψηφιότητα σ’ αυτές τις εκλογές για την Ευρωβουλή;
Από μικρός είχα ένα πάθος με τα κοινά, με την πολιτική. Πάντα ήμουν αυτό που λέμε ενεργός πολίτης – ήδη από το σχολείο. Θεωρώ ότι η πρώτη μου ουσιαστική επαφή με τα πολιτικά πράγματα σε εθνικό επίπεδο ήταν με την πρωτοβουλία Brain Gain, η οποία δημιουργήθηκε το 2016 από μια ομάδα ανθρώπων – φίλων που ήταν τότε διασκορπισμένοι σε Ευρώπη και Αμερική. Ήταν η γενιά των ανθρώπων που είχε φύγει λόγω της κρίσης κι επειδή τότε η κατάσταση ήταν έκρυθμη στη χώρα. Θυμόμαστε όλοι τι είχε προηγηθεί με τη διαπραγμάτευση, με το δημοψήφισμα, με τα μνημόνια που τελικά συμφωνήθηκαν, με όλη αυτήν την αναταραχή, που είχε δημιουργήσει μεγάλη κοινωνική ένταση. Οι άνθρωποι που βρίσκονταν στο εξωτερικό ένιωθαν τότε απομονωμένοι, οπότε η πρωτοβουλία ήρθε να καλύψει αυτό το κενό. Νομίζω ότι πήγε πολύ καλά αυτό τότε και όντως, ανέδειξε μια πιο πολιτική και όχι στενά κομματική διάσταση των πραγμάτων. Σήμερα θεωρώ ότι έχω αποκτήσει μια σημαντική, θα έλεγα, εμπειρία στις Βρυξέλλες ως δικηγόρος Ευρωπαϊκού Δικαίου και γνωρίζω καλά τα ζητήματα τα οποία αφορούν την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω της δουλειάς μου. Άρα θεώρησα λογικό να συνδράμω κι εγώ στην εθνική προσπάθεια, και συγκεκριμένα μέσα από μια διαδικασία η οποία ταιριάζει περισσότερο σε αυτά που γνωρίζω. Νομίζω ότι οι γνώσεις και η εμπειρία μου μπορούν να συνεισφέρουν αρκετά. Γι’ αυτό αποφάσισα να συμμετάσχω κι εγώ σ’ αυτήν την ιδιαίτερα κρίσιμη και σοβαρή εκλογική μάχη για την Ευρωβουλή.
Η ενεργειακή ασφάλεια
Π: Αυτή τη στιγμή σε ολόκληρη την Ευρώπη – κυρίως μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ανάφλεξη των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή – παρατηρούμε μιαν ενεργειακή ρευστότητα που επηρεάζει επικίνδυνα ολόκληρο τον κόσμο. Πώς, κατά τη γνώμη σας, αυτό το νέο όσο και ασταθές ενεργειακό τοπίο επηρεάζει την ενεργειακή ευρωπαϊκή ασφάλεια και κατά συνέπεια τις κοινωνικές ισορροπίες;
Νομίζω ότι η κρίση στην Ουκρανία κατέδειξε ένα πολύ σημαντικό φαινόμενο, το οποίο, όσοι ασχολούμαστε με τα ενεργειακά, γνωρίζαμε τα τελευταία χρόνια. Θα μπορούσαμε να το συνοψίσουμε λέγοντας ότι η Ευρώπη δεν έχει ενεργειακή ανεξαρτησία. Συνολικά ως ήπειρος αλλά και ξεχωριστά οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαρτώνται για τις ενεργειακές τους ανάγκες σε πολύ μεγάλο βαθμό από εισαγωγές. Δηλαδή, από τρίτες χώρες από τις οποίες είτε εισάγουν φυσικό αέριο ή πετρέλαιο ή κατευθείαν ηλεκτρικό ρεύμα. Άρα δεν υπάρχει αυτό που λέμε ενεργειακή αυτονομία, με συνέπεια όταν υπάρξει μια ευρύτερη γεωπολιτική κρίση, δηλαδή όταν χώρες από τις οποίες προμηθευόμαστε ενέργεια βρεθούν σε μια δύσκολη κατάσταση γεωπολιτικώς, σε αυτή την περίπτωση έχουμε ελλείψεις ενέργειας στην Ευρώπη. Άρα, νομίζω ότι αυτή η αβεβαιότητα υπήρχε πάντοτε. Δεν ήμασταν προετοιμασμένοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση για παρόμοιες ενεργειακές κρίσεις – αυτό πρέπει να ειπωθεί. Δεν είχαμε δημιουργήσει το πλαίσιο το οποίο θα αντιμετώπιζε μια ενδεχόμενη κρίση – ήμασταν στο κενό. Γι’ αυτό και αργήσαμε τόσο πολύ να αντιδράσουμε, σχεδόν έξι μήνες μετά… Ο πόλεμος ξεκίνησε τον Φλεβάρη και μόλις τον Οκτώβριο πάρθηκαν τα πρώτα ουσιαστικά μέτρα.
Σήμερα, σχεδόν δυόμισι χρόνια μετά, βρισκόμαστε σε καλύτερη μοίρα, αν και το πληρώσαμε ακριβά, διότι για να ισοσταθμίσουμε την απώλεια των εισαγωγών από τη Ρωσία αγοράσαμε πολύ ακριβά από τρίτες χώρες. Πήραμε υγροποιημένο φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ και το Κατάρ, πετρέλαιο από τις χώρες της Μέσης Ανατολής – προφανώς ακριβότερα. Άρα πληρώσαμε, αλλά ταυτόχρονα φτιάξαμε ένα καλύτερο πλαίσιο, εντός του οποίου σε κάποια χρόνια όντως θα είμαστε ενεργειακά αυτόνομοι. Παρ’ όλα αυτά, η αβεβαιότητα για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης εξακολουθεί να υπάρχει, διότι εξαρτάται από τη στρατηγική επιτυχία της ενεργειακής αυτονομίας. Αυτό περιλαμβάνει ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, απεξάρτηση από τη Ρωσία, πιθανή έρευνα για την εξόρυξη φυσικού αερίου και πετρελαίου (η χώρα μας πρωταγωνιστεί σε αυτήν τη συζήτηση), περιλαμβάνει επίσης εισαγωγή φθηνού εισαγόμενου ρεύματος, παραγόμενου από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από την Αφρική, κυρίως την Αίγυπτο αλλά και την Ασία. Εάν όλα αυτά δουλέψουν, πιθανόν να είμαστε όντως ενεργειακά αυτόνομοι μέσα στα επόμενα 10 χρόνια.
Π: Η Ευρώπη καλείται να χαράξει μια ενιαία ενεργειακή πολιτική, πράγμα εξαιρετικά φιλόδοξο και πολύπλοκο, καθώς πολλές χώρες έχουν διαφορετικές εθνικές προτεραιότητες, τις οποίες και προβάλλουν. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό, κατά τη γνώμη σας;
Καταρχάς, η διαπίστωση αυτή είναι σωστή, και φάνηκε ιδιαίτερα με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Κάθε κράτος-μέλος προσπάθησε να εφαρμόσει μια δική του διακριτή ενεργειακή πολιτική. Κλασικό παράδειγμα υπήρξε η Γερμανία. Οι Γερμανοί, επειδή είχαν μεγάλη ρευστότητα, αγόραζαν τις πρώτες εβδομάδες ακόμα και σε διπλάσιες τιμές LNG (σ.σ.: υγροποιημένο αέριο), για να εξασφαλιστούν οι ίδιοι, καθώς η στρόφιγγα από τη Ρωσία είχε κλείσει, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν φορτία για την υπόλοιπη Ευρώπη! Αντιστοίχως, τέτοιες στρατηγικές εφάρμοσαν και οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, που έκαναν παρασκηνιακές συμφωνίες με χώρες της κεντρικής Ευρώπης, άρα είδαμε μια περιφερειακή αντιμετώπιση ή μια κατά μόνας, ατομικίστικη προσέγγιση.
Οι κυβερνήσεις αυτές συνειδητοποίησαν σύντομα ότι οι λύσεις αυτές είναι – αν θέλεις – προσωρινές. Η διαπραγματευτική δύναμη της Ε.Ε. ως μπλοκ αφενός είναι πολύ μεγαλύτερη και αφετέρου τα προβλήματα είναι ενιαία, δηλαδή δεν μπορείς εσύ να θεωρείς ότι μια χώρα, η οποία διασυνδέεται από πλευράς ηλεκτρικής με άλλες όμορες χώρες, είναι αυτόνομη και είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μόνη της το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειάς της. Ουσιαστικά συνδέεται και συμβαδίζει με ό,τι συμβαίνει στις αγορές των άλλων χωρών. Όταν επίσης βλέπουμε ότι οι τιμές του ηλεκτρικού και του φυσικού αερίου διαμορφώνονται πλέον κεντρικά, υπάρχει δηλαδή μια αντιμετώπιση των προϊόντων αυτών ως χρηματιστηριακών στην πραγματικότητα προϊόντων, οι εθνοκεντρικές στρατηγικές δεν έχουν θέση. Αυτό συνειδητοποιήσαμε από τον Οκτώβριο και μετά – και έχουμε πολύ σημαντικές ενδείξεις μιας αποτελεσματικής και ισορροπημένης ενεργειακής πολιτικής.
Αυτό όμως που έχει σημασία και πρέπει να τονιστεί είναι το debate που διεξάγεται αυτήν τη στιγμή στην Ε.Ε. για την εξασφάλιση της ενεργειακής αυτονομίας ταυτόχρονα με την προστασία του περιβάλλοντος. Μέχρι να ενσκήψει η ενεργειακή κρίση, όλες οι ευρωπαϊκές πολιτικές, οι οποίες είχαν σχέση με την ενέργεια, ουσιαστικά κατέτειναν στον στόχο της προστασίας του περιβάλλοντος. Θα πρέπει να βρεθεί σε αυτό το πρόβλημα η χρυσή τομή. Υποθέτω ότι μάλλον θα βρεθεί προς την πλευρά της εξασφάλισης καταρχήν και κατά προτεραιότητα της ενεργειακής αυτονομίας και μετέπειτα της προστασίας του περιβάλλοντος.
Ευρωαμερικανικές σχέσεις
Π: Υπάρχει ένας γενικότερος προβληματισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με το εάν η συνεργασία Αμερικής – Ευρώπης διαμορφώνεται συμπληρωματικά ή με σχέσεις εξάρτησης. Σκεπτικισμός που τον τροφοδοτούν οι αμερικανικές εκλογές και το ενδεχόμενο ενός απρόβλεπτου Τραμπ. Ποιες πιστεύετε ότι είναι πραγματικά οι ισορροπίες και πώς θα διαμορφωθούν στο μέλλον;
Οι ΗΠΑ είναι ο σταθερότερος και σημαντικότερος σύμμαχος της Ε.Ε. Οι ισορροπίες που διαμορφώθηκαν στον κόσμο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ουσιαστικά επέβαλαν την ειρήνη και στην ευρωπαϊκή ήπειρο, από την οποία έχουν ξεκινήσει όλες οι παγκόσμιες πολεμικές συρράξεις, βασίστηκαν στη συμμαχία ΗΠΑ και Ευρώπης και κρατών – μελών της Ε.Ε. Σε σχέση με το εάν υπάρχει σχέση εξάρτησης ή αλληλεπίδρασης, η απάντηση είναι απλή: όταν στη μιαν άκρη του ισοζυγίου αυτού βρίσκεται η Αμερική, που είναι αυτή τη στιγμή μία από τις μεγαλύτερες παραγωγούς ενέργειας στον κόσμο, η μεγαλύτερη παραγωγός LNG, φυσικού αερίου και εξαγωγέας παράλληλα, διότι είχε εξασφαλίσει σε μεγάλο βαθμό – αν όχι σε απόλυτο – την ενεργειακή της αυτονομία ως ομοσπονδιακό κράτος, και στην άλλη άκρη έχουμε την Ε.Ε., η οποία δεν το έχει εξασφαλίσει αυτό, τότε εκ των πραγμάτων έχεις μια σχέση εξάρτησης. Υπάρχει μια σχέση πωλητή – αγοραστή. Πώς μπορεί λοιπόν να έχει λόγο η Ευρώπη στο μέλλον; Θα πρέπει να χρησιμοποιήσει ως προστιθέμενη αξία το ειδικό διαπραγματευτικό της βάρος λόγω του μεγέθους της Ε.Ε. και λόγω της συμμαχικής της σχέσης με τις ΗΠΑ για να εξασφαλίσει καλύτερη αντιμετώπιση, έτσι ώστε όταν τα 10 επόμενα χρόνια φτάσουμε σε μια ενεργειακή αυτονομία της Ευρώπης να μπορούμε να μιλάμε για δύο ισότιμους συμμάχους, οι οποίοι αλληλεπιδρούν ενεργειακά, αν όχι συνδιαμορφώνουν τις τιμές ενέργειας στις διεθνείς αγορές. Συνοψίζοντας λέμε: προς το παρόν μιλάμε για εξάρτηση, γιατί είναι μια πραγματικότητα. Στρατηγική στόχευσή μας, όμως, είναι η ισότιμη και επί ίσοις όροις συνεργασία όταν καταστεί ενεργειακά αυτόνομη και η ευρωπαϊκή ήπειρος.
Π: Όσον αφορά στα πιο δικά μας, θα θέλαμε να μας συνοψίσετε τις ενεργειακές προκλήσεις στο σημερινό γεωπολιτικό περιβάλλον της Ανατολικής Μεσόγειου.
Καταρχάς, λόγω γεωγραφικής θέσης της Νοτιανατολικής Ευρώπης και δη της Ανατολικής Μεσογείου στον κόσμο αλλά και στην Ε.Ε., παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο ως πύλη εισόδου ενέργειας από τις άλλες ηπείρους, από την Αφρική και την Ασία. Λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης, η συγκεκριμένη περιοχή καλείται εκ των πραγμάτων να παίξει αυτόν τον ρόλο. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι πολύ συγκεκριμένες. Κατά πρώτον, μιλάμε για προκλήσεις τεχνικές, τις οποίες θεωρώ πολύ σημαντικές: το να ποντίσεις, όπως λέμε, καλώδια τα οποία θα μεταφέρουν ηλεκτρικό ρεύμα που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο Ισραήλ, στην Αίγυπτο, στη Λιβύη ή οπουδήποτε αλλού και τελικά αυτή η ενέργεια να φτάσει στην Ευρώπη, είναι ένα εγχείρημα τεχνικά πολύ δύσκολο, γιατί μιλάμε για μεγάλα βάθη. Κατά δεύτερον, πρόκειται για πάρα πολύ ακριβά projects δισεκατομμυρίων. Άρα, στην πραγματικότητα για να φτάσουμε να μιλάμε για ενεργειακή σχέση, για αξιοποίηση της γεωστρατηγικής θέσης της Νοτιανατολικής Μεσογείου, θα πρέπει να γίνουν αυτές οι επενδύσεις και θα πρέπει αυτό να καταστεί τεχνικά εφικτό.
Δεύτερη πρόκληση συνιστά η σχέση της Ε.Ε. με τις χώρες οι οποίες θεωρούνται χώρες εξαγωγής ενέργειας (Αίγυπτος – Ισραήλ – Λιβύη). Εδώ έχει ένα ενδιαφέρον το γεγονός ότι ακριβώς οι συμφωνίες οι οποίες έχουν συναφθεί μέσω αυτών των σχέσεων αποτέλεσαν τις πρώτες συγκεκριμένες ενδείξεις μιας ενιαίας, εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε. Παρεμπιπτόντως, αυτό είναι από τα βασικά ζητήματα τα οποία θα τεθούν το επόμενο διάστημα για την Ε.Ε.: η αποτυχία του μοντέλου ενιαίας εξωτερικής πολιτικής και πώς αυτή μπορεί να αναστραφεί. Εκεί είδαμε ότι η Ε.Ε. συνήψε συμφωνίες ως Ε.Ε. με αυτές τις χώρες, προκειμένου να εξασφαλιστεί αυτή η σχέση για το μέλλον. Η πρόκληση θα είναι (δεδομένου ότι είναι ασταθείς κάποιες από τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών) να διατηρήσουν αυτές τις συμφωνίες, να εκτελεστούν σωστά και να μην υποσκελιστούν από εθνικές προτεραιότητες των εμπλεκομένων κρατών.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Ελλάδα και η Κύπρος μέχρι τώρα έχουν παίξει έναν πάρα πολύ σημαντικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις αυτές και προφανώς, επειδή είναι προς το συμφέρον μας, εμείς θα στηρίξουμε τις συμφωνίες. Το ζήτημα είναι να τις στηρίξουν και οι υπόλοιποι. Συνοψίζοντας, υπάρχουν οι γεωπολιτικές συμφωνίες τις οποίες περιέγραψα. Μια άλλη πρόκληση εδώ είναι ο ιδιότυπος ανταγωνισμός, ο οποίος θα δημιουργηθεί εν τέλει μεταξύ της παραγόμενης ενέργειας της Ε.Ε. και δη στις χώρες της περιοχής αυτής και της παραγόμενης φθηνά, εισαγόμενης ενέργειας από τις χώρες της Αφρικής και της Ασίας. Δηλαδή, όταν φτιάξουμε αυτά τα έργα με τα οποία θα εισάγουμε ηλεκτρικό ρεύμα και, ειδικά, αν γίνουν δύσκολα έργα αγωγών φυσικού αερίου κ.λπ., τα οποία όμως εισάγουμε φθηνά, πώς θα καταφέρει να είναι ανταγωνιστικός ο Έλληνας παραγωγός ανανεώσιμης πηγής ενέργειας; Θα πρέπει να δοθούν κίνητρα έτσι ώστε και οι τιμές εισαγωγής να είναι λογικές, αλλά ταυτόχρονα να μην εξαφανιστεί η εγχώρια παραγωγή. Αυτό είναι τεράστιο πολιτικό πρόβλημα. Άρα αυτός ο ανταγωνισμός και το πώς θα διαμορφωθεί είναι η τρίτη πολύ σημαντική πρόκληση.
Ατζέντα στην Ευρωβουλή
Π: Ποιοι είναι οι στόχοι σας αν μπείτε στην Ευρωβουλή;
Η ατζέντα διαμορφώνεται από την Ε.Ε. και έχει ήδη ανακοινωθεί από τον Οκτώβριο του 2023. Γίνεται αυτή τη στιγμή διαβούλευση των κρατών – μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και η ατζέντα περιλαμβάνει τα θέματα προτεραιότητας για την Ε.Ε. τα επόμενα πέντε χρόνια:
Πρώτη θεματική: η ευημερία των Ευρωπαίων, και εδώ μιλάμε για ακρίβεια και πληθωρισμό και πώς θα τα αντιμετωπίσουμε ενιαία στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Πιο συγκεκριμένα, πώς θα αντιμετωπίσουμε την ακρίβεια στα καύσιμα, στα τρόφιμα, στα είδη βασικής ανάγκης και πώς αποφεύγουμε τη φτωχοποίηση ενός μεγάλου μέρους των Ευρωπαίων πολιτών λόγω ακρίβειας. Εδώ θα με ενδιέφερε πολύ να συνδράμω για να δούμε πώς ως Ε.Ε. αντιμετωπίζουμε ενιαία τον πληθωρισμό και την ακρίβεια!
Η δεύτερη μεγάλη θεματική ενότητα είναι αυτή της ενιαίας πολιτικής άμυνας και ασφάλειας – υπαρξιακός πυλώνας της Ε.Ε., ο οποίος δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα, καθώς υπήρχαν εθνικές πολιτικές που ουσιαστικά προηγούντο μιας ενιαίας στρατηγικής. Με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία – ουσιαστικά στη γειτονιά μας – είδαμε έναν επιτιθέμενο να απειλεί και άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε., όπως η Πολωνία, η Λιθουανία, η Εσθονία, και συνειδητοποιήσαμε ότι η μοναδική λύση είναι η ενιαία άμυνα σε βαθμό μάλιστα που να συζητάμε και την αποστολή στρατευμάτων, πέρα από πολεμικό υλικό, στην Ουκρανία. Η νέα αυτή πραγματικότητα θα επιταχύνει τη σύσταση νέας ευρωπαϊκής άμυνας, ενός κοινού ίσως ευρωπαϊκού στρατού που θα οδηγήσει –αν μου επιτρέπεται ένα προσωπικό σχόλιο – και στην περαιτέρω ομοσπονδοποίηση της Ε.Ε. Κι αυτό είναι μια αναγκαιότητα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Επίσης πολύ σημαντική είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική και η μόνιμη αναθεώρησή της. Είδαμε τι συμβαίνει με τους Ευρωπαίους αγρότες, είδαμε τις κινητοποιήσεις σε πολλά κράτη – μέλη. Οι περιορισμοί οι οποίοι έχουν τεθεί και η ανταγωνιστική πραγματικότητα που δημιουργείται στον ευρωπαϊκό χώρο για τα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα έχουν δημιουργήσει την ανάγκη μόνιμης αναθεώρησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, έτσι ώστε να αυξηθούν οι πόροι οι οποίοι διατίθενται για τους Ευρωπαίους αγρότες κεντρικά από την Ε.Ε. και να αρθούν οι περιορισμοί που καθιστούν μη ανταγωνιστικά τα προϊόντα σε σχέση με τα προϊόντα που εισάγουμε από άλλες χώρες.
Τέλος, τέταρτος πυλώνας είναι η μετάβαση σε ένα ακόμα ανώτερο επίπεδο προστασίας θεμελιωδών δικαιωμάτων, της προστασίας του κράτους δικαίου, κι αυτό τοποθετείται στον ευρύτερο διάλογο που γίνεται για τη θεσμική διάσταση της Ε.Ε. και συνδέεται και αυτό με την ομοσπονδοποίηση. Διότι, ισχυρότεροι ευρωπαϊκοί θεσμοί, ισχυρότερη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, φέρνουν πιο κοντά τους λαούς, τους Ευρωπαίους μεταξύ τους και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις ώστε να αισθανόμαστε περισσότερο πολίτες της Ευρώπης!
πηγή: topontiki.gr