Λάμπρος Μίχος: Η Αγία Βαρβάρα προστάτιδα και στήριγμα της πόλης μας
«Πατρίδα, γένος, ύπαρξιν, καταλιπούσα Βαρβάρα και τον ασεβή πατέρα μισήσασα, Θεόν ηγάπησας…
Εν τη αθλήσει Σου, πάντας εξέπληξας ότι υπέμεινας τας των τυράννων πληγάς, δεινάς βασάνους, φυλακάς, Βαρβάρα πανοίδιμε…
Αυτής ταις προσευχαίς, λύμης ψυχοφθόρου λυτρωθέντες και λοιμού, σεισμού τε και καταπτώσεως, τον βίον εν ειρήνη διέλθωμεν…»
Τα παραπάνω χαρίσματα της Αγίας, που με ενάργεια περιγράφονται στον Κανόνα και το Συναξάρι της, πρέπει να είχαν κατά νου εκείνοι που πρώτοι αναζήτησαν καταφύγιο και μία καλύτερη μοίρα κοντά στο προσκήνυμά της. Διότι σύμφωνα με τις παραδόσεις, τους ύμνουςκαι τα Συναξάρια, η μεγαλομάρτυς Αγία της Εκκλησίας μας, που βασανίστηκε άγρια και στο τέλος αποκεφαλίστηκε από τον ίδιο της τον πατέρα, προστατεύει τους πιστούς από τη φωτιά, την πανούκλα, τον σεισμό και την ευλογιά. Τη φοβερή αρρώστια που, πριν ανακαλυφθεί το εμβόλιο αυλάκωνε για πάντα και παραμόρφωνε φρικτά τα πρόσωπα των ανθρώπων.
Ήταν λοιπόν απόλυτα φυσιολογικό, άνθρωποι που άφησαν τις πατρίδες και τους συγγενείς τους, να αναζητήσουν σκέπη και προστασία κοντά της. Σ’ αυτούς τους πρωτοπόρους προστέθηκαν αργότερα κι άλλοι για σαφεις και συγκεκριμένους ιστορικοκοινωνικούς λόγους.
Θύματα και κατατρεγμένοι του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και της θεηλάτου μισαδελφίας και αδελφοκτονίας του εμφύλιου σπαραγμού. Ρουμελιώτες, Μωραΐτες, Κρητικοί, ξεριζωμένοι από τον Πόντο, Τσιγγάνοι που εναγώνια ζητούσαν μόνιμη εγκατάσταση και κοινωνική ένταξη, γενικά από κάθε γωνιά της Ελλάδας «Πατρίδα και γένος καταλιπόντες». Ψυχές που θέλησαν να ξεφύγουν από την προγονική κατάρα, την ασέβεια, την κατάπτωση. Ψυχές ανδρείες, που αγωνίστηκαν να ξεφύγουν από την ψυχοφθόρο λύμη της μισαδελφίας. Ψυχές ευγενικές που έδωσαν τον «αγώνα τον καλόν», που πορεύτηκαν την αθλητική οδό της συνεργασίας, της αγάπης, της δημιουργίας, της ειρήνης. Όλοι αυτοί, που με τους αγώνες τους έκαναν να αναβλύσει «ύδωρ εκ πέτρας».
Όλοι αυτοί, όταν ήρθε η ώρα να δηλώσουν την προσωπική τους ιδιαιτερότητα και την ξεχωριστή τους ταυτότητα-μιλάμε για το έτος 1948- επέλεξαν το όνομα της Αγίας Βαρβάρας για τούτη την πόλη.
Θεώρησαν χρέος να θέσουν την πόλη και τους πολίτες υπό την σκέπη και την προστασία της. Και η τότε μικρή κοινότητα, με την πίστη και τον αγώνα, την ευσέβεια και τη δημιουργικότητα, μεγάλωσε και μεγαλώνει. Γίνηκε Δήμος.
Γιάτρεψε και γιατρεύει τις παλιές πληγές. Με ομόνοια, συνεργασία, αγάπη, διακονία, προσφορά και αγωνιστικότητα. Έφτιαξε δρόμους και πλατείες. Πύργωσε σπίτια και καταστήματα (δημόσια και ιδιωτικά). Συνεισφέρει στην πνευματική και πολιτιστική δημιουργία, καταπολεμά τον ρατσισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό, αξιοποιώντας στις σημερινές συνθήκες, τις ιερές παρακαταθήκες της προστάτιδας Αγίας της.
Για όλους τους παραπάνω λόγους και άλλους πολλούς ο πιστός κλήρος και λαός της πόλης μας, κλίνει ευλαβικά το γόνυ και εκ βάθους καρδίας εκβοά: «Βαρβάραν την νύμφην Χριστού ύμνοις και έργοις τιμήσωμεν»