Συμφωνία για Στρατηγική Εταιρική Σχέση για τη Συνεργασία στην Άμυνα και στην Ασφάλεια. Προάγγελος κινητοποίησης Ευρωπαϊκών αντανακλαστικών;
Συνηθίζαμε να λέμε -και εν πολλοίς δικαίως-, ότι όσα «καλά» λόγια και αν λένε οι φίλοι και Σύμμαχοι, αν κληθούμε να αντιμετωπίσουμε την Τουρκία στο πεδίο της μάχης θα είμαστε μόνοι μας. Πρέπει να σημειώσουμε ότι, μόνη η Ελλάδα είχε ποτέ στον ιστορικό χρόνο θετικά αποτελέσματα σε σύγκρουση με την Τουρκία (1897, 1922).
Το ΝΑΤΟ από θέση καταστατικής αρχής δεν μπορεί να εμπλακεί ενεργά σε περίπτωση ενόπλου αντιπαραθέσεως μεταξύ κρατών-μελών του. Η διμερής αυτή συμφωνία πραγματοποιείται εκτός πλαισίου ΒορειοΑτλαντικής Συμμαχίας και τα ανατρέπει όλα.
Εκτός από την αγορά των καλλίτερων -σύμφωνα με τους ειδήμονες-, πλοίων ή των αεροσκαφών Rafalle, τα οποία δίνουν τεράστια υπεροχή στο Πολεμικό Ναυτικό και την Αεροπορία μας καθ’ όσον αυξάνουν σημαντικά την στρατιωτική, αποτρεπτική ισχύ της χώρας μας, η ανάληψη εγγράφου δεσμεύσεως από τις δύο πλευρές -Ελληνική και Γαλλική- για αμοιβαία και άμεση στρατιωτική συνδρομή, ακόμη και αν η απειλή προέρχεται από «σύμμαχο» χώρα» (εννοείται ακόμη και εντός ΝΑΤΟ), είναι το σημείο, το οποίο επιτρέπει τον χαρακτηρισμό της Συμφωνίας ως «Ιστορική».
Ας μην λησμονείται ότι με παρόμοιους διπλωματικούς χειρισμούς, ο Ελευθέριος Βενιζέλος πέτυχε να συγκροτηθεί μία ευρύτερη Βαλκανική Συμμαχία με συνέπεια την θριαμβευτική πορεία των Ελληνικών Δυνάμεων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Και βέβαια, η υπογραφή της Συμφωνίας έρχεται την στιγμή κατά την οποία ο Τούρκος «Σουλτάνος» εμφανίζεται ασυγκράτητος, με την εικόνα του να έχει δεχθεί ένα σοβαρό πλήγμα και την απομόνωσή του από την Δύση να είναι, σχεδόν, γεγονός … Το ισχυρό ράπισμα που δέχθηκε από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ κ. Biden, ήταν ένα απ’ ευθείας ισχυρό πλήγμα στο γόητρο και το κύρος του, τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και στον διεθνή χώρο. Δεν είναι αβάσιμη η σκέψη ότι θα προσπαθούσε να αποκαταστήσει την εικόνα του ισχυρού ηγέτη μιας περιφερειακής υπερδύναμης, όπως αρέσκεται να θεωρεί εαυτόν και την χώρα του και βέβαια, ο εύκολος -κατά την θεώρησή του- τρόπος ήταν η εκδήλωση σειράς προκλήσεων έναντι της Ελλάδος.
Αυτό δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός αναλυτής για να το διακρίνει, αρκεί να ρίξει μια ματιά στα δελτία ειδήσεων και τα άρθρα στον Ελληνικό και Διεθνή τύπο για τις Nautex τις οποίες εξέδιδε κατά το τελευταίο διάστημα το Τουρκικό Επιτελείο και οι «βόλτες» του Τουρκικού σκάφους με παράταξη πολεμικών πλοίων δίπλα από την Κρήτη, η ύψωση τόνων από Τούρκους αξιωματούχους, αλλά και οι δηλώσεις στις οποίες και ο ίδιος, ο κ. Erdogan προέβαινε σε κάθε ευκαιρία.
Πρέπει, επίσης, να συγκρατείται ότι καθεστώτα όπως αυτά του κ. Erdogan, συνηθίζουν σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αισθάνονται ανασφάλεια και εισέρχονται σε φάση αβεβαιότητας και αστάθειας, αφού έχουν ήδη εξαντλήσει τους εσωτερικούς «εχθρούς» προστρέχουν στην κατασκευή εχθρών στο εξωτερικό επιχειρώντας να εξωτερικεύσουν την κρίση στην οποία έχουν εμπλακεί. Και να σημειωθεί ότι τα πράγματα στο εσωτερικό της Τουρκίας δεν είναι, πλέον, ρόδινα για τον Πρόεδρό της. Ο μέχρι προσφάτως πανίσχυρος και αδιαμφισβήτητος ηγέτης αισθάνεται πολύ πλησίον του την ανάσα των πολιτικών αντιπάλων του, τουλάχιστον, όπως αποτυπώνεται η κατάσταση στις δημοσκοπήσεις.
Από την άλλη, το Κρεμλίνο βρίσκει έναν απροσδόκητο σύμμαχο στις συνεχείς και αγωνιώδεις προσπάθειές του να υπονομεύσει και να εξουδετερώσει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ατυχώς, όμως για αυτούς, η νέα πραγματικότητα η οποία διαμορφώνεται μετά το BREXIT και με την Γερμανία να αναμένει τον σχηματισμό της νέας της Κυβερνήσεως, φέρνει την Γαλλία στο προσκήνιο, μιας και είναι η μεγαλύτερη και ισχυρότερη δύναμη στην Ε.Ε. Ακόμη, είναι εκπεφρασμένη η βούληση του σημερινού Γάλλου Προέδρου στην κατεύθυνση της δημιουργίας μιας Ευρώπης ισχυρής, ενεργού στρατηγικού παράγοντα στις εξελίξεις οι οποίες συμβαίνουν στην διεθνή σκηνή.
Αυτό που ανησυχεί και δεν πρέπει να υποτιμάται, είναι η πρωτοφανής και παράδοξη σύγκλιση Τουρκίας με την Σερβία. Ο συντάκτης του παρόντος έχει προ αρκετών μηνών (κατά είχε πραγματοποιηθεί επίσκεψη του Σέρβου Προέδρου στην Άγκυρα) γράψει σχετικά με την προσέγγιση του Aleksandar Vučić και τις «περίεργες» δηλώσεις του. Όσοι γνωρίζουν την εικόνα την οποία έχει η Σερβική κοινή γνώμη για την Τουρκία προφανώς και θα απορούν. Όμως, εδώ έρχεται να παίξει τον ρόλο του ο Ρώσος Πρόεδρος. Είναι σχεδόν προφανές ότι πίσω από αυτή την προσέγγιση διακρίνεται αύρα χειρός Κρεμλίνου, δεδομένων ότι η Σερβία είναι περίπου, δορυφόρος της Ρωσίας -οι σχέσεις τους έχουν ιστορικό βάθος, πέραν της κοινής Σλαβικής καταγωγής και του κοινού θρησκευτικού δόγματος.
Μέχρι στιγμής, η Ευρώπη δεν είχε απαντήσεις, δίχως την Αμερικανική παρουσία και συνέργεια. Αυτό το έλλειμμα της Ένωσης ήταν εμφανές σε όλες τις κρίσεις μέχρι σήμερα είτε αυτές ελάμβαναν χώρα στον Ευρωπαϊκό χώρο είτε στον κρίσιμο γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά χώρο της Ευρασίας, με έμφαση στην Μέση Ανατολή (Γιουγκοσλαβική κρίση, επέμβαση στο Ιράκ, κρίση στην Υεμένη κ.ο.κ.).
Η πρόκληση, λοιπόν, είναι μεγάλη. Με τις ΗΠΑ να μετακινούν το γεωστρατηγικό τους ενδιαφέρον προς τον Ειρηνικό και στρέφουν την προσοχή προς την Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση είτε θα κατανοήσει την ευθύνη της έναντι των λαών της και εν γένει της Δύσης και θα λάβει γενναίες αποφάσεις είτε θα εκφυλισθεί μεταβαλλομένη σε κομπάρσο και παρατηρητή των εξελίξεων. Η Συμφωνία Μητσοτάκη-Μακρόν, συνιστά μία πρωτοποριακή πράξη στην κατεύθυνση της προοπτικής για τον σχεδιασμό Ευρωπαϊκού Αμυντικού δόγματος και κοινής Εξωτερικής πολιτικής. Αυτό, προφανώς συνεπάγεται επενδύσεις και δαπάνες για την διασφάλιση της απαιτουμένης ισχύος.
Τα όποια αδιευκρίνιστα σημεία στην Συμφωνία, προφανώς και πρέπει να αποσαφηνισθούν, ώστε να μην τίθεται ζήτημα παρερμηνείας των όρων της. Σε κάθε περίπτωση αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον η συζήτηση στην Βουλή, όπου ο Έλληνας Πρωθυπουργός θα ενημερώσει το Σώμα και τους πολιτικούς αρχηγούς …