«Λαχτάρησα μια χώρα…»
Την εξαιρετική δουλειά της παρουσίασε η ομάδα «Περί … έργων», ως ελάχιστο φόρο τιμής στην μνήμη του μεγάλου συνθέτη με την πανανθρώπινη εμβέλεια Μίκη Θεοδωράκη. Η θεατρική ομάδα «Περί…έργων» του Δήμου Αγίας Βαρβάρας, με μία καλοδουλεμένη παράσταση, ένα μουσικό χορόδραμα, παρουσίασε την πορεία ζωής του μέγιστου Μίκη, με την ορχήστρα να παίζει ζωντανά αποσπάσματα από το έργο του. Να σημειωθεί εδώ, ότι κατά την κρίση του συντάκτη του παρόντος, και μόνη η ύπαρξη ζωντανής ορχήστρας στην παράσταση συνιστά ένα μεγάλο τόλμημα, ένα μεγάλο βήμα καθώς ανακαλεί μνήμες από τις .. ηρωικές εποχές του θεάτρου -όπως, π.χ., τις ανεπανάληπτες παραστάσεις της Οδού Ονείρων με την μουσική του άλλου μεγίστου, Μάνου Χατζηδάκι-, όπου οι ορχήστρες ερμήνευαν ζωντανά την μουσική της παράστασης.
Όσοι παρακολουθούν θέατρο κατανοούν το ρίσκο του εγχειρήματος. Ένα ρίσκο που η σκηνοθέτις και οι συντελεστές της παράστασης ανέλαβαν και κατά κοινή ομολογία ανταποκρίθηκαν με απόλυτο τρόπο. Μας παρουσίασαν μία καλοδουλεμένη παράσταση με πλήρη ανάλυση των χαρακτήρων και συναισθημάτων, μία παράσταση που, σίγουρα, θα ζηλέψουν πολλοί «επαγγελματίες» και επαγγελματίες.
Η παράσταση είναι μία αδιάψευστη απόδειξη ότι, οι εραστές της Τέχνης μπορούν να είναι και είναι πολύ καλλίτεροι από τους … «συζύγους». Οι ηθοποιοί πατούσαν με σιγουριά στην σκηνή διατηρώντας την συγκέντρωση τους σε όλη την διάρκεια της παράστασης και καταλάβαιναν επακριβώς τι κάνουν, γεγονός που συνηγορεί στην πολύ καλή δουλειά που κάνει η υπεύθυνη της ομάδας –και μόνη που έχει επαγγελματική διαδρομή-, Μαρούσα Στρογγυόγλου.
Οι χορογραφίες του Παναγιώτη Περιστέρη εξαιρετικές και στην … κατάλληλη δόση, δημιουργούσαν μία σύνθεση που άξιζε κάθε λεπτό για όσους την παρακολούθησαν.
Όσο για την μουσική της παράστασης η ορχήστρα του «συνήθους υπόπτου» Γιώργου Κωνσταντόπουλου δεν χρειάζεται συστάσεις. Ήταν αυτή που είναι πάντοτε: ένα εξαιρετικό, αρμονικό σύνολο που «τα δίνει όλα» και μας συναρπάζει!
Είναι, πράγματι, αιτία να χαμογελά κανείς όταν τα φώτα της ράμπας σβήνουν και φεύγει από το θέατρο, έχοντας απολαύσει μία παράσταση που οι συντελεστές της έδωσαν όλη την ψυχή τους για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του έργου και –πρωτίστως- τους θεατές που έκαναν τον κόπο να τους παρακολουθήσουν.
Και η ομάδα αυτή της Αγίας Βαρβάρας, το πετυχαίνει! Φεύγοντας, είχα ειλικρινά την αίσθηση ότι το απόγευμα της Κυριακής μου ήταν ένα από αυτά που άξιζαν πραγματικά, με την .. λαχτάρα μου για καλό θέατρο να είναι πλήρως ικανοποιημένη! Αυτοί οι … «περί…εργοι» με παρέσυραν σε ένα ταξείδι στην Ελλάδα από το 1922, στην Ελλάδα της Κατοχής και του Εμφυλίου, στην χρυσή 10ετία του 1960, την Επταετία, την Μεταπολίτευση, ακολουθώντας δίπλα ως «συνοδοιπόρος» τα βήματα του Μεγάλου, του δικού μας Μίκη, δίνοντας την δυνατότητα να τον κατανοήσω ακόμη πιο βαθειά.
Είναι, πλέον, σαφές ότι, αυτή η ομάδα έχει να προσφέρει απείρως σημαντικά πράγματα στην διαδικασία παραγωγής πολιτισμού στη πόλη –και όχι, μόνον.
Αν μου επιτρέπεται, μία μικρή ένσταση. Οι υψωμένες γροθιές στο Άξιον Εστί θα μπορούσαν να εκλείπουν. Κατανοώ την συναισθηματική φόρτιση, αλλά, το Άξιον Εστί το γνωρίσαμε, για συγκεκριμένους ιστορικούς λόγους, «ως αριστεροί», ενώ θα έπρεπε να το προσεγγίζουμε και να το κατανοούμε ως Συμπαντικοί πολίτες. Είναι ένα «θεουργικό κείμενο και οι υψωμένες γροθιές κατατείνουν σε γραφικότητα. Αλλά, αυτό δεν ενοχλεί το όλον της παράστασης, την οποία όχι μόνο αξίζει, αλλά επιβάλλεται να παρακολουθήσουμε. Η παρατήρηση αυτή, συνιστά την προσέγγιση –ίσως, και την ιδιοτροπία- του γράφοντος και το κρατά για τον εαυτό του…
Τέλος, συγχαρητήρια αξίζουν και στον Δήμαρχο και το τμήμα Πολιτισμού του Δήμου –ιδιαιτέρως στην Διευθύντρια πολιτισμού κ. Ματίνα Λαζαράκη, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια του υποχρεωτικού καθήκοντος-, που στέκονται ουσιαστικά δίπλα στους ανθρώπους που αναλίσκονται με την προσφορά τους και στηρίζουν τις προσπάθειές τους.
Τον Περιφερειάρχη Αττικής εκπροσώπησε η Αντιπεριφερειάρχης κ. Μαριάννα Τουμαζάτου.
Επόμενες προγραμματισμένες παραστάσεις: Σάββατο 27 Απριλίου – ώρα:18.30 και Κυριακή 28 Απριλίου – ώρα: 19.30.
Λυκούργος Χατζάκος