Μ. Γραφάκος: Η αειφόρος ανάπτυξη, υπόθεση όλων μας
Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής – 04.08.2019
Σύμφωνα με το Global Footprint Network, ο ανθρώπινος πληθυσμός εξάντλησε τους πόρους που μπορεί να αναπληρώσει η γη μας κάθε χρόνο από τις 29 Ιουλίου. Από εδώ και μπρος έως το τέλος του χρόνου, ό,τι φυσικούς πόρους καταναλώνουμε, η πλανήτης δεν έχει την δυνατότητα να τους ανανεώσει σε διάστημα ενός έτους. Με άλλα λόγια, «δανειζόμαστε» πόρους από τις επόμενες χρονιές, και βεβαίως, αθροιστικά, και από τις επόμενες γενεές.
Η παραπάνω διαπίστωση είναι η παραδοχή της αποτυχίας μας να επιτύχουμε την αειφόρο ανάπτυξη. Ο όρος αειφόρος ανάπτυξη προσδιορίστηκε από τον ΟΗΕ το 1987, ως το είδος της ανάπτυξης που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ανταποκρίνονται στις δικές τους ανάγκες. Η έννοια δεν αποκλείει την οικονομική ανάπτυξη, αλλά αντιθέτως την συμπεριλαμβάνει ως σημαντικό μέρος της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Όπως δεν έχουν όλες οι χώρες το ίδιο μερίδιο στην ανάπτυξη, έτσι δεν έχουν και το ίδιο μερίδιο στην κατανάλωση των φυσικών πόρων. Ειδικά για την Ελλάδα, η ημέρα όπου καταναλώσαμε τους πόρους του έτους ήρθε ακόμη νωρίτερα, στις 20 Μαΐου. Η πρώτη χώρα της ΕΕ που πέρασε το κατώφλι ήταν το Λουξεμβούργο, στις 16 Φεβρουαρίου, που μαζί με το Κατάρ έχει τα θλιβερά πρωτεία στην σπατάλη των φυσικών πόρων. Η τελευταία στην ΕΕ είναι η Ισπανία, στις 28 Μαΐου. Σχεδόν στο όριο της αειφορίας βρίσκονται χώρες όπως ο Νίγηρας και η Μυανμάρ (25 Δεκεμβρίου) και το Κιργιστάν (26 Δεκεμβρίου).
Βλέπουμε μία άμεση συσχέτιση με την οικονομική ανάπτυξη των χωρών: οι πλούσιες οικονομίες σπαταλούν γρηγορότερα και περισσότερους πόρους.
Οι αιτίες του φαινομένου είναι πολλές. Η σημαντικότερη είναι η κλιματική αλλαγή και το φαινόμενο του θερμοκηπίου, που οδηγούν στην γρηγορότερη εξάντληση των φυσικών πόρων, ειδικά μάλιστα όταν αυτοί δεν μπορούν να προσαρμοστούν. Ήδη οι επιστήμονες έχουν γίνει μάρτυρες της δυσκολίας επιβίωσης της πανίδας ειδικά στους πόλους της γης, αλλά και της μετανάστευσης ειδών σε άλλα μήκη της γης, στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν τις ίδιες συνθήκες διαβίωσης. Ακόμη και ο άνθρωπος κάνει το ίδιο: είναι πια προφανές ότι η ερημοποίηση που παρατηρείται σε πολλές περιοχές του πλανήτη τροφοδοτεί τα μεταναστευτικά ρεύματα. Και όποιες πολιτικές στήριξης της οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες προέλευσης αυτών των προσφύγων της κλιματικής αλλαγής είναι καταδικασμένες να αποτύχουν, αν δεν προλάβουμε πρώτα την βασική αιτία, που είναι η ίδια η κλιματική αλλαγή.
Ο καταναλωτισμός είναι και αυτός μία παράμετρος. Η «γρήγορη μόδα» (fast fashion), δηλαδή η αγορά και χρήση των προϊόντων για λιγότερο χρόνο από τον δυνητικό χρόνο ζωής τους (ηλεκτρονικά, ένδυση) αντιβαίνουν επίσης την λογική της αειφορίας. Το ίδιο συμβαίνει και με τα τρόφιμα που καταναλώνουμε, είτε διότι πετούμε εύκολα τροφές, είτε διότι γινόμαστε μέρος της τροφικής αλυσίδας που ξεκινά από πολύ μακρυά μέχρι να φθάσει στο πιάτο μας, σπαταλώντας έτσι περισσότερους πόρους.
Τι μπορούμε να κάνουμε; Πολλά, ξεκινώντας από την καθημερινή μας συμπεριφορά. Να θεωρήσουμε την αειφορία ως μία ηθική αρχή που πρέπει να εφαρμόζουμε, έναντι των παιδιών μας. Συνειδητά μειώνουμε, ξανα-χρησιμοποιούμε, ανακυκλώνουμε τα προϊόντα. Ειδικά μάλιστα τα πλαστικά, που μολύνουν τις θάλασσές μας και την τροφική αλυσίδα. Καταναλώνουμε λιγότερο. Ας σκεφτούμε πριν αγοράσουμε, αν έχουμε πραγματικά ανάγκη το συγκεκριμένο προϊόν, και όσοι από εμάς έχουν τη δυνατότητα, ας εντάξουμε στα κριτήρια αγοράς και αυτό της περιβαλλοντικά ορθής παραγωγής. Στις μετακινήσεις μας, ας προτιμήσουμε τα μαζικά μέσα μεταφοράς, διότι το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα είναι σαφώς μικρότερο από τα ιδιωτικά μας αυτοκίνητα.
Τι να κάνουμε ως πολιτεία; Έχουμε την υποχρέωση να ενθαρρύνουμε αυτές τις συμπεριφορές. Αυτό συνεπάγεται ενεργές πολιτικές, όπως τα προγράμματα έκπτωσης φόρου για την ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων ή η βελτίωση των υπηρεσιών των μέσων μαζικής μεταφοράς, ειδικά στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, ώστε να τα καταστήσουμε αξιόπιστες εναλλακτικές για τους κατοίκους που θα αφήσουν τα ΙΧ. Δεν αρκούν όμως αυτά. Πρέπει άμεσα να επεκτείνουμε την ανακύκλωση με τον διαχωρισμό των ρευμάτων, ξεκινώντας από τα οργανικά απόβλητα, καθώς επίσης να αξιοποιήσουμε νέες τεχνολογίες για καλύτερη επεξεργασία των απορριμμάτων προς όφελος της οικονομίας και του περιβάλλοντος. Και ακόμη, να ενθαρρύνουμε περιβαλλοντικά ορθές συμπεριφορές από το σχολείο, ή με κίνητρα, όπως εφαρμόζονται σε κάποιες χώρες, όπως ο χαμηλότερος ΦΠΑ για εργασίες συντήρησης και μεταποίησης.
Τελειώνοντας, μία λέξη για τον επιχειρηματικό κόσμο. Είναι καιρός και οι μικρότερες εταιρείες να ενσωματώσουν στην εταιρική τους κουλτούρα τις αρχές της αειφορίας. Οι καταναλωτές είναι πια πιο προσεκτικοί. Η αειφορία δεν είναι πια πολυτέλεια, είναι ένας μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας και φυσικά προϋπόθεση επιβίωσης.