Σαν σήμερα
Αφιέρωμα 28η Οκτωβρίου 1940: Η επέτειος του ΟΧΙ
Published
3 έτη agoon

Είναι αξημέρωτα της Δευτέρας της 28ης Οκτωβρίου 1940, όταν ένας επίμονος ήχος από σειρήνες μεταφέρει την είδηση του πολέμου, που είχε αρχίσει ουσιαστικά 2,5 μήνες πριν, στις 15 Αυγούστου, με τη βύθιση του ευδρόμου «Ελλη».
Σύμφωνα με άρθρο της ιστορικού, Μαρίνας Πετράκη, σητν «Καθημερινή», αυτό το χρονικό διάστημα δόθηκε ο χρόνος στην ελληνική κυβέρνηση να εντείνει τις προσπάθειες για ολοκλήρωση της στρατιωτικής και πολιτικής προετοιμασίας της χώρας, η οποία επί της ουσίας είχε ξεκινήσει τρία χρόνια πριν με την κατασκευή της οχυρωματικής γραμμής στα βόρεια σύνορα (Γραμμής Μεταξά) για να αντιμετωπισθεί ενδεχόμενη επίθεση από την Βουλγαρία.
Η κατάληψη της Αλβανίας από τα ιταλικά στρατεύματα τον Απρίλιο 1939 επέβαλαν τον επανασχεδιασμό της αμυντικής πολιτικής.
Μαζί με την στρατιωτική προετοιμασία της χώρας μπαίνει σε εφαρμογή το σχέδιο πολιτικής επιστράτευσης, βάσει της οποίας ο πληθυσμός όλης της χώρας αδιακρίτως φύλου και άπαντες οι οργανισμοί όφειλαν να «συντρέχωσι και συνεισφέρουσι εις την Εθνικήν Αμυναν υποκείμενοι εις πειθαρχίαν πολέμου».
Η απόφαση του Ιωάννη Μεταξά να απορρίψει το ιταλικό τελεσίγραφο έθεσε άμεσα σε λειτουργία την πολεμική μηχανή. Οι επιστρατευμένοι νέοι εισρέουν κατά χιλιάδες στα έμπεδα να καταταγούν.
Όπως γράφει η κ. Πετράκη, «με ενθουσιασμό και πάθος, που συνδαύλιζαν οι σημαίες, τα πολεμικά εμβατήρια και η φωνή του εκφωνητή στο ραδιόφωνο, ντύνονται στο χακί και ξεκινούν για το μέτωπο ωσάν να πηγαίνουν σε γιορτή. Και ήταν πράγματι γιορτή. Η πιο λαμπρή γιορτή της νεότερης ελληνικής Ιστορίας. Αν και είχαν στη διάθεσή τους πέντε ημέρες για να παρουσιαστούν, το ογδόντα τοις εκατό παρουσιάστηκε την πρώτη μέρα. Εκείνη πραγματικά η άψογα οργανωμένη «ταχύρρυθμη επιστράτευση» αποτέλεσε την πρώτη ιταλική αποτυχία και την πρώτη μεγάλη ελληνική νίκη».



Το χρονικό του «ΟΧΙ»
Η Επέτειος του «ΟΧΙ» μνημονεύει την άρνηση της Ελλάδας στις ιταλικές αξιώσεις που περιείχε το τελεσίγραφο που επιδόθηκε από τον Ιταλό πρέσβη Εμανουέλε Γκράτσι στον Ιωάννη Μεταξά την 28η Οκτωβρίου του 1940.
Συνέπεια της άρνησης αυτής ήταν η είσοδος της Χώρας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Η ημερομηνία αυτή καθιερώθηκε να εορτάζεται στην Ελλάδα και την Κύπρο κάθε χρόνο ως επίσημη εθνική εορτή και αργία.
Λίγο μετά τις 3 τα ξημερώματα της 28 Οκτωβρίου του 1940 η τότε Ιταλική Κυβέρνηση απέστειλε στην Ελλάδα τελεσίγραφο, δια του Ιταλού Πρέσβη στην Αθήνα, ο οποίος και το επέδωσε ιδιόχειρα στον Ιωάννη Μεταξά, στην οικία, στην Κηφισιά.
Απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του Ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Βασιλείου της Ελλάδος (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του, στη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική.
Μετά την ανάγνωση του κειμένου ο Μεταξάς έστρεψε το βλέμμα του στον Ιταλό Πρέσβη και του απάντησε στα γαλλικά (επίσημη διπλωματική γλώσσα) την ιστορική φράση: «Alors, c’est la guerre» (Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο), εκδηλώνοντας έτσι την αρνητική θέση επί των ιταλικών αιτημάτων.
Ο ίδιος ο Γκράτσι στα απομνημονεύματά του, που εξέδωσε το 1945, περιγράφει τη σκηνή:
«Μόλις καθίσαμε, του είπα ότι η κυβέρνησή μου μού είχε αναθέσει να του κάνω μία άκρως επείγουσα ανακοίνωση και χωρίς άλλα λόγια του έδωσα το κείμενο. Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Τα χέρια που κρατούσαν το χαρτί έτρεμαν ελαφρά, και μέσα από τα γυαλιά έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν όπως συνήθιζε όταν ήταν συγκινημένος. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο και μου είπε με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή φωνή: «Alors, c’est la guerre!» (λοιπόν έχουμε πόλεμο).
Τού απάντησα ότι η ιταλική κυβέρνηση ήλπιζε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα δεχόταν τα αιτήματά της και θα άφηνε να περάσουν ελεύθερα τα ιταλικά στρατεύματα τα οποία θα άρχιζαν τις μετακινήσεις τους στις 6 το πρωί. Ο Μεταξάς με ρώτησε τότε πως θα μπορούσα να σκεφτώ ότι ακόμα και αν είχε πρόθεση να ενδώσει θα του ήταν δυνατόν μέσα σε τρεις ώρες να λάβει τις διαταγές του βασιλιά και να δώσει τις απαραίτητες οδηγίες για την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων».
— Εμμανουέλε Γκράτσι, Η αρχή του τέλους, Εστία. 1980, σελ. 285

Ο Μεταξάς εκείνη τη στιγμή είχε εκφράσει το ελληνικό λαϊκό συναίσθημα, την άρνηση της υποταγής, και αυτή η άρνηση πέρασε στον τότε ελληνικό Τύπο με την λέξη «ΟΧΙ».
Σημειώνεται πως αυτούσια η λέξη «ΟΧΙ» παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά ως τίτλος στο κύριο άρθρο της εφημερίδας Ελληνικό Μέλλον του Ν. Π. Ευστρατίου στις 30 Οκτωβρίου του 1940.
Ακολούθως υιοθετήθηκε ως σύνθημα, και από άλλες εφημερίδες, και για ακόλουθες περιστάσεις, όπως το εξώφυλλο της εφημερίδας Η Βραδυνή, στις 6 Απριλίου 1941 με αφορμή την Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα.
Στις 05.30 ξεκίνησε ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος με την αιφνιδιαστική εισβολή (το τελεσίγραφο όριζε ότι η επίθεση θα ξεκινούσε στις 6 π.μ.) των ιταλικών στρατευμάτων στην Ήπειρο, οπότε η Ελλάδα αμυνόμενη εισήλθε στον πόλεμο.
Το λεγόμενο «Έπος του Σαράντα», το οποίο ακολούθησε, και οι μεγάλες νίκες που ο ελληνικός στρατός κατήγαγε εις βάρος των Ιταλών, καθιερώθηκε να γιορτάζονται κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου, την ημέρα της επίδοσης του ιταλικού τελεσιγράφου και της άρνησης του Ιωάννη Μεταξά να συναινέσει.
Η επέτειος του «ΟΧΙ» γιορτάστηκε για πρώτη φορά στα χρόνια της Κατοχής. Στο κεντρικό κτίριο και στον προαύλιο χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών πραγματοποιήθηκε ο πρώτος εορτασμός στις 28 Οκτωβρίου 1941. Γίνονταν ομιλίες από τους φοιτητές, ενώ μίλησε για την επέτειο την παραμονή και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο οποίος αρνήθηκε να κάνει μάθημα την ημέρα της επετείου με αποτέλεσμα να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο.
Στην δεύτερη επέτειο (28/10/1942), ο εορτασμός έγινε στην Πλατεία Συντάγματος με πρωτοβουλία των οργανώσεων ΕΠΟΝ και ΠΕΑΝ. Υπήρχε ανησυχία για το πώς θα αντιδράσουν οι ιταλικές δυνάμεις κατοχής, οι οποίες όμως δεν παρενέβησαν. Εκδηλώσεις και διαδηλώσεις εκείνη την ημέρα έγιναν και σε άλλες πόλεις. Στον Πειραιά πραγματοποιήθηκαν ολιγοπληθείς συγκεντρώσεις, ανέβαινε κάποιος σε μια καρέκλα, έβγαζε ένα σύντομο λόγο, και κατόπιν διαλύονταν, για να αποφύγουν επέμβαση των καραμπινιέρων.
Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για το τι έγινε στις 28 Οκτωβρίου 1943. Σύμφωνα με τον Ηλία Βενέζη γιορτάστηκε η επέτειος στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, στην πλατεία Κοτζιά (ο Βενέζης ήταν τότε υπάλληλος της τράπεζας). Κατέφθασαν όμως οι Γερμανοί, που είχαν την ευθύνη της αστυνόμευσης πλέον, υποχρέωσαν όσους συμμετείχαν να σταθούν με τα χέρια ψηλά μέχρι το βράδυ, ενώ έστειλαν και είκοσι περίπου από αυτά τα άτομα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κάποια δεν επέστρεψαν.
Για πρώτη φορά η επέτειος γιορτάστηκε επίσημα στις 28 Οκτωβρίου 1944 με παρέλαση ενώπιον του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου.



Διάγγελμα του Ιωάννη Μεταξά προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940)
Προς τον ελληνικόν λαόν,
Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν διά την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της. Μολονότι επεδείξαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητα και ίσην, προς όλους, η Ιταλία μη αναγνωρίζουσα εις ημας το δικαίωμα να ζώμεν ως ελεύθεροι Έλληνες μου εζήτησεν σήμερον την 3ην πρωινήν ώραν, την παράδοσιν τμημάτων του εθνικού εδάφους κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν ότι προς κατάληψιν αυτών η κίνησις των στρατευμάτων της θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρέσβυν ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται τούτο ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος.
Έλληνες,
τώρα θα αποδείξωμεν εάν είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας, την οποίαν μας εξησφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλον το Έθνος ας εγερθή σύσσωμον, αγωνισθήτε διά την Πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά σας, και τας ιεράς μας παραδόσεις.
Νυν υπέρ πάντων ο αγών
Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως
Ιωάννης Μεταξάς
Διάγγελμα του Βασιλιά Γεωργίου Β΄ προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940)
Πρὸς τὸν ἑλληνικὸν λαόν,
Ὁ πρόεδρος τῆς Κυβερνήσεως ἀνήγγειλε πρὸ ὀλίγου ὑπὸ ποίους ὅρους ἠναγκάσθημεν νὰ κατέλθωμεν εἰς πόλεμον κατὰ τῆς Ἰταλίας, ἐπιβουλευθείσης τὴν ἀνεξαρτησίαν τῆς Ἑλλάδος.
Κατὰ τὴν μεγάλην αὐτὴν στιγμὴν εἶμαι βέβαιος, ὅτι κάθε Ἕλλην καὶ κάθε Ἑλληνὶς θὰ ἐπιτελέσῃ τὸ καθῆκον μέχρι τέλους καὶ θὰ φανῇ ἀντάξιος τῆς ἐνδόξου ἡμῶν ἱστορίας.
Μὲ πίστιν εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὰ Πεπρωμένα τῆς φυλῆς, τὸ Ἔθνος σύσσωμον καὶ πειθαρχοῦν ὡς εἷς ἄνθρωπος θὰ ἀγωνισθῇ ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν μέχρι τῆς τελικῆς νίκης.
Ἐν τοῖς ἀνακτόροις τῶν Ἀθηνῶν τῇ 28ῃ Ὀκτωβρίου 1940
Γεώργιος Β΄
Μήνυμα Αρχιεπισκόπου Αθηνών προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940)
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και ο πρόεδρος της εθνικής ημών κυβερνήσεως καλούν ημάς πάντας ίνα αποδυθώμεν εις Άγιον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αμυντικόν αγώνα. Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν ότι τα τέκνα της Πατρίδος ευπειθή εις το κέλευσμα Αυτής και του Θεού θα σπεύσουν εν μιά ψυχή και καρδιά ν΄ αγωνισθούν υπέρ βωμών και εστιών και της Ελευθερίας και τιμής και θα συνεχίσουν ούτω την απ΄ αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσουν τον ωραίον θάνατον από την άσχημον ζωήν της δουλείας. Και μη φοβούμεθα από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι, ας φοβούμεθα δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχή και σώμα απωλέσαι.
Επιρρίψωμεν επί Κύριον την μέριμναν ημών και Αυτός θα είναι βοηθός και αντιλήπτωρ εν τη αμύνη κατά της αδίκου επιθέσεως των εχθρών. Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις, ημείς δε εν ονόματι Κυρίου του Θεού και εν τη γενναιότητι και ανδρεία μεγαλυνθησόμεθα.
Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός είη ματά πάντων ημών.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρύσανθος.
Ημερήσια Διαταγή Αρχιστράτηγου (28-10-1940)
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και η Εθνική Κυβέρνησις μου ενεπιστεύθησαν την αρχηγίαν του Στρατού.
Αναλαμβάνων αυτήν, καλώ τους Αξιωματικούς και οπλίτας του Ελληνικού Στρατού εις την εκτέλεσιν του υψίστου προς την Πατρίδα καθήκοντος με την μεγαλυτέραν αυταπάρνησιν και σταθερότητα. Ουδείς πρέπει να υστερήσει.
Η υπόθεσις του αγώνος, τον οποίον μας επέβαλεν ο αχαλίνωτος ιμπεριαλισμός μιας Μεγάλης Δυνάμεως, η οποία ουδέν είχε ποτέ να φοβηθή από ημάς, είναι η δικαιοτέρα υπόθεσις, την οποίαν είναι δυνατόν να υπερασπισθή ένας Στρατός. Πρόκειται περί αγώνος υπάρξεως. Θα πολεμήσωμεν με πείσμα, με αδάμαστον εγκαρτέρησιν, με αμείωτον μέχρι τελευταίας πνοής ενεργητικότητα. Έχω ακράδαντον την πεποίθησιν ότι ο Ελληνικός Στρατός θα γράψη νέας λαμπράς σελίδας εις την ένδοξον ιστορίαν του Έθνους.
Μή αμφιβάλλετε ότι τελικώς θα επικρατήσωμεν με την βοήθειαν και την ευλογίαν του Θεού και τας ευχάς του Έθνους.
Έλληνες Αξιωματικοί και οπλίται φανήτε ήρωες!
Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος
Τηλεγράφημα Τσώρτσιλ προς Ι. Μεταξά (28-10-40)
Προς Πρωθυπουργόν Ελλάδος κ. Ι. Μεταξά
Λονδίνο 28 Οκτωβρίου 1940
Αι απειλαί και αι εκφοβιστικαί προσπάθειαι της Ιταλίας απεδείχθησαν ανίσχυροι προ του ηρέμου θάρρους σας. Δι΄ ο και προσέφυγεν αύτη εις απρόκλητον επίθεσιν κατά της πατρίδος σας, αναζητούσα εις αβασίμους κατηγορίας την δικαίωσιν της επαισχύντου πράξεώς της. Ο τρόπος κατά τον οποίον ο ελληνικός λαός, υπό την ανταξίαν αυτού ηγεσίαν σας, αντιμετώπισε τους κινδύνους και τας προκλήσεις των τελευταίων μηνών, προκαλεί τον θαυμασμόν του Βρεττανικού λαού διά την Ελλάδα. Αι μεγάλαι αρεταί του ελληνικού λαού θα τον στηρίξουν και κατά την παρούσαν δοκιμασίαν.
Θα σας παράσχωμεν πάσαν δυνατήν συνδρομήν, θα πολεμήσωμεν μαζί σας τον κοινόν εχθρόν και μαζί θα μοιρασθώμεν την νίκην μας.
Ουΐνστων Τσώρτσιλ



27 Οκτωβρίου 1940, μια μέρα πριν
Κυριακή 27 Οκτωβρίου 1940
Αθήνα, πρωί
Εορτάζεται στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο η επέτειος της φασιστικής επανάστασης. Ο πρεσβευτής Γκράτσι είναι παρών, καθώς και σχεδόν όλη η μικρή ιταλική παροικία της Αθήνας. Εντούτοις, η ατμόσφαιρα είναι παγερή, εξαιτίας της αβεβαιότητας που διακατέχει σε μεγάλο βαθμό τους προσκεκλημένους για τις επικείμενες εξελίξεις στο επίπεδο των διμερών ελληνοϊταλικών σχέσεων.
Θεσσαλονίκη, πρωί
Αποδίδοντας πιστά το κλίμα της ημέρας, ο Γεώργιος Βαφόπουλος γράφει: «Ήταν το πρωί της Κυριακής της 27ης Οκτωβρίου 1940. Κι ακούσθηκε ο λόγος του δημάρχου [Θεσσαλονίκης] βαρύς, με φανερούς υπαινιγμούς για τον εχθρό, που δεν κατονομαζόταν, που ήταν όμως γνωστός, που τον ψιθύριζαν τα χείλη του κόσμου… Κι η καρδιά μου σφιγγόταν από την αναμονή της ενδεχόμενης συμφοράς, και δάκρυζα για τη μοίρα του τόπου μου…».
Αθήνα, βράδυ
Ο Εμανουέλε Γκράτσι διέρχεται τις βραδινές ώρες στην οικία της οικογένειας Βλαστού, όπου και, φαινομενικά εύχαρις, διηγείται περιστατικά από ανέκδοτα παίζοντας μπριτζ. Εμφανώς, επιδιώκεται να ενισχυθεί η εντύπωση ότι δεν επίκειται κάποιο έκτακτο γεγονός.
Κάρυστος
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, εξόριστος στην Κάρυστο, υπείκοντας σ’ ένα απροσδιόριστο προαίσθημα, γράφει δύο έμμετρα επιγράμματα αφιερωμένα στην Ελλάδα. «Φαίνεται», σημειώνει ο ίδιος, «ότι η μοναξιά της εξορίας εντείνει την επαφήν της ψυχής με το πνεύμα της ιστορίας».
Βερολίνο, μεσάνυχτα
Το ιδιαίτερο γραφείο του Αδόλφου Χίτλερ πληροφορείται από τη Ρώμη, μέσω του στρατηγού Φον Ρίντελεν, ότι η ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδος θα εκδηλωθεί την επομένη, Δευτέρα 28 Οκτωβρίου. Ο δε Γκαλεάτσο Τσιάνο, με ημερομηνία 27ης Οκτωβρίου, καταγράφει: «Ήδη οι τέσσερες διπλωμάτες, Γερμανός, Ιάπων, Ισπανός και Ούγγρος, εις τους οποίους ενεχείρισα το κείμενο του τελεσιγράφου προς την Ελλάδα, εξεπλάγησαν».
Ελληνοαλβανικά σύνορα, μεσάνυχτα
Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι ιταλικά στρατιωτικά αγήματα προελαύνουν προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα, όπου και παρατάσσονται σε διάταξη επιθετική. Ενώ από το σούρουπο βρέχει ασταμάτητα, άγρυπνα τα προκεχωρημένα ελληνικά φυλάκια παρακολουθούν τις κινήσεις τους. Όσο περνά η ώρα, ενισχύεται η εντύπωση ότι επίκειται από την αντίπερα όχθη πολεμική πρωτοβουλία. «Συνδυάζων πληροφορίας και φήμας και ημερομηνίας, απέκτησα πεποίθησιν ότι πρόκειται περί σκηνοθεσίας δι’ επικείμενην αύριον ίσως επίθεσιν», σημειώνει ο Μεταξάς στο ημερολόγιό του.
Ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, διοικητής της VIII Μεραρχίας, είναι στα Γιάννενα δέκτης των ανησυχητικών μηνυμάτων που του διαβιβάζουν από το μέτωπο ο Κωνσταντίνος Δαβάκης και ο συνταγματάρχης Μαυρογιάννης, αρχηγός του Πυροβολικού της Μεραρχίας. Και διαμηνύει στο Γενικό Επιτελείο την προσωπική του πλέον άποψη ότι η ιταλική επίθεση είναι πιθανό να εκδηλωθεί την επομένη το πρωί –ίσως και κατά τη νύχτα– τονίζοντας αποφασιστικά: «Δεν θα περάσουν οι Ιταλοί από το Καλπάκι!».
Ρώμη, 1 μετά τα μεσάνυχτα
Το κρατικό ραδιόφωνο αναγγέλλει ότι έληξε η περίοδος της ανεκτικότητας της Ιταλίας έναντι της Ελλάδος…
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Σβολόπουλου «1940. Οι τελευταίες ημέρες του Οκτωβρίου», Εκδόσεις Πατάκη (Αθήνα, 2016).

Πως είδε ο τουρκικός Τύπος την 28η Οκτωβρίου του ’40
Η ηρωική αντίσταση της Ελλάδας στην απόπειρα της φασιστικής Ιταλίας να εισβάλει στο έδαφός της, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940, αλλά και η προέλαση του ελληνικού στρατού στην υπό κατοχή αλβανική ενδοχώρα προκάλεσαν τον θαυμασμό όχι μόνο των δυτικών συμμάχων, αλλά και της γείτονος Τουρκίας.
Η αρθρογραφία των τουρκικών εφημερίδων της εποχής αποτελεί αψευδή μάρτυρα των αισθημάτων συμπαράστασης και των επαίνων που είχαν προκαλέσει τα ελληνικά κατορθώματα εναντίον ενός σαφώς υπέρτερου, υλικά και αριθμητικά, αντιπάλου. Πρόκειται για μια περίοδο που ο Ισμέτ Ινονού, έχοντας υπερισχύσει στον αγώνα εξουσίας που είχε λάβει χώρα μετά τον θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ τον Νοέμβριο 1938, είχε αναγορευθεί σε «εθνικό ηγέτη» (Milli Şef) της Τουρκίας.
* Με πληροφορίες: Καθημερινή, Wikipedia
πηγή: kathimerini.gr
You may like
Σαν σήμερα
31 Αυγούστου 1922: Η τραγική επέτειος του εμπρησμού της Σμύρνης
Published
7 μήνες agoon
30 Αυγούστου, 2024
Η 31η Αυγούστου του 1922 έχει χαραχτεί στην ελληνική συλλογική μνήμη ως η ημέρα έναρξης της Kαταστροφής της Σμύρνης που αποτέλεσε και τον τραγικό επίλογο της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Στις 31 Αυγούστου του 1932, όταν συμπληρώνονταν δέκα μόλις χρόνια από τα τραγικά εκείνα γεγονότα όλα ήταν ακόμα νωπά. Γράφουν όχι ιστορικοί αλλά εκείνοι που έζησαν την ανείπωτη τραγωδία.

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ»,31.8.1932, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γράφουν τα «ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ»:
«Είνε η σημερινή, η τραγικώτατη επέτειος του εμπρησμού της Σμύρνης. Το μίσος και η διαβολική μανία της καταστροφής του Ασιάτου βαρβάρου, σαν σήμερα προ δέκα χρόνων, έβαλαν φωτιά από “δεκατέσσερες μεριές” στη Σμύρνη, τη Σμύρνη την ελληνική, τη Σμύρνη την αξέχαστη, τη Σμύρνη τη χιλιοτραγουδισμένη, τη Σμύρνη μας, τη Σμύρνη μας, τη Σμύρνη μας. (…)
»Ο Νουρεδίν, βαλής της Σμύρνης, αυτός εμελέτησεν, εσχεδίασε, διέταξε τον εμπρησμόν και έκανεν ό,τι εχρειάζετο διά να υπάρξη ο εμπρησμός αυτός αποφασιστικός. (…)
»Η πολιτική, η διπλωματία, η “λήθη” των περασμένων καλά και άγια. Αλλά υπήρχε κάτι καλλίτερον και κάτι αγιώτερον από όλα αυτά. Το αίμα των ανθρώπων που εχύθη εκεί πέρα μια μέρα σαν αυτή προ δέκα χρόνων.
»Η επίσημη πολιτική μιας χώρας έχει το δικαίωμα και μάλιστα και το καθήκον να ξέρη να ξεχνά. Ημείς οι άλλοι οφείλομεν να πειθαρχούμε. Σύμφωνοι. Αλλ’ αυτό μας το καθήκον δεν σημαίνει διόλου πως πρέπει και να ξεχνάμε. (…)
»Η γενεά η δική μας, η γενεά που έζησε τη χαρά του λευτερωμού της Σμύρνης, αλλά και τον ανείπωτο πόνο της καταστροφής και του χαμού της, δεν μπορεί και ούτε πρέπει να ξεχάση. Να σφίξη την καρδιά, να δαγκώση τα χείλη, να πειθαρχήση; Ναι. Αλλά μόνον αυτά. Να ξεχάση; Ποτέ. Πώς θα μπορούσε πρώτον να ξεχάση; Και πώς δεύτερον δεν θα πρόδιδε τον πόνο της- δηλαδή ό,τι την ανυψώνει περισσότερο – αν, έστω τα κατάφερνε να λησμονήση;
»Να ξεχάσωμε; Εμείς δεν μπορούμε να ξεχάσωμε. Λοιπόν θα θυμόσαστε! Θα θυμόσατε πάντα!
Ο εμπρησμός
»Σαν σήμερα το απόγευμα, κατά τας 2 η ώρα, μυστηριωδώς ενεφανίσθη εις τη Σμύρνη η φωτιά. Από δύο – τρία σημεία. Πού πρώτα; Ποιος ξέρει; Στην Αγία Κατερίνη; Στ’ Αρμένικα; Στα Γυαλάδικα; Στο νοσοκομείο; Ποιος θα μπορούσε να το πη; Αι πληροφορίαι συγκρούονται και το πράγμα είναι ευεξήγητο, διότι οι διάφοροι αυτόπται αποδίδουν την αρχή της φωτιάς εις το σημείον που υπέπεσε πρώτον στην αντίληψι του καθενός. Αλλά τα σημεία εις τα οποία ενεφανίσθη ταυτοχρόνως η φωτιά ήσαν πολλά γιατί και το κακόν ήταν ωργανωμένον. (…)
»Ο λοχαγός κ. Παπαϊωάννου, εις το ημερολόγιόν του (…) γράφει ότι κατέστη αδύνατον να γνωσθή από πού πρώτον εξεπήδησαν αι φλόγες που έκαναν τη Σμύρνη στάχτη και περιορίζεται με λιτότητα στρατιωτικήν να γράψη τα εξής:
Την Τετάρτην το απόγευμα ήρχισεν από πολλά σημεία η πυρκαϊά της Σμύρνης, την δε νύχτα από της φλόγες εφωτίζετο ολόκληρος η Σμύρνη και ο λιμήν.
»Έτσι η Σμύρνη, “η κορώνα της Ιωνίας”, όπως λέγει ο κ. Προκοπίου εις ένα ωραίο βιβλιαράκι του – «η Σμύρνη με τους χαρούμενους χριστιανικούς μαχαλάδες της και τα ντουρσέκια της, με τα χαριτωμένα σπιτάκια της, με τα σαχνισίνια της, με τα μερακλίδικα και στολισμένα με γλάστρες μπαλκόνια της, με της είκοσι μεγάλες εκκλησίες και τα καμπαναριά της, το μουσείο και τη βιβλιοθήκη και τα σχολεία της, με την ευαγγελική της σχολή, πνευματικό φάρο της ελληνικής Μικράς Ασίας και το νοσοκομείο της, η Σμύρνη με τα πλούτη της και τα φώτα της και της ωμορφιές της, η Σμύρνη η ζηλευτή και χαριτωμένη, η γεμάτη μαγεία, η καμαρωτού, η ανοιχτόκαρδη, η φιλόξενη, η εύθυμη, η τιμημένη, η θρήσκα, η Ελληνοπούλα, η Γκιαούρ Ισμίρ, έγινε σε λίγες ώρες μια φοβερή κόλασις φωτιάς και καπνού, για να καταλήξη σε δυό μέρες ένα φρικτό καρβουναριό γεμάτο αποκαΐδια, μια πελώρια έκτασις ερειπίων και φοβεράς άσβολης από την οποίαν ανεδίδετο επί ημέρας η φρικιαστική τσίκνα καμένων σαρκών, ζώων και άνθρωπων που απετεφρώθησαν μέσα στα σπίτια φρικτά ολοκαυτώματα».
Στην προκυμαία
»Όσω για της σκηνές της φρίκης και της κολάσεως που εξετυλίχθησαν τότε, ποιος θα είχε το κουράγιο να της περιγράψη; Ποιος θα μπορούσε να δώση μίαν έστω και μόνον σχετικώτατα αξία της φρίκης, της πραγματικότητος εντύπωσι από της τραγωδίες που εξετυλίχθησαν εκείνη την Τετάρτη ιδίως, εις τους δρόμους και της συνοικίες της Σμύρνης;
»Πώς θα ήτο δυνατόν να περιγραφή η σκηνή του καταποντισμού της γκαζελίνης, της μεγάλης βενζινακάτου η οποία αναποδογύρισε υπό το βάρος του αμέτρου κόσμου των γυναικοπαίδων τα οποία διωκόμενα από τη φωτιά και το βόλι ή το φάσγανον των εμπρηστών και των σφαγέων εζητούσαν τη σωτηρία όπου μπορούσαν;

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ»,31.8.1932, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
»Ποιος θα πη για της Ελληνοπούλες που ητιμάσθησαν εμπρός εις τα μάτια ανίσχυρων αδελφών ή πατέρων, για τις μάνες από της ανοιχθείσες με σκληρότατον αστσάλι κοιλιές των οποίων απεσπάσθησαν οι άωροι καρποί;
»Ποιος για τα παλληκάρια που εσφάγησαν σαν αρνιά; Ποιος για τους ιερείς που εκρεμάσθησαν; (…) Για τους γέρους που αφέθηκαν να καούν σαν ποντίκια μέσα εις τα πυρπολούμενα σπίτια, ποιος για την αγωνία των ανθρώπων που ηναγκάσθησαν να καταφύγουν εις τους τάφους του νεκροταφείου, διαμφισβητούντες μια γωνιά από τους σκελετούς και τα λείψανα, διότι είχε πραγματοποιηθή η φρίκη που ο λαός εικονίζει με την σπαρακτικήν επίκλησιν “εβγάτε πεθαμμένοι να μπουν οι ζωντανοί”;
Πηγή: tanea.gr
Σαν σήμερα
ΒΙΝΤΕΟ: Οδοιπορικό «ελευθερίας» 28 χρόνια μετά τις δολοφονίες των Ισαάκ-Σολωμού
Published
8 μήνες agoon
14 Αυγούστου, 2024
28 χρόνια μετά τις δολοφονίες των Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού, από τους Τούρκους στην περιοχή της Νεκρής Ζώνης στη Δερύνεια, η μνήμη τους παραμένει ζωντανή.
Το απόγευμα οι δρόμοι της ελεύθερης Κύπρου γέμισαν με μοτοσικλετιστές που επανέλαβαν την ανάγκη επικράτησης της μνήμης απέναντι στη λήθη και το αίτημα για δικαίωση των θυσιών των δυο παλικαριών.
Στη Λευκωσία οι μοτοσικλετιστές συγκεντρώθηκαν στο ΓΣΠ.
Το διήμερο οδοιπορικό μνήμης και αντίστασης από την «Πρωτοβουλία Μνήμης Ισαάκ – Σολωμού», έχει κεντρικό πυρήνα τις τέσσερις βουνοκορφές της ελεύθερης Κύπρου και ορίζοντα τον κατεχόμενο Πενταδάκτυλο.
Μοτοσικλετιστές, δρομείς, ποδηλάτες και κολυμβητές, καταλήγουν στο κοιμητήριο Παραλιμνίου, όπου βρίσκονται οι τάφοι των δυο ηρώων. Εκεί, όπου είναι θαμμένοι οι δύο ήρωες, πλήθος κόσμου μαζεύτηκε για να τιμήσει τη θυσία τους. Στο σημείο βρέθηκε η ανταποκρίτρια του Alpha σε Λάρνακα και ελεύθερη Αμμόχωστο, Κατερίνα Ιωάννου.
Οι εκδηλώσεις θα ολοκληρώνονται στο κατοχικό οδόφραγμα της Δερύνειας, όπου αρκετοί από τους συμμετέχοντες θα διανυκτερεύσουν.
Την Κυριακή 11 Αυγούστου ήταν η 28η επέτειος της δολοφονίας των δυο ηρώων και το μνημόσυνο θα τελεστεί από τον ιερό ναό Αγίου Δημητρίου στο Παραλίμνι.
Δείτε το ρεπορτάζ της Όλγας Κωνσταντίνου:
Πηγή: alphanews.cy
Σαν σήμερα
«ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ»: 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Published
9 μήνες agoon
20 Ιουλίου, 2024
Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο με την κωδική ονομασία «Αττίλας». Πενήντα χρόνια και κανείς δεν ξέχασε τους αδικοχαμένους Κύπριους που έπεσαν υπέρ πίστεως και πατρίδος αλλά και τους αγνοουμένους. Δεν ξέχασαν οι μανάδες που αναζητούσαν επί χρόνια τα παιδιά τους και έσβησαν με το μαχαίρι του πόνου στην καρδιά. Δεν ξέχασε η πολιτική ηγεσία και η Εκκλησία της Κύπρου που φροντίζουν να κρατούν ζωντανή τη μαύρη επέτειο και να διεθνοποιούν το θέμα της παράνομης εισβολής στην Κύπρο που έκοψε στα δυό τη Μεγαλόνησο. Δεν ξεχνούν όμως και οι ξεριζωμένοι που πηγαίνουν στη Βόρεια Κύπρο και βλέπουν το σπιτικό τους να έχει καταληφθεί από Τούρκους εποίκους και τις Εκκλησίες να στέκουν βουβές και βεβηλωμένες.
Με πρωτοβουλία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου μεσίστια η συμβολική σημαία κυματίζει στους ιστούς ή στα προαύλια των Ναών της Λευκωσίας, για να θυμίζει τα δεινά που περνά η Κύπρος και το χρέος για αγώνα μέχρι τη μέρα της δικαίωσης.
Με απόφαση την οποία ομόφωνα έλαβε κατά την πρόσφατη συνεδρίασή της η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου, σήμερα ψάλλεται παράκληση για την απελευθέρωση της νήσου από τον Τούρκο εισβολέα, την επιστροφή όλων των προσφύγων στις πατρογονικές τους εστίες και τη διακρίβωση της ζωής των αγνοουμένων, και τελείται το μνημόσυνο των πεσόντων κατά την τουρκική εισβολή.
Τόσο της παράκλησης όσο και του μνημοσύνου προΐσταται η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Γεώργιος και συμμετέχει η Α.Ε. ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης, η Α.Ε. η Πρόεδρος της Βουλής κ. Αννίτα Δημητρίου, η Α.Ε. ο Πρέσβης της Ελλάδος κ. Ιωάννης Παπαμελετίου, τα Μέλη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας Κύπρου, οι άλλες Πολιτικές και Στρατιωτικές Αρχές της νήσου, γονείς και συγγενείς πεσόντων και αγνοουμένων και άλλοι επίσημοι. Επιμνημόσυνο λόγο εκφωνεί ο Μκαριώτατος.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος συμμετέχει στην θλιβερή αυτή επέτειο με την ανάγνωση Συνοδικής Εγκυκλίου την Κυριακή, και με την διοργάνωση διαφόρων άλλων εκδηλώσεων, όπως Επιστημονικού Συνεδρίου για την χριστιανική παράδοση της Κύπρου και την ανείπωτη καταστροφή Ναών, Μονών και μνημείων χριστιανικής λατρείας, που προκλήθηκε από το μένος των εισβολέων. Η Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος μεταξύ άλλων αναφέρει: “Ο Κυπριακός Λαός, καθόλη την διάρκεια της άδικης, απαράδεκτης και αδιανόητης για κάθε πολιτισμένο έθνος καταλήψεως, βρίσκεται κυριολεκτικώς επί των αγωνιστικών επάλξεων. Απαιτεί την επικράτηση της δικαιοσύνης, της αλήθειας και της ειρήνης”. Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ.
Σε πολλές περιοχές της επικράτειας κατόπιν Συνοδικής προτροπής μεσίστιες κυματίζουν οι σημαίες ενώ στις 11 το πρωί πένθιμα θα ηχούν οι καμπάνες σε ανάμνηση του οδυνηρού γεγονότος.
Ακόμη, με απόφαση της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης οι Μητροπόλεις, οι Ιερές Μονές και οι ενορίες κρούουν πένθιμα τις καμπάνες των Ιερών Ναών για διάστημα τριών λεπτών, ενώ μεσίστιες κυματίζουν οι σημαίες στους Ιερούς Ναούς. Την Κυριακή πριν την απόλυσης της Θείας Λειτουργίας να τελεσθεί επιμνημόσυνη δέηση. Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ
Το ιστορικό
Η Τουρκική εισβολή στην Κύπρο με την κωδική ονομασία «Αττίλας» ξεκίνησε την αυγή της 20ης Ιουλίου 1974, με αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις. Συμμετείχαν συνολικά γύρω στους 40.000 άνδρες υπό τη διοίκηση του αντιστρατήγου Νουρετίν Ερσίν. Η ελληνική πλευρά πιάστηκε στον ύπνο και η αντίδρασή της εκδηλώθηκε με μεγάλη καθυστέρηση. Η Τουρκία υποστήριξε ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», με σκοπό την επαναφορά της συνταγματικής τάξης στην Κύπρο, που είχε καταλυθεί από το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου (15 Ιουλίου 1974).
Τα τουρκικά αποβατικά σκάφη άρχισαν να αποβιβάζουν δυνάμεις ανενόχλητα στην περιοχή Πέντε Μίλι, οκτώ χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας, λίγο μετά τις 5 το πρωί της 20ης Ιουλίου. Σχεδόν ταυτόχρονα, σμήνη τουρκικών αεροπλάνων άρχισαν τις επιθέσεις, συνεχώς και κατά κύματα κατά της ευρύτερης περιοχής της Κερύνειας και της Λευκωσίας, ενώ άλλα αεροσκάφη και ελικόπτερα επιχειρούσαν ρίψεις αλεξιπτωτιστών σε επίκαιρα σημεία. Οι κάτοικοι βρέθηκαν στο έλεος των εισβολέων. Άοπλοι πολίτες δολοφονήθηκαν, γυναίκες βιάστηκαν και αιχμάλωτοι στρατιώτες εκτελέστηκαν.
Η αντίδραση της ελληνικής πλευράς ήταν ανεξήγητα αργοπορημένη. Παρ’ ότι το ελληνικό Πεντάγωνο γνώριζε τις κινήσεις των Τούρκων, θεωρούσε ότι μπλοφάρουν. Μόλις στις 8:40 το πρωί δόθηκε επισήμως από την Αθήνα η εντολή εφαρμογής των πολεμικών σχεδίων, ενώ το ελληνικό ραδιόφωνο (το ΕΙΡΤ εν προκειμένω), μετέδωσε την είδηση γύρω στις 11 το πρωί. Η καθυστερημένη κινητοποίηση έδωσε τη δυνατότητα στους Τούρκους εισβολείς να παγιώσουν τις θέσεις τους και να δημιουργήσουν προγεφύρωμα από το Πέντε Μίλι της Κερύνειας προς τον Άγιο Ιλαρίωνα, έχοντας ως αντικειμενικό στόχο τη σύνδεσή του με τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας.
Τούρκοι αλεξιπτωτιστές
Οι μονάδες της Εθνικής Φρουράς και της ΕΛΔΥΚ, όταν κινητοποιήθηκαν άρχισαν να πολεμούν με ηρωική αυτοθυσία, χωρίς μάλιστα να διαθέτουν αεροπορική κάλυψη και σύγχρονο οπλισμό. Αριθμούσαν γύρω στους 12.000 άνδρες (ελληνοκύπριους και ελλαδίτες), υπό τη διοίκηση του ταξιάρχου Μιχαήλ Γεωργίτση, που είχε το γενικό πρόσταγμα στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου. Στο μεταξύ, άρχισε να κινητοποιείται και ο ελληνοκυπριακός ανδρικός πληθυσμός και να μετέχει στον άνισο αγώνα με ό,τι διέθετε ο καθένας, πυροβολώντας από τις στέγες των σπιτιών του κατά των εισβολέων αλεξιπτωτιστών.
Στην Αθήνα, η κυβέρνηση αιφνιδιασμένη από την εξέλιξη των γεγονότων αρχίζει να παρουσιάζει εικόνα διάλυσης. Κηρύσσει γενική επιστράτευση, η οποία εξελίσσεται σε φιάσκο, δείχνοντας την τραγική κατάσταση που βρισκόταν ο Ελληνικός Στρατός. Και να σκεφθεί κανείς ότι την Ελλάδα κυβερνούσαν οι στρατιωτικοί και ο Στρατός αν μη τι άλλο θα έπρεπε να βρισκόταν σε υψηλό επιχειρησιακό επίπεδο.
Ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Τζόζεφ Σίσκο, που βρίσκεται και πάλι στην Αθήνα ως εντολοδόχος του Κίσινγκερ, συναντάται στο Πεντάγωνο με το αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγό Μπονάνο. Ο παριστάμενος Δημήτριος Ιωαννίδης σε οργίλος ύφος απευθύνεται προς τον Σίσκο «Μας εξαπατήσατε… Ημείς θα κηρύξωμεν πόλεμον!» και αποχωρεί από τη σύσκεψη. Έκτοτε, τα ίχνη του αόρατου δικτάτορα χάνονται. Ο Σίσκο στη διάρκεια της ημέρας μάταια αναζητεί αρμόδιο για συνομιλίες.
Αργά το βράδυ, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ εκδίδει το υπ’ αριθμόν 353 ψήφισμα, με το οποίο καλεί σε κατάπαυση του πυρός και σε αποχώρηση από την Κύπρο του «ξένου στρατιωτικού δυναμικού». Παρά την ομόφωνη έγκρισή του, αγνοείται από την Τουρκία, η οποία έχοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων επείγεται να εφαρμόσει πλήρως τα σχέδια της. Γενικά, η διεθνής αντίδραση κατά του «Αττίλα» είναι χλιαρή.
Τουρκική απόβαση
Την επομένη, 21 Ιουλίου, οι μάχες στην Κύπρο συνεχίζονται με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Στόχος των ελληνικών δυνάμεων στην Κύπρο είναι να αποκόψουν τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας από το προγεφύρωμα της Κερύνειας. Οι Έλληνες στρατηγοί απορρίπτουν εισήγηση για επέμβαση στην Κύπρο, προβλέποντας αποτυχία του σχετικού εγχειρήματος. Δύο ελληνικά υποβρύχια που πλέουν προς την Κερύνεια διατάσσονται να επιστρέψουν στην Ελλάδα.
Οι Τούρκοι εισβολείς, παρά την αριθμητική τους υπεροχή και την ποιοτική υπεροχή του οπλισμούς τους, αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα. Μάλιστα, από ασυνεννοησία η τουρκική αεροπορία βυθίζει το αντιτορπιλικό Κοτσατεπέ (D-354), το οποίο εξέλαβε για ελληνικό πλοίο και προκαλεί ζημιές σε άλλα δύο τουρκικά αντιτορπιλικά.
Την ίδια μέρα, σημειώνεται δραστηριοποίηση του αμερικανικού παράγοντα για την επίτευξη ανακωχής. Ο Σίσκο, που πηγαινοέρχεται μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας, δεν βρίσκει κάποιον αρμόδιο στην Αθήνα να διαπραγματευτεί, καθώς όλοι οι αρμόδιοι έχουν εξαφανιστεί. Την ευθύνη αναλαμβάνει τελικά ο αρχηγός του Ναυτικού, ναύαρχος Πέτρος Αραπάκης, ο οποίος σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Κίσινγκερ συμφωνεί η ανακωχή να ισχύσει από τις 4 το απόγευμα της 22ης Ιουλίου.
Στις 2 το πρωί της 22ας Ιουλίου, 12 ελληνικά μεταγωγικά τύπου Νοράτλας, που μετέφεραν καταδρομείς στο νησί, βάλλονται, κατά λάθος, από φίλια πυρά πλησίον του αεροδρομίου της Λευκωσίας, με αποτέλεσμα το ένα από αυτά να καταρριφθεί (4 μέλη του πληρώματος και 27 καταδρομείς έχασαν τη ζωή τους), ενώ άλλα δύο να πάθουν σοβαρές ζημιές. Την ίδια ημέρα, οι Τούρκοι εισβολείς εντείνουν τις επιχειρήσεις τους. Αποβιβάζουν άρματα μάχης και το μεσημέρι καταλαμβάνουν την πόλη της Κερύνειας.
Στις 4 το απόγευμα αρχίζει να τηρείται η ανακωχή κατά τα συμφωνηθέντα, η οποία όμως θα παραβιασθεί αρκετές φορές από τους εισβολείς. Σ’ αυτό το χρονικό σημείο, οι Τούρκοι ελέγχουν το 3% του Κυπριακού εδάφους, έχοντας δημιουργήσει ένα προγεφύρωμα, που συνδέει την Κερύνεια με τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας.
Τι ακολούθησε της Τουρκικής εισβολής – Η κατάληψη της Αμμοχώστου
Στις 20 Ιουλίου 1974, η Τουρκία εισέβαλε στρατιωτικά στην Κύπρο παραβιάζοντας κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, περιλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Την πρώτη αυτή φάση της παράνομης τουρκικής εισβολής ακολούθησε και δεύτερη φάση κατά την οποία καταλήφθηκε η πόλη της Αμμοχώστου. Η Τουρκία έθεσε υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή πέραν του 36% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο και κατέχει μέχρι σήμερα.
Ως αποτέλεσμα της τουρκικής στρατιωτικής εισβολής και κατοχής, 162.000 Ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν και έγιναν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα και μέχρι σήμερα εμποδίζονται από τις κατοχικές αρχές να επιστρέψουν στα σπίτια και στις περιουσίες τους.
Μέχρι το τέλος του έτους 1975, η συντριπτική πλειονότητα των Τουρκοκυπρίων που ζούσαν σε περιοχές ελεγχόμενες από την νόμιμη κυβέρνηση, υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μετακινηθούν, ως αποτέλεσμα της εκβιαστικής πολιτικής της Τουρκίας, στο υπό τουρκική κατοχή έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
20.000 Ελληνοκύπριοι και Μαρωνίτες επέλεξαν να μην εγκαταλείψουν τα σπίτια τους παρά την τουρκική κατοχή. Οι περισσότεροι από αυτούς που παρέμειναν, κυρίως στη χερσόνησο της Καρπασίας υποχρεώθηκαν σταδιακά να εγκαταλείψουν την περιοχή. Ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων και Μαρωνιτών που ζουν σήμερα σ’ αυτή την περιοχή έχει μειωθεί στους 300. Η δραματική μείωση του αριθμού των εγκλωβισμένων καθίσταται πιο συγκλονιστική αν λάβει κανείς υπόψη τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στη Βιέννη στις 2 Αυγούστου 1975, με την οποία η τουρκική πλευρά αναλάμβανε να παράσχει στον εγκλωβισμένο πληθυσμό «κάθε βοήθεια για να διάγει ομαλή ζωή, περιλαμβανομένων διευκολύνσεων για την παιδεία και για την άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων του, καθώς και ιατρική περίθαλψη από δικούς του γιατρούς και ελευθερία διακίνησης στον βορρά». Παραβιάζοντας τα συμφωνηθέντα, σε πρακτικό επίπεδο, η τουρκική πλευρά υπέβαλλε τους εγκλωβισμένους σε συνεχή παρενόχληση, περιορισμούς στη διακίνηση, άρνηση πρόσβασης σε επαρκή ιατρική φροντίδα, άρνηση επαρκών εκπαιδευτικών διευκολύνσεων, ιδιαίτερα πέραν της στοιχειώδους εκπαίδευσης, περιορισμούς του δικαιώματος χρήσης της ακίνητης περιουσίας τους και περιορισμούς της ελεύθερης άσκησης των θρησκευτικών δικαιωμάτων τους. Επρόκειτο, συνεπώς, για μια σκόπιμη πολιτική εθνικού ξεκαθαρίσματος, που ανάγκαζε τους εγκλωβισμένους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Παράλληλα, η Τουρκία εφάρμοσε από το 1974 συστηματική πολιτική εποικισμού του κατεχομένου τμήματος της Κύπρου με μαζική μεταφορά πέραν των 160000 Τούρκων εκ Τουρκίας με στόχο την αλλαγή του δημογραφικού χαρακτήρα και αλλοίωση της πληθυσμιακής ισορροπίας στο νησί . Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με την εκδίωξη των Ελληνοκυπρίων κατοίκων της περιοχής, την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς και την παράνομη αλλαγή των γεωγραφικών τοπωνυμίων στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, στοχεύει στην εξάλειψη κάθε ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου που υπήρχε για αιώνες και εν τέλει στην τουρκοποίηση της περιοχής. Στοχεύει επίσης στην αλλαγή του ισοζυγίου δυνάμεων και του κοινωνικού ιστού στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, ώστε να διασφαλιστεί η συμμόρφωση της τουρκοκυπριακής ηγεσίας με την πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης. Με τη μαζική δε μετανάστευση Τουρκοκυπρίων από τις κατεχόμενες περιοχές, ο ολικός αριθμός των Τούρκων στρατιωτών και εποίκων είναι τώρα μεγαλύτερος από τους εναπομείναντες Τουρκοκύπριους.
Σε πλήρη συνάρτηση με τον δεδηλωμένο στόχο της Τουρκίας για διχοτόμηση και εθνικό διαχωρισμό στο νησί, στις 15 Νοεμβρίου 1983 το κατοχικό καθεστώς προχώρησε σε μονομερή αποσχιστική ανακήρυξη της ούτω καλούμενης «Τουρκικής δημοκρατίας της βορείας Κύπρου», πράξη η οποία καταδικάστηκε από την διεθνή κοινότητα ως παράνομη και νομικά άκυρη. Συγκεκριμένα το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, με το ψήφισμα 541(1983) αποδοκίμασε την ανακήρυξη αυτή, τη χαρακτήρισε νομικά άκυρη και ζήτησε την ανάκληση της. Το Συμβούλιο Ασφαλείας κάλεσε όλα τα κράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία, εδαφική ακεραιότητα και το αδέσμευτο της Κυπριακής Δημοκρατίας και να μην αναγνωρίζουν οποιοδήποτε κυπριακό κράτος άλλο από την Κυπριακή Δημοκρατία. Ανησυχώντας σοβαρά λόγω των περαιτέρω αποσχιστικών ενεργειών στο κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι οποίες παραβίαζαν το ψήφισμα 541 (1983), δηλαδή, τη δήθεν ανταλλαγή πρεσβευτών μεταξύ της Τουρκίας και της νομικά άκυρης οντότητας και τη μελετώμενη διεξαγωγή «συνταγματικού δημοψηφίσματος» και «εκλογών», καθώς και λόγω άλλων ενεργειών που αποσκοπούσαν στην περαιτέρω παγίωση της διαίρεσης της Κύπρου και των τότε απειλών για παράνομο εποικισμό των Βαρωσίων, το Συμβούλιο Ασφαλείας υιοθέτησε το ψήφισμα 550(1984) με το οποίο επαναβεβαίωσε το ψήφισμα 541 (1983) και επανέλαβε την έκκλησή του προς όλα τα κράτη να μην αναγνωρίσουν την οντότητα που εγκαθιδρύθηκε με τις αποσχιστικές ενέργειες και παράλληλα τα κάλεσε να μη διευκολύνουν ή με οποιονδήποτε τρόπο βοηθήσουν την αποσχιστική οντότητα. Ταυτόχρονα το Συμβούλιο Ασφαλείας χαρακτήρισε τις απόπειρες για εποικισμό οποιουδήποτε τμήματος των Bαρωσίων από πρόσωπα άλλα από τους νόμιμους κατοίκους τους ως απαράδεκτες και ζήτησε τη μεταβίβαση της περιοχής αυτής στη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών.
Από ανθρωπιστική άποψη, η πιο τραγική συνέπεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974 είναι οι αγνοούμενοι. Κατά και μετά την τουρκική εισβολή, χιλιάδες Ελληνοκύπριοι είχαν συλληφθεί και κρατηθεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κύπρο από τον Τούρκους στρατιώτες και παραστρατιωτικούς, που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες του τουρκικού στρατού. Επιπρόσθετα, πάνω από 2000 αιχμάλωτοι πολέμου είχαν μεταφερθεί παράνομα και κρατηθεί σε φυλακές στην Τουρκία. Κάποιοι από αυτούς εξακολουθούν να αγνοούνται. Εκατοντάδες άλλοι Ελληνοκύπριοι, τόσο στρατιώτες όσο και πολίτες (περιλαμβανομένων ηλικιωμένων, γυναικών και παιδιών) εξαφανίστηκαν σε περιοχές υπό τουρκική κατοχή και μέχρι σήμερα αγνοείται η τύχη τους. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν καλά τεκμηριωμένες μαρτυρίες ότι τα αγνοούμενα πρόσωπα θεάθηκαν για τελευταία φορά εν ζωή στα χέρια του τουρκικού στρατού ή των παραστρατιωτικών ομάδων, που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες και την ευθύνη των τουρκικών δυνάμεων κατοχής.


ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ
RADIO LIVE
- Chapters
- descriptions off, selected
- subtitles settings, opens subtitles settings dialog
- subtitles off, selected
This is a modal window.
Beginning of dialog window. Escape will cancel and close the window.
End of dialog window.

ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ
Ετικέτες
Δημοφιλή
-
ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ3 ημέρες ago
Υπογραφή Συμφώνου Συνεργασίας μεταξύ του Δήμου Αγίας Βαρβάρας και της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Γ΄ Αθήνας
-
ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ3 ημέρες ago
Εργασίες καθαρισμού στο Άλσος Μητέρα από το Τμήμα Πρασίνου
-
ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ1 ημέρα ago
Αιτήσεις και ενημέρωση για το Φυσικό Αέριο σήμερα μπροστά στο Δημαρχείο: Κινητή Μονάδα της ENAON EDA στην Αγία Βαρβαρα!
-
ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ3 ημέρες ago
Βλάβη σε σωλήνα ποτίσματος επιδιορθώθηκε στην πλατεία Κώστα Βάρναλη
-
ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ3 ημέρες ago
Σύλλογος Γονέων 1ου ΓΕΛ Αγίας Βαρβάρας: ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ – ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
-
ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ20 ώρες ago
Αγία Βαρβάρα: Το Δημοτικό Φυσικοθεραπευτήριο επαναλειτουργεί
-
ΧΑΪΔΑΡΙ3 ημέρες ago
Χαϊδάρι: Συγκέντρωση λαμπάδων για οικονομικά ευάλωτες οικογένειες
-
Οικονομία3 ημέρες ago
Συνάντηση Β.Ε.Π. με την Αντιπεριφερειάρχη Πειραιά, Σταυρούλα Αντωνάκου