Connect with us

Σαν σήμερα

25η Μαρτίου 1821 και Εθνική Επέτειος

Published

on

Κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου τιμούμε και γιορτάζουμε τον ξεσηκωμό των υπόδουλων Ελλήνων κατά του Τούρκου δυνάστη για ελευθερία και αυτοδιάθεση. Εκ των πραγμάτων είναι η πιο σημαντική ημερομηνία στην ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, ως αφετηρία της εθνικής παλιγγενεσίας.

Τι συνέβη, άραγε, στις 25 Μαρτίου του 1821 και την έχουμε αναδείξει ως την ημέρα της εθνικής μας εορτής; Τίποτα απολύτως λένε οι ιστορικοί. Ή σχεδόν τίποτα, για να είμαστε ακριβείς, πέρα από κάποιες αψιμαχίες. Κανένα σπουδαίο πολεμικό γεγονός που να δικαιολογεί αυτή την επιλογή. Ούτε καν η ύψωση του λαβάρου της Μονής της Αγίας Λαύρας και η ορκωμοσία των παλληκαριών από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό.

Το περιστατικό της Αγίας Λαύρας είναι ένας εθνικός μύθος. Τον οφείλουμε στον γάλλο περιηγητή και ιστορικό Φρανσουά Πουκεβίλ (1770-1838), ο οποίος συνέγραψε την τετράτομη Ιστορία της Αναγεννήσεως της Ελλάδος (1824). Η ιστορία διαδόθηκε από στόμα σε στόμα, αλλά και μέσω του πίνακα Ο Όρκος της Αγίας Λαύρας (1851) του σημαντικού έλληνα ζωγράφου Θεόδωρου Βρυζάκη (1814-1878).

Άλλωστε και ο ίδιος ο Παλαιών Γερμανός δεν αναφέρει λέξη για το περιστατικό στα απομνημονεύματά του. Είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι εκείνη την ημέρα δεν βρισκόταν στη Μονή της Αγίας Λαύρας, αλλά στην Πάτρα, όπου όντως όρκισε τους επαναστάτες της περιοχής στην Πλατεία του Αγίου Γεωργίου.

Τι γιορτάζουμε 25 Μαρτιου (Διπλή Γιορτή)

Η επέτειος να γιορτάζουμε τον εθνικό ξεσηκωμό στις 25 Μαρτίου καθιερώθηκε στις 15 Μαρτίου 1838 από τον βασιλιά Όθωνα, προκειμένου να συνδεθεί με το εκκλησιαστικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Ήταν και επιθυμία του Αλέξανδρου Υψηλάντη και της Φιλικής Εταιρείας να συνδεθεί η έναρξη της επανάστασης με μια μεγάλη εκκλησιαστική εορτή για να τονωθεί το φρόνημα των υπόδουλων Ελλήνων.

Στην πραγματικότητα, η Επανάσταση δεν ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου 1821, αλλά λίγες μέρες νωρίτερα στην Πελοπόννησο, μία περιοχή με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς και μικρή στρατιωτική παρουσία των Τούρκων. Ο στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής της Πελοποννήσου (Μόρα Βαλεσί) Χουρσίτ Πασάς βρισκόταν στα Γιάννινα για να εξοντώσει τον Αλή Πασά, ο οποίος είχε αυτονομηθεί από την Υψηλή Πύλη. Πριν από την αναχώρησή του, ο Χουρσίτ είχε λάβει διαβεβαιώσεις από τους προεστούς του Μοριά ότι οι φήμες που κυκλοφορούσαν για τον επικείμενο ξεσηκωμό των ραγιάδων ήταν ανυπόστατες.

Αχαιοί και Μανιάτες ερίζουν για το ποιος έριξε την πρώτη τουφεκιά του εθνικού ξεσηκωμού. Στις 21 Μαρτίου αρχίζει η πολιορκία των Καλαβρύτων από τον Σωτήρη Χαραλάμπη και τους Πετμεζαίους. Είναι η πρώτη πολεμική ενέργεια της Επανάστασης και θα λήξει νικηφόρα μετά από πέντε ημέρες.

Στις 23 Μαρτίου οι Μανιάτες υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τη συνεπικουρία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη καταλαμβάνουν την Καλαμάτα και με διακήρυξή τους κάνουν γνωστό στη διεθνή κοινότητα τον ξεσηκωμό των Ελλήνων. Την ίδια ημέρα, οι άνδρες του Αντρέα Λόντου θέτουν υπό τον έλεγχό τους τη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο), ενώ επαναστατικός αναβρασμός επικρατεί στην Πάτρα. Από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό το Άγιο Όρος αναχωρεί ο σερραίος έμπορος και φλογερός πατριώτης Εμμανουήλ Παππάς, προκειμένου να ξεκινήσει την Επανάσταση στη Μακεδονία.

Η 23η Μαρτίου είναι ο πρώτος σημαντικός σταθμός του εθνικού αγώνα και θα μπορούσε κάλλιστα να είχε πάρει τη θέση της 25ης Μαρτίου στο εορταστικό καλεντάρι της χώρας μας.

Ήρωες του 1821: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Ήρωες του 1821: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Ήρωες του 1821: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ήταν ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε στην Πελοπόννησο και εξ αυτού του λόγου είναι γνωστός και ως «Γέρος του Μωριά». Γεννήθηκε «εις τα 1770, Απριλίου 3, την Δευτέρα της Λαμπρής… εις ένα βουνό, εις ένα δέντρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι», όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του. Ήταν γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωνσταντή Κολοκοτρώνη (1747-1780) από το Λιμποβίσι Αρκαδίας και της Γεωργίτσας Κωτσάκη, κόρης προεστού από την Αλωνίσταινα Αρκαδίας.

Η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων από το 16ο αιώνα, που εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας, βρίσκεται σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Τούρκους. Μονάχα από το 1762 έως το 1806, 70 Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές. Το 1780, ήταν 10 ετών, όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους, ένα γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του.

Στα 17 του έγινε οπλαρχηγός του Λεονταρίου και στα 20 του νυμφεύτηκε την κόρη του τοπικού προεστού Αικατερίνη Καρούσου. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.

Περισσότερα για τη ζωή και τη δράση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη εδώ

Ήρωες του 1821: Γεώργιος Καραϊσκάκης

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ήταν ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε κυρίως στη Ρούμελη (Στερεά Ελλάδα). Γεννήθηκε το 1780 στο Μαυρομάτι Καρδίτσας και ήταν καρπός της σχέσης του αρματολού Δημήτρη Καραΐσκου και της μοναχής Ζωής Ντιμισκή, αδελφής του κλέφτη Κώστα Ντιμισκή και εξαδέλφης του οπλαρχηγού Γώγου Μπακόλα. Μεγάλωσε με τους θετούς γονείς του, μία οικογένεια Σαρακατσάνων, αφού η μητέρα του τον εγκατέλειψε μη αντέχοντας τον διασυρμό μιας παράνομης σχέσης και πέθανε όταν ήταν οκτώ ετών. Από τη μητέρα του, ο «γιος της καλογριάς» κληρονόμησε τον ανυπότακτο χαρακτήρα του και την παροιμιώδη βωμολοχία του.

Στα 15 του ο Γεώργιος Καραϊσκάκης εγκαταλείπει τους θετούς του γονείς και σχηματίζει κλέφτικη ομάδα από συνομηλίκους του. Τρία χρόνια αργότερα πέφτει στα χέρια του Αλή Πασά, ο οποίος εκτιμώντας τον ισχυρό του χαρακτήρα τον προσλαμβάνει στη σωματοφυλακή του. Στην Αυλή των Ιωαννίνων όχι μόνο έμαθε τη στρατιωτική τέχνη, αλλά και στοιχειώδη γράμματα, γραφή και ανάγνωση.

Ήρωες του 1821: Οδυσσέας Ανδρούτσος

Ήρωες του 1821: Οδυσσέας Ανδρούτσος
Ήρωες του 1821: Οδυσσέας Ανδρούτσος

Από τους επιφανέστερους στρατιωτικούς ηγέτες της Επανάστασης του ‘21.

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος έπεσε θύμα των εμφύλιων διαμαχών κατά τη διάρκεια του Αγώνα και σκοτώθηκε από χέρι ελληνικό. Γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1788 και ήταν ο μονάκριβος γιος του ξακουστού αρβανίτη αρματολού της Ρούμελης Αντρέα Βερούση ή Καπετάν Ανδρούτσου και της Ακριβής Τσαρλαμπά, κόρης προεστού της Πρέβεζας. Στο νησί του Οδυσσέα είχε καταφύγει η μητέρα του για να γλιτώσει από την καταδίωξη των Τούρκων, επειδή ο πατέρας του είχε ακολουθήσει τον θαλασσομάχο Λάμπρο Κατσώνη στις ανά το Αιγαίο περιπέτειές του. Εκεί βαφτίστηκε το 1792 από τη γυναίκα του Κατσώνη, Μαρουδιά, που για τον ίδιο λόγο είχε ζητήσει κι αυτή άσυλο στο νησί.

Προς τιμή του ομηρικού ήρωα, του δόθηκε το όνομα Οδυσσέας. Ο ίδιος, όμως, πατρίδα του θεωρούσε την πατρίδα του πατέρα του, τις Λιβανάτες της Λοκρίδας. Όταν ο Αλή Πασάς έμαθε πως ο φίλος του καπετάν Ανδρούτσος, που εν τω μεταξύ είχε αποκεφαλιστεί από τους Τούρκους το 1797, άφησε γιο, τον πήρε κοντά του στην αυλή του στα Γιάννενα, που αποτελούσε τότε σπουδαίο στρατιωτικό σχολείο, στο οποίο μαθήτευσαν αρκετοί Έλληνες αγωνιστές του ’21. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσε ο μικρός Οδυσσέας. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα και να μιλάει ιταλικά και αρβανίτικα. Η σωματική του δύναμη ήταν παροιμιώδης και διηγούνται αναρίθμητα κατορθώματά του. Κάποιος βιογράφος του γράφει, ότι «επήδα ως έλαφος, έτρεχεν ως ίππος και ίππευεν ως Κένταυρος».

Ήρωες του 1821: Παπαφλέσσας

Κληρικός, από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης του ‘21.

Ο Γεώργιος Δικαίος Φλέσσας, όπως ήταν το κοσμικό του όνομα, γεννήθηκε το 1786 ή το 1788 στην Πολιανή Μεσσηνίας. Ο Παπαφλέσσας φοίτησε στην ονομαστή Σχολή της Δημητσάνας και το 1816 εκάρη μοναχός στο μοναστήρι της Βαλανιδιάς στην Καλαμάτα κι έλαβε το όνομα Γρηγόριος. Ζωηρός και εριστικός ως χαρακτήρας, γρήγορα ήλθε σε ρήξη με τον ηγούμενό του και πήγε να μονάσει στο μοναστήρι της Ρεκίτσας, μεταξύ Μυστρά και Λεονταρίου.

Στις αρχές του 1818 μάλωσε μ’ ένα Τούρκο αγά της περιοχής για κάποια διαφιλονικούμενα κτήματα και αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Λίγο προτού εγκαταλείψει την Πελοπόννησο κι ενώ καταδιώκετο από Τούρκους οπλοφόρους, φέρεται να τους είπε: «Άιντε ρε και πού θα μου πάτε! Θα ξαναγυρίσω πάλι ή δεσπότης ή πασάς και τότε θα λογαριαστούμε!» .Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον κατήχησε και τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Ιουνίου του 1818 με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Την ίδια περίοδο έγινε αρχιμανδρίτης από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’. Από τη στιγμή που έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ο Παπαφλέσσας αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στην υπόθεση του εθνικού ξεσηκωμού.

Ήρωες του 1821: Αθανάσιος Διάκος

Ο Αθανάσιος Διάκος ήταν από τους πρωτεργάτες του εθνικού ξεσηκωμού στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και ήρωας της μάχης της Αλαμάνας. Γεννήθηκε το 1788 στην Άνω Μουσουνίτσα της Φωκίδας (σημερινός Αθανάσιος Διάκος) και κατ’ άλλους στη γειτονική Αρτοτίνα, απ’ όπου καταγόταν η μητέρα του. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Γραμματικός.

Ο πατέρας του μη μπορώντας να αντέξει τα βάρη της πολυμελούς οικογένειάς του, τον έστειλε δόκιμο μοναχό στο κοντινό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου, σε ηλικία 12 ετών. Πέντε χρόνια αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος, αλλά γρήγορα εγκατέλειψε την καλογερική, όταν σκότωσε ένα Τούρκο αγά, επειδή, σύμφωνα με κάποια παράδοση, αυτός του έθιξε τον ανδρισμό του, θαμπωμένος από την ομορφιά του. Ο νεαρός Αθανάσιος εντάχθηκε ως πρωτοπαλίκαρο στο σώμα του οπλαρχηγού Γούλα Σκαλτσά και τότε ήταν που έλαβε το προσωνύμιο Διάκος, με το οποίο έγινε γνωστός και έμεινε στην ιστορία.

Το 1814 πήγε στα Ιωάννινα και εντάχθηκε στη σωματοφυλακή του Αλή Πασά, της οποίας επικεφαλής ήταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Όταν ο Ανδρούτσος διορίστηκε αρχηγός στο αρματολίκι της Λιβαδειάς, ο Διάκος τον ακολούθησε. Μετά την αποχώρηση του Ανδρούτσου, ο Διάκος ανακηρύχθηκε καπετάνιος τον Οκτώβριο του 1820, ενώ την ίδια περίοδο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Στις 27 Μαρτίου 1821, ο Αθανάσιος Διάκος πρωτοστατεί στην κήρυξη της Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά.

Ήρωες του 1821: Μπουμπουλίνα

Ήρωες του 1821: Μπουμπουλίνα
Ήρωες του 1821: Μπουμπουλίνα

Μια από τις δύο κορυφαίες γυναικείες μορφές της Ελληνικής Επανάστασης. Η άλλη είναι η Μαντώ Μαυρογένους. Η Μπουμπουλίνα ήταν κόρη του Υδραίου πλοιάρχου Σταυριανού Πινότση και γεννήθηκε το 1771 στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης, όπου ο πατέρας της εκρατείτο για συμμετοχή στα Ορλοφικά. Στα 17 της παντρεύτηκε τον Σπετσιώτη πλοίαρχο Δημήτριο Γιάννουζα και στα 26 της έμεινε χήρα με τρία παιδιά.

Το 1801 παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον Σπετσιώτη καραβοκύρη Δημήτριο Μπούμπουλη και έγινε έκτοτε γνωστή ως Μπουμπουλίνα (η γυναίκα του Μπούμπουλη). Έχασε και τον δεύτερό της σύζυγο με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά. Την περιουσία του θανόντος συζύγου της, που ξεπερνούσε τα 300.000 τάλληρα, την επένδυσε αποκτώντας μερίδια σε διάφορα σπετσιώτικα πλοία.

Ο Εθνικός Ξεσηκωμός βρήκε την Μπουμπουλίνα «πεντηκοντούτιδα, ωραίαν, αρειμάνιον ως αμαζόνα, επιβλητικήν καπετάνισσαν, προ της οποίας ο άνανδρος ησχύνετο και ο ανδρείος υπεχώρει», όπως τη σκιαγράφησε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων. Ξόδευε την περιουσία της, όχι μόνο για τη διατήρηση των πλοίων της, αλλά και για τα στρατεύματα στην ξηρά.

Ήρωες του 1821: Μαντώ Μαυρογένους

Εξέχουσα μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, μία από τις ελάχιστες γυναίκες που διακρίθηκαν στον Αγώνα.

Οι πληροφορίες για τη ζωή και τη δράση της αντλούνται κυρίως από ξένους συγγραφείς, τους οποίους φαίνεται ότι είχε σαγηνεύσει με την προσωπικότητα και την ομορφιά της και όχι από τους συγχρόνούς της Έλληνες ιστορικούς και απομνηματογράφους, που αποσιώπησαν ή υποτίμησαν την προσφορά της στον Αγώνα.

Η Μαντώ (Μαγδαληνή το βαπτιστικό της όνομα) Μαυρογένους γεννήθηκε το 1796 ή το 1797 στην Τεργέστη, όπου ο πατέρας της Νικόλαος Μαυρογένης, γόνος της ονομαστής φαναριώτικης οικογένειας των Μαυρογένηδων με καταγωγή από τις Κυκλάδες, ασχολείτο με το εμπόριο. Η μητέρα της Ζαχαράτη Χατζή Μπατή, γεννημένη στη Μύκονο, αλλά με καταγωγή από τη Σπάρτη, ήταν πολύγλωσση και κρατούσε τα κατάστιχα των εμπορικών δραστηριοτήτων του άνδρα της. Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλέλληνα στρατιωτικό και συγγραφέα Μαξίμ Ρεμπό , η Μαντώ γνώριζε γαλλικά και ιταλικά. Ήταν προικισμένη μ’ ένα γλυκύτατο χαρακτήρα, αλλά «όταν μιλάει για την ελευθερία της πατρίδας της, φλογίζεται, η συζήτηση ζωντανεύει και τα λόγια της κυλάνε με μια φυσική ευγλωττία που σου κρατούν την ανάσα». Με την έναρξη της Επανάστασης, η Μαντώ Μαυρογένους από την Τήνο, όπου διέμενε μετά τον θάνατο του πατέρα της, έσπευσε στη Μύκονο και πρωτοστάτησε στην εξέγερση των κατοίκων του νησιού.

Πηγή: .sansimera.gr

 

 

 

 

 

 

Σαν σήμερα

31 Αυγούστου 1922: Η τραγική επέτειος του εμπρησμού της Σμύρνης

Published

on

Η 31η Αυγούστου του 1922 έχει χαραχτεί στην ελληνική συλλογική μνήμη ως η ημέρα έναρξης της Kαταστροφής της Σμύρνης που αποτέλεσε και τον τραγικό επίλογο της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Στις 31 Αυγούστου του 1932, όταν συμπληρώνονταν δέκα μόλις χρόνια από τα τραγικά εκείνα γεγονότα όλα ήταν ακόμα νωπά. Γράφουν όχι ιστορικοί αλλά εκείνοι που έζησαν την ανείπωτη τραγωδία.

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ»,31.8.1932, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

 

Γράφουν τα «ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ»:

«Είνε η σημερινή, η τραγικώτατη επέτειος του εμπρησμού της Σμύρνης. Το μίσος και η διαβολική μανία της καταστροφής του Ασιάτου βαρβάρου, σαν σήμερα προ δέκα χρόνων, έβαλαν φωτιά από “δεκατέσσερες μεριές” στη Σμύρνη, τη Σμύρνη την ελληνική, τη Σμύρνη την αξέχαστη, τη Σμύρνη τη χιλιοτραγουδισμένη, τη Σμύρνη μας, τη Σμύρνη μας, τη Σμύρνη μας. (…)

»Ο Νουρεδίν, βαλής της Σμύρνης, αυτός εμελέτησεν, εσχεδίασε, διέταξε τον εμπρησμόν και έκανεν ό,τι εχρειάζετο διά να υπάρξη ο εμπρησμός αυτός αποφασιστικός. (…)

»Η πολιτική, η διπλωματία, η “λήθη” των περασμένων καλά και άγια. Αλλά υπήρχε κάτι καλλίτερον και κάτι αγιώτερον από όλα αυτά. Το αίμα των ανθρώπων που εχύθη εκεί πέρα μια μέρα σαν αυτή προ δέκα χρόνων.

»Η επίσημη πολιτική μιας χώρας έχει το δικαίωμα και μάλιστα και το καθήκον να ξέρη να ξεχνά. Ημείς οι άλλοι οφείλομεν να πειθαρχούμε. Σύμφωνοι. Αλλ’ αυτό μας το καθήκον δεν σημαίνει διόλου πως πρέπει και να ξεχνάμε. (…)

»Η γενεά η δική μας, η γενεά που έζησε τη χαρά του λευτερωμού της Σμύρνης, αλλά και τον ανείπωτο πόνο της καταστροφής και του χαμού της, δεν μπορεί και ούτε πρέπει να ξεχάση. Να σφίξη την καρδιά, να δαγκώση τα χείλη, να πειθαρχήση; Ναι. Αλλά μόνον αυτά. Να ξεχάση; Ποτέ. Πώς θα μπορούσε πρώτον να ξεχάση; Και πώς δεύτερον δεν θα πρόδιδε τον πόνο της- δηλαδή ό,τι την ανυψώνει περισσότερο – αν, έστω τα κατάφερνε να λησμονήση;

»Να ξεχάσωμε; Εμείς δεν μπορούμε να ξεχάσωμε. Λοιπόν θα θυμόσαστε! Θα θυμόσατε πάντα!

Ο εμπρησμός

»Σαν σήμερα το απόγευμα, κατά τας 2 η ώρα, μυστηριωδώς ενεφανίσθη εις τη Σμύρνη η φωτιά. Από δύο – τρία σημεία. Πού πρώτα; Ποιος ξέρει; Στην Αγία Κατερίνη; Στ’ Αρμένικα; Στα Γυαλάδικα; Στο νοσοκομείο; Ποιος θα μπορούσε να το πη; Αι πληροφορίαι συγκρούονται και το πράγμα είναι ευεξήγητο, διότι οι διάφοροι αυτόπται αποδίδουν την αρχή της φωτιάς εις το σημείον που υπέπεσε πρώτον στην αντίληψι του καθενός. Αλλά τα σημεία εις τα οποία ενεφανίσθη ταυτοχρόνως η φωτιά ήσαν πολλά γιατί και το κακόν ήταν ωργανωμένον. (…)

»Ο λοχαγός κ. Παπαϊωάννου, εις το ημερολόγιόν του (…) γράφει ότι κατέστη αδύνατον να γνωσθή από πού πρώτον εξεπήδησαν αι φλόγες που έκαναν τη Σμύρνη στάχτη και περιορίζεται με λιτότητα στρατιωτικήν να γράψη τα εξής:

Την Τετάρτην το απόγευμα ήρχισεν από πολλά σημεία η πυρκαϊά της Σμύρνης, την δε νύχτα από της φλόγες εφωτίζετο ολόκληρος η Σμύρνη και ο λιμήν.

»Έτσι η Σμύρνη, “η κορώνα της Ιωνίας”, όπως λέγει ο κ. Προκοπίου εις ένα ωραίο βιβλιαράκι του – «η Σμύρνη με τους χαρούμενους χριστιανικούς μαχαλάδες της και τα ντουρσέκια της, με τα χαριτωμένα σπιτάκια της, με τα σαχνισίνια της, με τα μερακλίδικα και στολισμένα με γλάστρες μπαλκόνια της, με της είκοσι μεγάλες εκκλησίες και τα καμπαναριά της, το μουσείο και τη βιβλιοθήκη και τα σχολεία της, με την ευαγγελική της σχολή, πνευματικό φάρο της ελληνικής Μικράς Ασίας και το νοσοκομείο της, η Σμύρνη με τα πλούτη της και τα φώτα της και της ωμορφιές της, η Σμύρνη η ζηλευτή και χαριτωμένη, η γεμάτη μαγεία, η καμαρωτού, η ανοιχτόκαρδη, η φιλόξενη, η εύθυμη, η τιμημένη, η θρήσκα, η Ελληνοπούλα, η Γκιαούρ Ισμίρ, έγινε σε λίγες ώρες μια φοβερή κόλασις φωτιάς και καπνού, για να καταλήξη σε δυό μέρες ένα φρικτό καρβουναριό γεμάτο αποκαΐδια, μια πελώρια έκτασις ερειπίων και φοβεράς άσβολης από την οποίαν ανεδίδετο επί ημέρας η φρικιαστική τσίκνα καμένων σαρκών, ζώων και άνθρωπων που απετεφρώθησαν μέσα στα σπίτια φρικτά ολοκαυτώματα».

Στην προκυμαία

»Όσω για της σκηνές της φρίκης και της κολάσεως που εξετυλίχθησαν τότε, ποιος θα είχε το κουράγιο να της περιγράψη; Ποιος θα μπορούσε να δώση μίαν έστω και μόνον σχετικώτατα αξία της φρίκης, της πραγματικότητος εντύπωσι από της τραγωδίες που εξετυλίχθησαν εκείνη την Τετάρτη ιδίως, εις τους δρόμους και της συνοικίες της Σμύρνης;

 

»Πώς θα ήτο δυνατόν να περιγραφή η σκηνή του καταποντισμού της γκαζελίνης, της μεγάλης βενζινακάτου η οποία αναποδογύρισε υπό το βάρος του αμέτρου κόσμου των γυναικοπαίδων τα οποία διωκόμενα από τη φωτιά και το βόλι ή το φάσγανον των εμπρηστών και των σφαγέων εζητούσαν τη σωτηρία όπου μπορούσαν;

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ»,31.8.1932, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

 

»Ποιος θα πη για της Ελληνοπούλες που ητιμάσθησαν εμπρός εις τα μάτια ανίσχυρων αδελφών ή πατέρων, για τις μάνες από της ανοιχθείσες με σκληρότατον αστσάλι κοιλιές των οποίων απεσπάσθησαν οι άωροι καρποί;

»Ποιος για τα παλληκάρια που εσφάγησαν σαν αρνιά; Ποιος για τους ιερείς που εκρεμάσθησαν; (…) Για τους γέρους που αφέθηκαν να καούν σαν ποντίκια μέσα εις τα πυρπολούμενα σπίτια, ποιος για την αγωνία των ανθρώπων που ηναγκάσθησαν να καταφύγουν εις τους τάφους του νεκροταφείου, διαμφισβητούντες μια γωνιά από τους σκελετούς και τα λείψανα, διότι είχε πραγματοποιηθή η φρίκη που ο λαός εικονίζει με την σπαρακτικήν επίκλησιν “εβγάτε πεθαμμένοι να μπουν οι ζωντανοί”;

 

Πηγή: tanea.gr

 

 

 

 

 

 

Continue Reading

Σαν σήμερα

ΒΙΝΤΕΟ: Οδοιπορικό «ελευθερίας» 28 χρόνια μετά τις δολοφονίες των Ισαάκ-Σολωμού

Published

on

28 χρόνια μετά τις δολοφονίες των Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού, από τους Τούρκους στην περιοχή της Νεκρής Ζώνης στη Δερύνεια, η μνήμη τους παραμένει ζωντανή.

Το απόγευμα οι δρόμοι της ελεύθερης Κύπρου γέμισαν με μοτοσικλετιστές που επανέλαβαν την ανάγκη επικράτησης της μνήμης απέναντι στη λήθη και το αίτημα για δικαίωση των θυσιών των δυο παλικαριών.

Στη Λευκωσία οι μοτοσικλετιστές συγκεντρώθηκαν στο ΓΣΠ.

Το διήμερο οδοιπορικό μνήμης και αντίστασης από την «Πρωτοβουλία Μνήμης Ισαάκ – Σολωμού», έχει κεντρικό πυρήνα τις τέσσερις βουνοκορφές της ελεύθερης Κύπρου και ορίζοντα τον κατεχόμενο Πενταδάκτυλο.

Μοτοσικλετιστές, δρομείς, ποδηλάτες και κολυμβητές, καταλήγουν στο κοιμητήριο Παραλιμνίου, όπου βρίσκονται οι τάφοι των δυο ηρώων. Εκεί, όπου είναι θαμμένοι οι δύο ήρωες, πλήθος κόσμου μαζεύτηκε για να τιμήσει τη θυσία τους. Στο σημείο βρέθηκε η ανταποκρίτρια του Alpha σε Λάρνακα και ελεύθερη Αμμόχωστο, Κατερίνα Ιωάννου.

 

Οι εκδηλώσεις θα ολοκληρώνονται στο κατοχικό οδόφραγμα της Δερύνειας, όπου αρκετοί από τους συμμετέχοντες θα διανυκτερεύσουν.

Την Κυριακή 11 Αυγούστου ήταν η 28η επέτειος της δολοφονίας των δυο ηρώων και το μνημόσυνο θα τελεστεί από τον ιερό ναό Αγίου Δημητρίου στο Παραλίμνι.

Δείτε το ρεπορτάζ της Όλγας Κωνσταντίνου:

 

Πηγή: alphanews.cy

 

 

 

 

Continue Reading

Σαν σήμερα

«ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ»: 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Published

on

Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο με την κωδική ονομασία «Αττίλας». Πενήντα χρόνια και κανείς δεν ξέχασε τους αδικοχαμένους Κύπριους που έπεσαν υπέρ πίστεως και πατρίδος αλλά και τους αγνοουμένους. Δεν ξέχασαν οι μανάδες που αναζητούσαν επί χρόνια τα παιδιά τους και έσβησαν με το μαχαίρι του πόνου στην καρδιά. Δεν ξέχασε η πολιτική ηγεσία και η Εκκλησία της Κύπρου που φροντίζουν να κρατούν ζωντανή τη μαύρη επέτειο και να διεθνοποιούν το θέμα της παράνομης εισβολής στην Κύπρο που έκοψε στα δυό τη Μεγαλόνησο. Δεν ξεχνούν όμως και οι ξεριζωμένοι που πηγαίνουν στη Βόρεια Κύπρο και βλέπουν το σπιτικό τους να έχει καταληφθεί από Τούρκους εποίκους και τις Εκκλησίες να στέκουν βουβές και βεβηλωμένες.

Με πρωτοβουλία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου μεσίστια η συμβολική σημαία κυματίζει στους ιστούς ή στα προαύλια των Ναών της Λευκωσίας, για να θυμίζει τα δεινά που περνά η Κύπρος και το χρέος για αγώνα μέχρι τη μέρα της δικαίωσης.

Με απόφαση την οποία ομόφωνα έλαβε κατά την πρόσφατη συνεδρίασή της η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου, σήμερα ψάλλεται παράκληση για την απελευθέρωση της νήσου από τον Τούρκο εισβολέα, την επιστροφή όλων των προσφύγων στις πατρογονικές τους εστίες και τη διακρίβωση της ζωής των αγνοουμένων, και τελείται το μνημόσυνο των πεσόντων κατά την τουρκική εισβολή.

Τόσο της παράκλησης όσο και του μνημοσύνου προΐσταται η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Γεώργιος και συμμετέχει η Α.Ε. ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης, η Α.Ε. η Πρόεδρος της Βουλής κ. Αννίτα Δημητρίου, η Α.Ε. ο Πρέσβης της Ελλάδος κ. Ιωάννης Παπαμελετίου, τα Μέλη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας Κύπρου, οι άλλες Πολιτικές και Στρατιωτικές Αρχές της νήσου, γονείς και συγγενείς πεσόντων και αγνοουμένων και άλλοι επίσημοι. Επιμνημόσυνο λόγο εκφωνεί ο Μκαριώτατος.

Η Ι­ε­ρά Σύ­νο­δος της Εκκλησίας της Ελλάδος συμμετέχει στην θλι­βε­ρή αυ­τή ε­πέ­τει­ο με την ανάγνωση Συνο­δι­κής Εγ­κυ­κλί­ου την Κυριακή, και με την δι­ορ­γά­νω­ση δι­α­φό­ρων άλ­λων εκ­δη­λώ­σε­ων, ό­πως Ε­πι­στη­μο­νι­κού Συ­νε­δρί­ου για την χρι­στι­α­νι­κή πα­ρά­δο­ση της Κύ­πρου και την α­νεί­πω­τη κα­τα­στρο­φή Να­ών, Μο­νών και μνη­μεί­ων χρι­στι­α­νι­κής λα­τρεί­ας, που προκλήθηκε α­πό το μέ­νος των ει­σβο­λέ­ων. Η Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος μεταξύ άλλων αναφέρει: “Ο Κυ­πρια­κός Λα­ός, κα­θό­λη την διά­ρκεια της ά­δι­κης, α­πα­ρά­δε­κτης και α­δι­α­νό­η­της για κά­θε πο­λι­τι­σμέ­νο έ­θνος καταλήψεως, βρί­σκε­ται κυ­ρι­ο­λε­κτι­κώς ε­πί των α­γω­νι­στι­κών ε­πάλ­ξε­ων. Α­παι­τεί την ε­πι­κρά­τη­ση της δι­και­ο­σύ­νης, της α­λή­θει­ας και της ει­ρή­νης”. Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ.

Σε πολλές περιοχές της επικράτειας κατόπιν Συνοδικής προτροπής μεσίστιες κυματίζουν οι σημαίες ενώ στις 11 το πρωί πένθιμα θα ηχούν οι καμπάνες σε ανάμνηση του οδυνηρού γεγονότος.

Ακόμη, με απόφαση της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης οι Μητροπόλεις, οι Ιερές Μονές και οι ενορίες κρούουν πένθιμα τις καμπάνες των Ιερών Ναών για διάστημα τριών λεπτών, ενώ μεσίστιες κυματίζουν οι σημαίες στους Ιερούς Ναούς. Την Κυριακή πριν την απόλυσης της Θείας Λειτουργίας να τελεσθεί επιμνημόσυνη δέηση. Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ

Το ιστορικό
Η Τουρκική εισβολή στην Κύπρο με την κωδική ονομασία «Αττίλας» ξεκίνησε την αυγή της 20ης Ιουλίου 1974, με αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις. Συμμετείχαν συνολικά γύρω στους 40.000 άνδρες υπό τη διοίκηση του αντιστρατήγου Νουρετίν Ερσίν. Η ελληνική πλευρά πιάστηκε στον ύπνο και η αντίδρασή της εκδηλώθηκε με μεγάλη καθυστέρηση. Η Τουρκία υποστήριξε ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», με σκοπό την επαναφορά της συνταγματικής τάξης στην Κύπρο, που είχε καταλυθεί από το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου (15 Ιουλίου 1974).

Τα τουρκικά αποβατικά σκάφη άρχισαν να αποβιβάζουν δυνάμεις ανενόχλητα στην περιοχή Πέντε Μίλι, οκτώ χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας, λίγο μετά τις 5 το πρωί της 20ης Ιουλίου. Σχεδόν ταυτόχρονα, σμήνη τουρκικών αεροπλάνων άρχισαν τις επιθέσεις, συνεχώς και κατά κύματα κατά της ευρύτερης περιοχής της Κερύνειας και της Λευκωσίας, ενώ άλλα αεροσκάφη και ελικόπτερα επιχειρούσαν ρίψεις αλεξιπτωτιστών σε επίκαιρα σημεία. Οι κάτοικοι βρέθηκαν στο έλεος των εισβολέων. Άοπλοι πολίτες δολοφονήθηκαν, γυναίκες βιάστηκαν και αιχμάλωτοι στρατιώτες εκτελέστηκαν.

Η αντίδραση της ελληνικής πλευράς ήταν ανεξήγητα αργοπορημένη. Παρ’ ότι το ελληνικό Πεντάγωνο γνώριζε τις κινήσεις των Τούρκων, θεωρούσε ότι μπλοφάρουν. Μόλις στις 8:40 το πρωί δόθηκε επισήμως από την Αθήνα η εντολή εφαρμογής των πολεμικών σχεδίων, ενώ το ελληνικό ραδιόφωνο (το ΕΙΡΤ εν προκειμένω), μετέδωσε την είδηση γύρω στις 11 το πρωί. Η καθυστερημένη κινητοποίηση έδωσε τη δυνατότητα στους Τούρκους εισβολείς να παγιώσουν τις θέσεις τους και να δημιουργήσουν προγεφύρωμα από το Πέντε Μίλι της Κερύνειας προς τον Άγιο Ιλαρίωνα, έχοντας ως αντικειμενικό στόχο τη σύνδεσή του με τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας.

Τούρκοι αλεξιπτωτιστές

Οι μονάδες της Εθνικής Φρουράς και της ΕΛΔΥΚ, όταν κινητοποιήθηκαν άρχισαν να πολεμούν με ηρωική αυτοθυσία, χωρίς μάλιστα να διαθέτουν αεροπορική κάλυψη και σύγχρονο οπλισμό. Αριθμούσαν γύρω στους 12.000 άνδρες (ελληνοκύπριους και ελλαδίτες), υπό τη διοίκηση του ταξιάρχου Μιχαήλ Γεωργίτση, που είχε το γενικό πρόσταγμα στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου. Στο μεταξύ, άρχισε να κινητοποιείται και ο ελληνοκυπριακός ανδρικός πληθυσμός και να μετέχει στον άνισο αγώνα με ό,τι διέθετε ο καθένας, πυροβολώντας από τις στέγες των σπιτιών του κατά των εισβολέων αλεξιπτωτιστών.

Στην Αθήνα, η κυβέρνηση αιφνιδιασμένη από την εξέλιξη των γεγονότων αρχίζει να παρουσιάζει εικόνα διάλυσης. Κηρύσσει γενική επιστράτευση, η οποία εξελίσσεται σε φιάσκο, δείχνοντας την τραγική κατάσταση που βρισκόταν ο Ελληνικός Στρατός. Και να σκεφθεί κανείς ότι την Ελλάδα κυβερνούσαν οι στρατιωτικοί και ο Στρατός αν μη τι άλλο θα έπρεπε να βρισκόταν σε υψηλό επιχειρησιακό επίπεδο.

Ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Τζόζεφ Σίσκο, που βρίσκεται και πάλι στην Αθήνα ως εντολοδόχος του Κίσινγκερ, συναντάται στο Πεντάγωνο με το αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγό Μπονάνο. Ο παριστάμενος Δημήτριος Ιωαννίδης σε οργίλος ύφος απευθύνεται προς τον Σίσκο «Μας εξαπατήσατε… Ημείς θα κηρύξωμεν πόλεμον!» και αποχωρεί από τη σύσκεψη. Έκτοτε, τα ίχνη του αόρατου δικτάτορα χάνονται. Ο Σίσκο στη διάρκεια της ημέρας μάταια αναζητεί αρμόδιο για συνομιλίες.

Αργά το βράδυ, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ εκδίδει το υπ’ αριθμόν 353 ψήφισμα, με το οποίο καλεί σε κατάπαυση του πυρός και σε αποχώρηση από την Κύπρο του «ξένου στρατιωτικού δυναμικού». Παρά την ομόφωνη έγκρισή του, αγνοείται από την Τουρκία, η οποία έχοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων επείγεται να εφαρμόσει πλήρως τα σχέδια της. Γενικά, η διεθνής αντίδραση κατά του «Αττίλα» είναι χλιαρή.

Τουρκική απόβαση

Την επομένη, 21 Ιουλίου, οι μάχες στην Κύπρο συνεχίζονται με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Στόχος των ελληνικών δυνάμεων στην Κύπρο είναι να αποκόψουν τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας από το προγεφύρωμα της Κερύνειας. Οι Έλληνες στρατηγοί απορρίπτουν εισήγηση για επέμβαση στην Κύπρο, προβλέποντας αποτυχία του σχετικού εγχειρήματος. Δύο ελληνικά υποβρύχια που πλέουν προς την Κερύνεια διατάσσονται να επιστρέψουν στην Ελλάδα.

Οι Τούρκοι εισβολείς, παρά την αριθμητική τους υπεροχή και την ποιοτική υπεροχή του οπλισμούς τους, αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα. Μάλιστα, από ασυνεννοησία η τουρκική αεροπορία βυθίζει το αντιτορπιλικό Κοτσατεπέ (D-354), το οποίο εξέλαβε για ελληνικό πλοίο και προκαλεί ζημιές σε άλλα δύο τουρκικά αντιτορπιλικά.

Την ίδια μέρα, σημειώνεται δραστηριοποίηση του αμερικανικού παράγοντα για την επίτευξη ανακωχής. Ο Σίσκο, που πηγαινοέρχεται μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας, δεν βρίσκει κάποιον αρμόδιο στην Αθήνα να διαπραγματευτεί, καθώς όλοι οι αρμόδιοι έχουν εξαφανιστεί. Την ευθύνη αναλαμβάνει τελικά ο αρχηγός του Ναυτικού, ναύαρχος Πέτρος Αραπάκης, ο οποίος σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Κίσινγκερ συμφωνεί η ανακωχή να ισχύσει από τις 4 το απόγευμα της 22ης Ιουλίου.

Στις 2 το πρωί της 22ας Ιουλίου, 12 ελληνικά μεταγωγικά τύπου Νοράτλας, που μετέφεραν καταδρομείς στο νησί, βάλλονται, κατά λάθος, από φίλια πυρά πλησίον του αεροδρομίου της Λευκωσίας, με αποτέλεσμα το ένα από αυτά να καταρριφθεί (4 μέλη του πληρώματος και 27 καταδρομείς έχασαν τη ζωή τους), ενώ άλλα δύο να πάθουν σοβαρές ζημιές. Την ίδια ημέρα, οι Τούρκοι εισβολείς εντείνουν τις επιχειρήσεις τους. Αποβιβάζουν άρματα μάχης και το μεσημέρι καταλαμβάνουν την πόλη της Κερύνειας.

Στις 4 το απόγευμα αρχίζει να τηρείται η ανακωχή κατά τα συμφωνηθέντα, η οποία όμως θα παραβιασθεί αρκετές φορές από τους εισβολείς. Σ’ αυτό το χρονικό σημείο, οι Τούρκοι ελέγχουν το 3% του Κυπριακού εδάφους, έχοντας δημιουργήσει ένα προγεφύρωμα, που συνδέει την Κερύνεια με τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας.

Τι ακολούθησε της Τουρκικής εισβολής – Η κατάληψη της Αμμοχώστου

Στις 20 Ιουλίου 1974, η Τουρκία εισέβαλε στρατιωτικά στην Κύπρο παραβιάζοντας κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, περιλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Την πρώτη αυτή φάση της παράνομης τουρκικής εισβολής ακολούθησε και δεύτερη φάση κατά την οποία καταλήφθηκε η πόλη της Αμμοχώστου. Η Τουρκία έθεσε υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή πέραν του 36% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο και κατέχει μέχρι σήμερα.

Ως αποτέλεσμα της τουρκικής στρατιωτικής εισβολής και κατοχής, 162.000 Ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν και έγιναν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα και μέχρι σήμερα εμποδίζονται από τις κατοχικές αρχές να επιστρέψουν στα σπίτια και στις περιουσίες τους.

Μέχρι το τέλος του έτους 1975, η συντριπτική πλειονότητα των Τουρκοκυπρίων που ζούσαν σε περιοχές ελεγχόμενες από την νόμιμη κυβέρνηση, υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μετακινηθούν, ως αποτέλεσμα της εκβιαστικής πολιτικής της Τουρκίας, στο υπό τουρκική κατοχή έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

20.000 Ελληνοκύπριοι και Μαρωνίτες επέλεξαν να μην εγκαταλείψουν τα σπίτια τους παρά την τουρκική κατοχή. Οι περισσότεροι από αυτούς που παρέμειναν, κυρίως στη χερσόνησο της Καρπασίας υποχρεώθηκαν σταδιακά να εγκαταλείψουν την περιοχή. Ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων και Μαρωνιτών που ζουν σήμερα σ’ αυτή την περιοχή έχει μειωθεί στους 300. Η δραματική μείωση του αριθμού των εγκλωβισμένων καθίσταται πιο συγκλονιστική αν λάβει κανείς υπόψη τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στη Βιέννη στις 2 Αυγούστου 1975, με την οποία η τουρκική πλευρά αναλάμβανε να παράσχει στον εγκλωβισμένο πληθυσμό «κάθε βοήθεια για να διάγει ομαλή ζωή, περιλαμβανομένων διευκολύνσεων για την παιδεία και για την άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων του, καθώς και ιατρική περίθαλψη από δικούς του γιατρούς και ελευθερία διακίνησης στον βορρά». Παραβιάζοντας τα συμφωνηθέντα, σε πρακτικό επίπεδο, η τουρκική πλευρά υπέβαλλε τους εγκλωβισμένους σε συνεχή παρενόχληση, περιορισμούς στη διακίνηση, άρνηση πρόσβασης σε επαρκή ιατρική φροντίδα, άρνηση επαρκών εκπαιδευτικών διευκολύνσεων, ιδιαίτερα πέραν της στοιχειώδους εκπαίδευσης, περιορισμούς του δικαιώματος χρήσης της ακίνητης περιουσίας τους και περιορισμούς της ελεύθερης άσκησης των θρησκευτικών δικαιωμάτων τους. Επρόκειτο, συνεπώς, για μια σκόπιμη πολιτική εθνικού ξεκαθαρίσματος, που ανάγκαζε τους εγκλωβισμένους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.

Παράλληλα, η Τουρκία εφάρμοσε από το 1974 συστηματική πολιτική εποικισμού του κατεχομένου τμήματος της Κύπρου με μαζική μεταφορά πέραν των 160000 Τούρκων εκ Τουρκίας με στόχο την αλλαγή του δημογραφικού χαρακτήρα και αλλοίωση της πληθυσμιακής ισορροπίας στο νησί . Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με την εκδίωξη των Ελληνοκυπρίων κατοίκων της περιοχής, την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς και την παράνομη αλλαγή των γεωγραφικών τοπωνυμίων στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, στοχεύει στην εξάλειψη κάθε ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου που υπήρχε για αιώνες και εν τέλει στην τουρκοποίηση της περιοχής. Στοχεύει επίσης στην αλλαγή του ισοζυγίου δυνάμεων και του κοινωνικού ιστού στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, ώστε να διασφαλιστεί η συμμόρφωση της τουρκοκυπριακής ηγεσίας με την πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης. Με τη μαζική δε μετανάστευση Τουρκοκυπρίων από τις κατεχόμενες περιοχές, ο ολικός αριθμός των Τούρκων στρατιωτών και εποίκων είναι τώρα μεγαλύτερος από τους εναπομείναντες Τουρκοκύπριους.

Σε πλήρη συνάρτηση με τον δεδηλωμένο στόχο της Τουρκίας για διχοτόμηση και εθνικό διαχωρισμό στο νησί, στις 15 Νοεμβρίου 1983 το κατοχικό καθεστώς προχώρησε σε μονομερή αποσχιστική ανακήρυξη της ούτω καλούμενης «Τουρκικής δημοκρατίας της βορείας Κύπρου», πράξη η οποία καταδικάστηκε από την διεθνή κοινότητα ως παράνομη και νομικά άκυρη. Συγκεκριμένα το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, με το ψήφισμα 541(1983) αποδοκίμασε την ανακήρυξη αυτή, τη χαρακτήρισε νομικά άκυρη και ζήτησε την ανάκληση της. Το Συμβούλιο Ασφαλείας κάλεσε όλα τα κράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία, εδαφική ακεραιότητα και το αδέσμευτο της Κυπριακής Δημοκρατίας και να μην αναγνωρίζουν οποιοδήποτε κυπριακό κράτος άλλο από την Κυπριακή Δημοκρατία. Ανησυχώντας σοβαρά λόγω των περαιτέρω αποσχιστικών ενεργειών στο κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι οποίες παραβίαζαν το ψήφισμα 541 (1983), δηλαδή, τη δήθεν ανταλλαγή πρεσβευτών μεταξύ της Τουρκίας και της νομικά άκυρης οντότητας και τη μελετώμενη διεξαγωγή «συνταγματικού δημοψηφίσματος» και «εκλογών», καθώς και λόγω άλλων ενεργειών που αποσκοπούσαν στην περαιτέρω παγίωση της διαίρεσης της Κύπρου και των τότε απειλών για παράνομο εποικισμό των Βαρωσίων, το Συμβούλιο Ασφαλείας υιοθέτησε το ψήφισμα 550(1984) με το οποίο επαναβεβαίωσε το ψήφισμα 541 (1983) και επανέλαβε την έκκλησή του προς όλα τα κράτη να μην αναγνωρίσουν την οντότητα που εγκαθιδρύθηκε με τις αποσχιστικές ενέργειες και παράλληλα τα κάλεσε να μη διευκολύνουν ή με οποιονδήποτε τρόπο βοηθήσουν την αποσχιστική οντότητα. Ταυτόχρονα το Συμβούλιο Ασφαλείας χαρακτήρισε τις απόπειρες για εποικισμό οποιουδήποτε τμήματος των Bαρωσίων από πρόσωπα άλλα από τους νόμιμους κατοίκους τους ως απαράδεκτες και ζήτησε τη μεταβίβαση της περιοχής αυτής στη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών.

Από ανθρωπιστική άποψη, η πιο τραγική συνέπεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974 είναι οι αγνοούμενοι. Κατά και μετά την τουρκική εισβολή, χιλιάδες Ελληνοκύπριοι είχαν συλληφθεί και κρατηθεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κύπρο από τον Τούρκους στρατιώτες και παραστρατιωτικούς, που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες του τουρκικού στρατού. Επιπρόσθετα, πάνω από 2000 αιχμάλωτοι πολέμου είχαν μεταφερθεί παράνομα και κρατηθεί σε φυλακές στην Τουρκία. Κάποιοι από αυτούς εξακολουθούν να αγνοούνται. Εκατοντάδες άλλοι Ελληνοκύπριοι, τόσο στρατιώτες όσο και πολίτες (περιλαμβανομένων ηλικιωμένων, γυναικών και παιδιών) εξαφανίστηκαν σε περιοχές υπό τουρκική κατοχή και μέχρι σήμερα αγνοείται η τύχη τους. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν καλά τεκμηριωμένες μαρτυρίες ότι τα αγνοούμενα πρόσωπα θεάθηκαν για τελευταία φορά εν ζωή στα χέρια του τουρκικού στρατού ή των παραστρατιωτικών ομάδων, που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες και την ευθύνη των τουρκικών δυνάμεων κατοχής.

πηγή: ekklisiaonline.gr

Continue Reading

ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

RADIO LIVE

Listen on Online Radio Box! Diesi FMDiesi FM

ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ

Ετικέτες

Δημοφιλή

X