Η Μονή της Παναγίας της Χρυσολεόντισσας
Η Παναγία η Χρυσολεόντισσα θεωρείται προστάτιδα της Αιγίνης από τους κατοίκους του νησιού και το Μοναστήρι της είναι κτισμένο στο κέντρο του νησιού, σε απόσταση γύρω στο ένα χιλιόμετρο από τη Μονή του Αγίου Νεκταρίου.
Το Μοναστήρι της Παναγίας της Χρυσολεόντισσας χτίστηκε στις αρχές του 17ου αιώνα. Εχει ψηλούς τοίχους και μοιάζει περισσότερο με φρούριο αφού διαθέτει και πύργο με πολεμίστρες, η κατασκευή του οποιου έγινε από τους μοναχούς, από το φόβο τους για τους πειρατές.
Σύμφωνα με τοπική παράδοση, αρχικά η Μονή ήταν κτισμένη κοντά στο παραθαλάσσιο χωριό Λεοντί και έτσι ήταν ευάλωτη στις επιδρομές των πειρατών και των Αγαρηνών. Έπειτα από τρεις διαδοχικές καταστροφές της, στις αρχές του 17ου αιώνα αποφασίστηκε η μεταφορά της Μονής, σε σημείο μακριά από τη θάλασσα, σε προστατευμένη περιοχή ώστε να μην είναι ορατή από τη θάλασσα και εύκολα προσπελάσιμη από τους πειρατές.
Όταν άρχισε η ανέγερση της Μονής συνέβη το εξής θαυμαστό γεγονός. Τα εργαλεία τα οποία άφηναν οι κτίστες στο χώρο της ανεγέρσεως, το πρωί δεν τα εύρισκαν εκεί αλλά στην σημερινή θέση της Μονής. Όταν το θαύμα επαναλήφθηκε τρεις φορές, οι μοναχοί κατάλαβαν το μήνυμα και ανήγειραν το μοναστήρι τους στην σημερινή τοποθεσία κατά τα έτη 1600-1614 μ.Χ.
Μια μικρή αριστερή παράκαμψη μας φέρνει στο τεράστιο αλώνι της Μονής με διάμετρο 20μ που μαρτυρεί την παλιά αγροτική αίγλη της περιοχής και προσφέρει μια υπέροχη θέα προς το βόρειο Σαρωνικό, την Παλιαχώρα και τη Μονή του Αγίου Νεκταρίου.
Το μοναστηριακό συγκρότημα είναι τετράγωνο. Στο κέντρο της αυλής και σε υψηλότερο επίπεδο είναι κτισμένο το καθολικό ρυθμού τρίκλιτης βασιλικής (1808), αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, τον Άγιο Διονύσιο και τον Άγιο Χαράλαμπο. Εντυπωσιακό είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο με τις εντυπωσιακές παραστάσεις από την Παλαιά Διαθήκη, μορφές Αγίων, Αγγέλων, Ευαγγελιστών κ.λπ.
Σέμνωμα της Μονής είναι η αργυρεπενδυμένη εικόνα της Παναγίας Χρυσολεοντίσσης, τοποθετημένη στην άκρη του τέμπλου προς τη βόρεια πύλη του Ιερού.
Βόρεια από το καθολικό υψώνεται αγέρωχος ο μεγάλος πύργος της Μονής, που κατά την παράδοση, ανοικοδομήθηκε για την προστασία από του πειρατές, γύρω στο 1600.
Με σιγίλλιο του Οικουμενικού πατριαρχείου η Μονή αναγνωρίστηκε ως «Σταυροπήγιο». Σημαντικότατη υπήρξε η δράση της μονής κατά την επανάσταση του 1821. Μετά τη δημιουργία του ελευθέρου ελληνικού κράτους η Μονή με το διάταγμα του Όθωνος θεωρήθηκε διατηρητέα εν λειτουργία και προσαρτήθηκε σ’ αυτήν ως μετόχι η διαλυθείσα Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνος.
Η Μονή λειτούργησε χωρίς διακοπή ως ανδρική, μέχρι και το 1935, έτος κατά το οποίο ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος διαπιστώνοντας την παντελή εγκατάλειψη της, την μετέτρεψε με βασιλικό Διάταγμα σε γυναικεία. Για το σκοπό αυτό απέσπασε από την μονή του Αγίου Νεκταρίου πέντε μοναχές.
Στα χρόνια που ακολούθησαν έγιναν εργώδεις προσπάθειες για την ανακαίνιση της ιστορικής Μονής. Η ηγουμενία ανατέθηκε στην «ευσεβή και διακριτική» διακόνισσα Μαγδαληνή η οποία, με τη συμβολή και της συνοδείας της, πραγματοποίησε ριζική ανακαίνιση. Έργο πού συνέχισαν και οι μετέπειτα γερόντισσες Ευβούλη και Θεοδούλη καθώς και η σημερινή γερόντισσα Ευπραξία.
Σήμερα παντού επικρατεί η τάξη και ή ομορφιά. Οι αδελφές, εκτός από τη συντήρηση και τον εξωραϊσμό των κτισμάτων της μονής και των μετοχίων της, μεριμνούν για την φιλοξενία των πολυάριθμων προσκυνητών και ασχολούνται με τις αγροτικές καλλιέργειες και την οικόσιτη κτηνοτροφία.
Στη Μονή λειτουργούν έξι παρεκκλήσια, το παρεκκλήσιο των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, του Αγίου Αθανασίου, του Αγίου Νεκταρίου, του Αποστόλου Ανδρέα, του Αγίου Λεοντίου και της Αγίας Μαγδαληνής (κοιμητήριο).
Το Μοναστήρι ήταν πλουσιότατο και είχε στην κατοχή του το μεγαλύτερο μέρος του νησιού.
Κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα τα περισσότερα μοναστηριακά κτήματα απαλλοτροιώθηκαν. Στο Μοναστήρι μονάζουν 10 μοναχές. Η Μονή γιορτάζει στις 15 Αυγούστου, οπότε γίνεται το μεγαλύτερο πανηγύρι του νησιού.
πηγή: aegina.com.gr